Οι μεγάλοι πολιτικοί οραματίζονται το μέλλον. Οι μικροί –από δαύτους έχουμε κάμποσους στην Ελλάδα –αναμηρυκάζουν το παρελθόν. Οι μεγάλες φυσιογνωμίες, που κυριάρχησαν στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παράλληλα με την ανοικοδόμηση των ερειπίων, κατάστρωναν σχέδια για ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον, το οποίο θα στηριζόταν στον αποκλεισμό του πολέμου ως μέσου για την επίλυση των διαφορών, την ελεύθερη και συνειδητή αποδοχή αλλαγών του τρόπου ζωής και του παραγωγικού συστήματος, μιας συνεχώς αυξανόμενης συνοχής, που θα στηριζόταν στην εξαφάνιση της εξαθλίωσης με την τοποθέτηση σε όλες τις χώρες ενός κοινωνικού δικτύου ασφαλείας, κάτω από το οποίο δεν επιτρεπόταν κανείς να πέσει, και, τέλος, την ενσωμάτωση των πιο απομακρυσμένων και ιστορικά καθυστερημένων περιοχών. Η θριαμβευτική δημιουργία των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» θα στηριζόταν στο κοινό νόμισμα, στην ελευθερία κυκλοφορίας και εγκατάστασης επιχειρήσεων και ανθρώπων, στη βαθμιαία δημιουργία κοινής εξωτερικής πολιτικής και αμυντικού μηχανισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση και τον τελικό στόχο της έχουν γίνει κολοσσιαία βήματα. Τι φταίει λοιπόν και η κοινή γνώμη εκφράζει όλο και εντονότερα σε όλο και περισσότερες χώρες την απογοήτευσή της;
Για να δώσουμε μια πειστική απάντηση σε αυτό το ερώτημα, πρέπει, νομίζω, να θέσουμε ορισμένες σταθερές. Ετσι το παζλ, που άναρχα προβάλλει ασύνδετα και τυχαία κάποια κομμάτια της πραγματικότητας, παίρνει τη μορφή μιας εξίσωσης, η λύση της οποίας διευκολύνεται.
Πρώτη σταθερά: Η παγκοσμιοποίηση, δηλαδή η αναδιοργάνωση της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας με βάση τους φυσικούς πόρους και τις πηγές ενέργειας, είναι αντιφατική. Κινείται δημιουργώντας περιπλοκές στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αυτή είναι ίσως η μόνη αποδεκτή –αν απορρίψουμε την επαναστατική βία –μορφή άμυνας απέναντι στην παγκοσμιοποίηση και τα δεινά που επιφέρει στους λαούς. Συμβαίνει όμως ορισμένοι πιο δυνατοί τεχνολογικά και πιο ενσωματωμένοι στο παγκόσμιο εμπόριο λαοί να μην έχουν κατανοήσει αυτή τη διαλεκτική. Εξού και το Brexit και οι περιπέτειες των χθεσινών ολλανδικών εκλογών και των αυριανών και μεθαυριανών επικίνδυνων αναμετρήσεων στη Γαλλία και στη Γερμανία. Αυτοί που, στο όνομα της απαλλαγής από τον καπιταλισμό, προτείνουν έναν ακαθόριστο σοσιαλισμό μετά την ήττα και την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος είναι στην πραγματικότητα πράκτορες και σύμμαχοι της παγκοσμιοποίησης και όχι εχθροί της, όπως φαντάζονται.
Δεύτερη σταθερά: Η συγχώνευση σε μια πολυεθνική δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων χωρίς τη χρήση ένοπλης βίας είναι πρωτοφανής στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο μαρξισμός, που είχε ως τελικό στόχο την κατάργηση του κράτους, επινόησε τη μεταβατική φάση της δικτατορίας του προλεταριάτου, η οποία αποδείχθηκε στα πράγματα ιδιαίτερα επώδυνη και καταργήθηκε από τους λαούς γιατί τελικά ήταν το αντίθετο από την πορεία προς την ελευθερία που υποτίθεται ότι εξασφάλιζε. Η ανακατανομή όμως των παραγωγικών δραστηριοτήτων, τα πολυεθνικά μονοπώλια και η όλο και μεγαλύτερη αξία των πηγών ενέργειας και των πρώτων υλών καταργούν μια βασική ευρωπαϊκή αποδοχή, την αύξηση της γενικής ευημερίας στους χώρους που συναποδέχονταν το ευρωπαϊκό ιδεώδες. Μπορούμε να αναφέρουμε ως φαινόμενα αυτής της καταλυτικής διαδικασίας τον ανταγωνισμό των πάμφθηνων προϊόντων που έρχονται από την περιφέρεια και δημιουργούν ανεργία και τη μετανάστευση όλο και καλύτερα καταρτισμένων νέων ανθρώπων οι οποίοι είναι πρόθυμοι για οποιαδήποτε εργασία με οποιαδήποτε αμοιβή.
