Το κόμμα που μας κυβερνά είχε πάντα ένα θέμα με τη βία. Οι λόγοι είναι ιστορικοί, πολιτικοί και κυρίως ιδεολογικοί. Κάθε φορά που εκδηλώνεται μια βίαιη επίθεση, ο ΣΥΡΙΖΑ το σκέπτεται λίγο πριν καταδικάσει. Και όταν το κάνει, προσθέτει ένα «αλλά». Κακώς δείρανε έναν βουλευτή, αλλά φταίει και το Μνημόνιο. Κακώς διαλύσανε μια εκδήλωση, αλλά φταίνε και οι ομιλητές. Κακώς χτίσανε έναν καθηγητή στο γραφείο του, αλλά ήταν κι αυτός προκλητικός.
Ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάνει ένα βήμα παραπάνω. Ο Δημήτρης Παπαδημούλης δεν είναι ένας απλός «ναιμεναλλάς». Προσθέτει και έναν χαρακτηρισμό για το θύμα. Κλείνει έτσι το μάτι στο κοινό του. Αλλά το κλείνει και στους εραστές της βίας. Νομίζει ότι κάνει χιούμορ. Ή, εν πάση περιπτώσει, ότι λέει μια εξυπνάδα. Στην πραγματικότητα, ενθαρρύνει εμμέσως αυτό που καταδικάζει.
Η τελευταία εμμονή του ίδιου και του κόμματός του λέγεται Αδωνις Γεωργιάδης. Με τον αντιπρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να έχει κανείς όσες διαφωνίες θέλει. Οταν όμως δέχεται μια επίθεση τρομοκρατικού χαρακτήρα, δεν χωρούν αμφισημίες. Κάθε δημοκρατικό κόμμα οφείλει να την καταδικάσει απερίφραστα. Κι αν βρίσκεται στην κυβέρνηση, οφείλει επιπλέον να υποσχεθεί ότι οι δράστες θα συλληφθούν. Ετσι τουλάχιστον γίνεται σε όλο τον δυτικό κόσμο.
Αλλά είπαμε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τις αδυναμίες του. Οταν λοιπόν το βιβλιοπωλείο του Γεωργιάδη δέχθηκε τη νιοστή επίθεση με γκαζάκια, το κόμμα καταδίκασε τους δράστες, αλλά ταυτόχρονα προειδοποίησε το θύμα. Και ο διανοούμενος ευρωβουλευτής του έκανε το βήμα παραπάνω. «Τα γκαζάκια βλάπτουν τη δημοκρατία» είπε, «και όχι την Ακρα Δεξιά». Το πιάσατε;
Την ίδια ημέρα έγινε γνωστό ότι οι Πυρήνες έστειλαν εμπρηστικό μηχανισμό στον Σόιμπλε με την υπογραφή του Γεωργιάδη. Τα πράγματα δηλαδή σοβάρεψαν επικίνδυνα. Οχι όμως για τον φίλο μας τον ευρωβουλευτή, ο οποίος σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των ολλανδικών εκλογών χρησιμοποίησε το ίδιο απολαυστικό εύρημα. Προφανώς του είπαν ότι πουλάει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης –τουιτάρισε ο Παπαδημούλης –συνεχάρη τον Ρούτε, αλλά αναβάθμισε τους έλληνες «Βίλντερς» στην ηγεσία της ΝΔ.
Το να συγκρίνει κάποιος τον αρχηγό της ολλανδικής Ακροδεξιάς με έναν άνθρωπο που πρόσφατα ζήτησε συγγνώμη για παλιότερα ρατσιστικά σχόλιά του θα μπορούσε να είναι προϊόν άγνοιας. Ή επιπολαιότητας. Ή, τέλος πάντων, βλακείας. Στην περίπτωση του Παπαδημούλη, δεν συμβαίνει τίποτα από τα τρία. Η εξήγηση εδώ έχει άλλο όνομα: φανατισμός. Μόνο που δεν έχουμε να κάνουμε με έναν ποδοσφαιρικό αγώνα ή με μια συζήτηση σε τηλεπαράθυρο. Αλλά για κάτι σοβαρότερο.
Με άλλα λόγια, ο Παπαδημούλης έχει κάθε δικαίωμα να κατηγορεί την αξιωματική αντιπολίτευση ότι με το διαρκές αίτημά της για εκλογές βλάπτει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας –κι ας έκανε ακριβώς το ίδιο το κόμμα του όταν ήταν εκείνο στην αντιπολίτευση. Δεν έχει δικαίωμα όμως να παίζει με ανθρώπινες ζωές.