Από τις ολλανδικές κάλπες που τελικά δεν έβγαλαν τέρατα έως τις τουρκικές κάλπες που μένει να φανεί πόσο τερατώδεις θα αποδειχθούν, μεσολαβεί ένας μήνας. Και μετά η Ολλανδία θα μπορέσει να επιστρέψει σε εκείνο το είδος της αφάνειας που στις μεγάλες χώρες προκαλεί νευρικότητα, αλλά στις μικρές χαρίζει μακαριότητα. Επιτέλους, κανένας δεν θα ασχολείται μαζί της: ούτε οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι θα διερευνούν τις προθέσεις των ψηφοφόρων της ούτε οι Τούρκοι θα απαιτούν να κάνουν προεκλογικές καμπάνιες στο έδαφός της.
Είναι μια επιστροφή στην κανονικότητα, την οποία μια άλλη μικρή χώρα, η Ελλάδα, περιμένει εδώ και επτά χρόνια. Η τελευταία ευκαιρία μιας τέτοιας επιστροφής χάθηκε το 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε εκλογές χωρίς να ακούσει το πολιτικό του ένστικτο και οι έλληνες ψηφοφόροι του ανέθεσαν τη διακυβέρνηση χωρίς να ρίξουν μια ματιά στο δικό τους. Είναι κάτι που αποτυπώθηκε στην εκ διαμέτρου αντίθετη εκλογική συμπεριφορά: αν οι Ολλανδοί απέφυγαν να πέσουν στην παγίδα του δεξιού λαϊκισμού, οι Ελληνες έπεσαν σε εκείνη του αριστεροδεξιού γοητευμένοι από μια ρητορική, τη ρητορική της αυταπάτης, η οποία πολιτικά δημιούργησε ένα περιβάλλον άγνοιας κινδύνου.
Δυο χρόνια μετά, οι Ολλανδοί δεν έχουν παρά να κάνουν έναν μήνα υπομονή για να τους ξεχάσει ο υπόλοιπος κόσμος και να επιστρέψουν σε ό,τι ορίζει την κανονικότητά τους –τις ανεμογεννήτριες, τις αγελάδες, τα κόφι σοπ, το ποδήλατο, ένα τζαζ μπαρ. Και οι Ελληνες; Εδώ διαφημίστηκαν ως κανονικότητα οι ζουρνάδες που θα χόρευαν οι αγορές, η εξαγωγή τζιχαντιστών ή το ινστιτούτο της Φλωρεντίας. Και ο μοναδικός ήχος που θα ακούγεται σε λίγο θα είναι αυτός της μοιρολατρίας.