Η μεταρρυθμιστική Αριστερά, η οποία υποτίθεται ότι κυβερνά σήμερα την Ελλάδα, κάθεται χαζοχαρούμενα και απολαμβάνει την εξουσία ακριβώς πάνω στην κόψη του ξυραφιού. Ο καπιταλισμός λειτουργεί σαν ποδήλατο. Οταν πάψεις να κινείσαι, πέφτεις. Το ερώτημα είναι: θα πέσουμε προς τα μέσα ή προς τα έξω; Γιατί η αναπόφευκτη λύση, που αυτή τη στιγμή επιβάλλουν τα πράγματα, θα είναι να προχωρήσει η δημιουργία των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» από όσους θέλουν και μπορούν. Πρέπει να ερωτηθούμε σοβαρά αν θέλουμε με ό,τι συνεπάγεται ή αν θα αφήσουμε τον εαυτό μας να πέσει προς τα έξω στον ακαθόριστο και αδιαμόρφωτο χώρο που θα συγκροτούν οι «δορυφόροι της Ευρώπης».
Αυτών δηλαδή που δεν εκδήλωσαν έγκαιρα και μαχητικά ένα πλειοψηφικό «θέλω» και δεν εργάστηκαν υπομονετικά και συστηματικά για να «μπορούν».
Μιτεράν, Θάτσερ, Παπανδρέου και Σύνοδοι Κορυφής της ΕΕ
– Ο Μιτεράν παρακολουθούσε τον Ανδρέα με θαυμασμό και θα έλεγα με κάποια πατρική φροντίδα. Φοβόταν λίγο τον αυθορμητισμό του. Μια συζήτηση πολύ μεταγενέστερη είναι χαρακτηριστική ως προς αυτό. Είχε δημιουργηθεί τότε το Σκοπιανό από την κυβέρνηση Μητσοτάκη – Σαμαρά και κάποια στιγμή το συζητούσαμε και ο Ανδρέας είπε ότι θα μπορούσαν να ονομαστούν Republique du Vardar. Ο Μιτεράν δεν άκουσε καλά και γύρισε αγανακτισμένος προς τον Ανδρέα λέγοντάς του: «Για όνομα του Θεού, Ανδρέα. Πώς είναι δυνατόν να προτείνεις να τους ονομάσουμε Δημοκρατία των Βαρβάρων (Republique des Barbar);».
– «Ανδρέα, μην ετοιμάζεσαι να χρησιμοποιήσεις αυτό το μαγνητόφωνο. Σε έχω δει να μαγνητοφωνείς τις συνεδριάσεις, αλλά εδώ είμαστε μόνοι μας με τους υπουργούς Εξωτερικών και οι συζητήσεις είναι απόρρητες». «Ποιο μαγνητόφωνο;» είπε ο Παπανδρέου κατάπληκτος. «Αυτό που έχεις σε αυτό το δερμάτινο τσαντάκι που παίρνεις πάντα μαζί σου» του είπε η Θάτσερ, δείχνοντας μπροστά στο πιάτο του Παπανδρέου ένα δερμάτινο τσαντάκι, το οποίο περιείχε δύο πίπες, όργανα καθαρισμού και μια ποσότητα καπνού. Ο Ανδρέας άνοιξε το τσαντάκι, έδειξε το περιεχόμενό του στη μαινόμενη Θάτσερ και της είπε: «Μάργκαρετ, αυτό δεν είναι μαγνητόφωνο και μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι τα έχω αγοράσει στο Λονδίνο. Και οι πίπες και ο καπνός προέρχονται από το μαγαζί του Dunhill». Το βρετανικό τέρας, αντί να ζητήσει συγγνώμη όπως θα έκανε κάποιος που έχει διαπράξει μια γκάφα τέτοιου μεγέθους, έκανε έναν ακαθόριστο βρυχηθμό, κάτι μεταξύ «άου» και «όου», και έστρεψε τη συζήτηση προς άλλη κατεύθυνση.
Ο Θόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Θόδωρου Πάγκαλου «Με τον Ανδρέα στην Ευρώπη» (εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2010)