«Η ποιοτική δημοσιογραφία δεν ήταν ποτέ τόσο αναγκαία όσο σήμερα. Σε μια περίοδο κατά την οποία ο αμερικανός πρόεδρος δηλώνει ότι τα μέσα ενημέρωσης είναι εχθρός του λαού, σε μια γαλλική προεκλογική εκστρατεία όπου η νίκη της Ακροδεξιάς αποτελεί ένα σενάριο που πρέπει να ληφθεί υπόψη σοβαρά, σε μια εποχή κατά την οποία η χειραγώγηση έχει φτάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα, οι αναγνώστες μας περιμένουν από τη Monde να διαφωτίζει, να εμβαθύνει, να ερευνά, να αποκαλύπτει και να προκαλεί συζητήσεις».
Ετσι ξεκινούσε η ανοιχτή επιστολή που έστειλε την περασμένη εβδομάδα η γαλλική εφημερίδα στους αναγνώστες της. «Η απάντησή μας στους στροβιλισμούς του πλανήτη», τόνιζε, «είναι η δημοσιογραφία, μόνο η δημοσιογραφία, αλλά όλη η δημοσιογραφία. Μια επαγγελματική πρακτική που τις δυνάμεις της πρέπει να τις προσαρμόζουμε συνεχώς στα θέματα που αφηγούνται τις αναταράξεις του πλανήτη». Η Monde εξηγούσε στη συνέχεια γιατί θα δώσει έμφαση στην έρευνα, γιατί θα πολλαπλασιάσει τις σελίδες των απόψεων, γιατί θα καταργήσει το ένθετο του αθλητισμού.
Ανάλογες κινήσεις κάνουν και άλλες μεγάλες εφημερίδες του δυτικού κόσμου. Ο διευθυντής της El Pais εξηγούσε τις προάλλες στους συντάκτες πώς θα μετατραπεί η εφημερίδα σε ένα μέσο που θα είναι ουσιαστικά ψηφιακό. Σε ένα κείμενό τους που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Ιανουάριο, επτά δημοσιογράφοι των New York Times επισήμαιναν ότι «η πιο σίγουρη στρατηγική για τους Times είναι να παράγουμε μια τόσο δυνατή δημοσιογραφία, ώστε εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο να θέλουν να πληρώνουν για να έχουν πρόσβαση σε αυτήν». Η Washington Post έχει προσθέσει κάτω από το λογότυπό της τη φράση «Η δημοκρατία πεθαίνει στο σκοτάδι».
Η Ελλάδα έχει πάντα μια καθυστέρηση σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Και γι’ αυτό η προσγείωση είναι πάντα απότομη. Το βλέπουμε στην οικονομία, το βλέπουμε στην πολιτική, το βλέπουμε και στα μέσα ενημέρωσης. Τα τελευταία ήταν πάντα αναλογικά περισσότερα σε σχέση με άλλες χώρες. Αυτό είχε μια θετική πλευρά: οι αναγνώστες είχαν περισσότερες επιλογές. Είχε όμως και μια αρνητική πλευρά: η αναγνωσιμότητα κάποιων από τα φύλλα αυτά δεν δικαιολογούσε τη συνέχιση της κυκλοφορίας τους και έδινε λαβές για άλλες ερμηνείες.
Με την κρίση, το τοπίο κάπως ξεκαθάρισε. Η διαχωριστική γραμμή με κριτήριο τη σοβαρότητα είναι πιο καθαρή. Προστέθηκαν βέβαια οι οικονομικοί παράγοντες. Εφημερίδες κλείνουν, κάτι που είναι πάντα δυσάρεστο, κι εφημερίδες ανοίγουν, κάτι που είναι πάντα ευχάριστο, ενδιαφέρον και προκλητικό. Το Mega αγωνίζεται να βγει ξανά στον αέρα. Κι εμείς, να παραμείνουμε παρά τις δυσκολίες πιστοί στη δέσμευσή μας προς τους αναγνώστες: να ενημερωνόμαστε και να ενημερώνουμε, να διδασκόμαστε από τα λάθη μας και να γινόμαστε συνεχώς καλύτεροι, να είμαστε μοντέρνοι, έντιμοι και κυρίως ενδιαφέροντες. Δεν είναι πάντα εύκολο. Πολλές φορές μάς κυριεύουν μια απαισιοδοξία και μια αίσθηση αδικίας. Αλλά δεν το βάζουμε κάτω γιατί αγαπάμε τη δουλειά μας. Και γιατί αυτοί που μας συμπαραστέκονται είναι περισσότεροι –και, μεταξύ μας, γοητευτικότεροι –από αυτούς που θα ήθελαν να κλείσουμε.
Οπως είπαμε και σ’ εκείνο το φύλλο που αγαπήθηκε, «είμαστε εδώ».