Τον Νοέμβριο του 2014 μια δημοσκόπηση έδινε στο Ποτάμι 10% και το κατέτασσε στην τρίτη θέση της εκλογικής γεωγραφίας. Την περασμένη Κυριακή μια αντίστοιχη, το κατέγραφε στο 1%. Τρία χρόνια μετά την ίδρυσή του, αν λάβουμε ως σοβαρές τις παραπάνω μετρήσεις, κάτι πήγε πολύ στραβά για το πρώτο μετα-κόμμα του ελληνικού πολιτικού τοπίου. Κι όμως. Η προσπάθεια του Σταύρου Θεοδωράκη, παρά τον αχό του θυμωμένου Ιντερνετ, ήταν μια πολιτική δύναμη που επιθύμησε να εκφράσει έναν υπαρκτό κοινωνικό χώρο.
Ας μην ξεχνάμε πως δημιουργήθηκε στα απόνερα του ναυαγίου των 58 της Κεντροαριστεράς στο Ακροπόλ. Και πάνω στην κορύφωση της αποδυνάμωσης των βασικών κυρίαρχων πόλων. Ο χώρος που ήθελε όμως να εκφράσει Το Ποτάμι ήταν και κάτι βαθύτερο. Οχι τυχαία συγκέντρωσε ένα σεβαστό κομμάτι του μεταρρυθμισμού. Διανοητές που δεν είχαν πρότερο κομματικό βίο. Νέους που ανήκαν στο ρεύμα της νέας διανοητικής εργασίας του εξωτερικού. Και μπόλικη εικόνα και Ιντερνετ. Αν ο Τραμπ αξιοποίησε τις ρωγμές του κλασικού Τύπου με πρακτορεία όπως το Breitbart, Το Ποτάμι εκμεταλλεύθηκε την ευελιξία και τον νέο λόγο των κοινωνικών δικτύων. Οχι, Breitbart δεν έφτιαξε, ούτε προφανώς είχε έναν λόγο ξενοφοβικό. Το αντίθετο. Με τη μία ξεκαθάρισε το δικό του αφήγημα που για καιρό παρέμεινε ρευστό μα και σαφές στις αιχμές του: φανατικά υπέρ του ευρώ, της ΕΕ, του ατλαντισμού. Μια επικαιροποιημένη εκδοχή της Κοινωνίας των Πολιτών. Με το ατού της φωτογένειας του Σταύρου Θεοδωράκη.
Κι όμως. Τα ίδια εργαλεία που το νέο κόμμα ήθελε να ξορκίσει, ήταν αυτά που το εκδικήθηκαν. Καλός ο Μπακαλόγατος –με τον Κώστα Χατζηχρήστο –επιχρωματισμένος, αλλά ολόκληρες γενιές μεγάλωσαν με την ασπρόμαυρη εκδοχή του. Καλή η αντι-πολιτική, αλλά υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να γίνεις σαν αυτόν που ήθελες να πολεμήσεις. Το Ποτάμι δεν μετατράπηκε ποτέ σε αληθινό κόμμα. Δεν οριοθέτησε τον πολιτικό του λόγο, που στον πυρήνα του ήταν λαϊκιστικός. Δεν έδωσε απαντήσεις σε μια μετέωρη κοινωνία. Και στη διαιρετική τομή του σπιράλ των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές το 2015 καταγράφηκε με τις παλιές δυνάμεις. Αυτές τις δεύτερες όμως τις εξέφραζε με μεγαλύτερη συνέπεια η ΝΔ. Κι ύστερα; «Κι ύστερα γίναμε ωραία φωτογραφία/και κρεμαστήκαμε μες στην τραπεζαρία» όπως έχει γράψει και ο Γιάννης Ξανθούλης.