Ρώμη, Μάαστριχτ, Νίκαια, Λισαβόνα, περνώντας πάντα από τις Βρυξέλλες: η περιπέτεια των ευρωπαϊκών θεσμών είναι και μια περιήγηση στο ευρωπαϊκό τοπίο. Δικαιολογούν σήμερα αυτοί οι θεσμοί ελπίδα για υπέρβαση του τοξικού νέφους που έχουν δημιουργήσει η οικονομική κρίση, η άνοδος εθνικισμών και λαϊκιστών, η έξαρση των μεταναστευτικών ροών, η ψυχική απομάκρυνση των λαών;
Μετά τη Συνθήκη της Ρώμης, το δεύτερο μεγάλο «συνταγματικό» βήμα της Ενωσης ήταν η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2009, ακριβώς γιατί διέσωζε, ελαφρά νερωμένο, το σχέδιο ενός ευρωπαϊκού Συντάγματος, το οποίο έθαψαν μεν οι ψηφοφόροι της Γαλλίας και της Ολλανδίας, συνέχισαν όμως να θεωρούν απαραίτητο και οι τρεις ενωσιακοί θεσμοί (Συμβούλιο, Κοινοβούλιο, Επιτροπή). Η Συνθήκη της Λισαβόνας, πέραν της προωθητικής της δύναμης, που έχει πια σχεδόν εντελώς εξανεμιστεί, έθεσε μέσα από μια σειρά νέων προβλέψεων ή αλλαγών ορισμένα καίρια θεσμικά στοιχήματα.
Θα αποκτήσει «τηλέφωνο» η Ευρωπαϊκή Ενωση; (Καλύτερη διεθνής εκπροσώπηση και αύξηση διεθνούς επιρροής). Θα λειτουργήσουν οι «ενισχυμένες συνεργασίες»; (Ειδικά στο πεδίο ασφάλειας – Δικαιοσύνης και στρατιωτικής παρουσίας). Θα ενισχυθεί η «διάσταση ελευθερίας»; (Προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως μέσα από τη νεοπαγή Χάρτα). Θα προχωρήσουμε επιτέλους προς έναν πραγματικό προϋπολογισμό της Ενωσης; (Ο υφιστάμενος είναι μικρότερος του 1% του κοινοτικού ΑΕΠ). Θα οδηγήσει σε περισσότερη ευημερία η «οικονομική διακυβέρνηση» στη ζώνη του ευρώ;
Οκτώ χρόνια μετά τη Λισαβόνα και στον δρόμο για μια νέα Ρώμη που δεν διαθέτει πια τίποτα το αυτοκρατορικό, η μάχη ανάμεσα στην πρόοδο και τη στασιμότητα αποδείχτηκε άνιση. Η «οικονομική διακυβέρνηση» έδωσε, μέσα στην κρίση, τη θέση της στην ατυπία και στον νόμο του δυνατού. Τα θεμελιώδη δικαιώματα καταπατώνται ανοιχτά (Ουγγαρία, Πολωνία) ή υπόκωφα σε χώρες με λαϊκιστές κάθε είδους στην εξουσία. Η Βρετανία αλλά και οι ιδεολογικοί της σύμμαχοι, που θα επιζήσουν του Brexit και θα διαβρώσουν εκ των έσω την Ευρώπη με τη λογική του, μπλοκάρουν κάθε προσπάθεια αύξησης των κοινών πόρων, άρα και των κοινών σχεδίων. Υστερα από δύο κυρίες στο τιμόνι της ευρωπαϊκής διπλωματίας, αλλά όχι φυσικά εξαιτίας τους, το τηλέφωνο συνεχίζει να μη χτυπά και ο Πούτιν εξελίχθηκε στην ισχυρότερη «ευρωπαϊκή» φωνή. Μόνο η «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» ανασύρθηκε στο πρόσφατο «σχέδιο» της Επιτροπής, αλλά με αόριστη και φοβική μορφή.
Μήπως αντί να την υπονομεύουν και να την αγνοούν, οι εκπρόσωποι της Ενωσης καλά θα έκαναν να ξαναθυμηθούν τη Συνθήκη της Λισαβόνας; Αφού πολιτικά είναι πλέον αδύνατο άλλο «συνταγματικό» βήμα, είναι άραγε προτιμότερο να χτίσουμε πάνω στο υφιστάμενο και αναξιοποίητο ή να επενδύουμε σε ανεμόμυλους;
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος