To πολύτιμο υλικό είχε σφραγιστεί και είχε φορτωθεί στο τελευταίο βαγόνι της εμπορικής αμαξοστοιχίας: γραφομηχανές, χαρτί και πολύγραφοι. Εδώ επέβαινε και ο βέλγος αξιωματούχος που ήταν εξουσιοδοτημένος με την οργάνωση της τελετής στη Ρώμη. Αλλά όταν το τρένο έφτασε στα σύνορα με την Ελβετία, οι Αρχές διέταξαν την αποσύνδεση αυτού του βαγονιού: η νομοθεσία απαγόρευε την είσοδο στο ελβετικό έδαφος μιας αμαξοστοιχίας που μετέφερε εμπορεύματα και επιβάτες μαζί.
Ηταν το πρώτο απρόοπτο μιας περιπέτειας που ξεκίνησε από τις Βρυξέλλες –η διαπραγμάτευση της συνθήκης είχε γίνει στο Val Duchesse, ένα κάστρο της βελγικής πρωτεύουσας –και έλαβε τέλος αρκετές ημέρες αργότερα στη Ρώμη. Στο μεταξύ, το πολύτιμο βαγόνι είχε χαθεί δύο φορές, μία στα σύνορα με την Ιταλία και μία στο Μιλάνο. Οταν τελικά ο αξιωματούχος έφτασε στην αίθουσα όπου θα γινόταν η τελετή, στην Piazza del Campidoglio, έμαθε ότι δεν μπορούσε να τοποθετήσει δίπλα στους πίνακες του Ρούμπενς τους πολύγραφους, καθώς πετούσαν μελάνι σε όλες τις κατευθύνσεις. Η δουλειά ξεκίνησε έτσι στο υπόγειο. Επειδή είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος, επιστρατεύτηκαν ιταλοί φοιτητές, που δύο ημέρες αργότερα όμως άρχισαν απεργία. Επρεπε να έρθουν λοιπόν γραμματείς από το Λουξεμβούργο. Οταν όλα ήταν έτοιμα, το χαρτί είχε πιάσει υγρασία και έπρεπε να το αφήσουν στο πάτωμα τη νύχτα να στεγνώσει. Μόνο που το πρωί πέρασαν οι καθαρίστριες και πέταξαν στα σκουπίδια ό,τι βρήκαν: το χαρτί μαζί με τις μεμβράνες. Ολη τη Ρώμη έψαξε ο πανικόβλητος αξιωματούχος με την ομάδα του για να βρει τη χαμένη ομώνυμη συνθήκη.
Την ιστορία αυτή τη διηγήθηκε πριν από λίγα χρόνια η Καρίν Οριόλ, σύμβουλος στην Ευρωπαϊκή Σχολή Διοίκησης, για να διαλύσει τον μύθο ότι η ενοποίηση της Ευρώπης είναι σήμερα πιο δύσκολη από ό,τι στο παρελθόν. Πάντα ήταν πολύπλοκα και δύσκολα τα πράγματα στην Ευρώπη. Και πάντα μέσα από τις δυσκολίες η Ευρώπη έβγαινε ισχυρότερη.
Οι ιστορικοί καταγράφουν τις ημερομηνίες. Την 9η Μαΐου 1950 (που αργότερα καθιερώθηκε ως Ημέρα της Ευρώπης), όταν υιοθετήθηκε η Διακήρυξη Σουμάν που θα οδηγούσε τον επόμενο χρόνο στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα. Την 25η Μαρτίου 1957 (την επέτειό της γιορτάζουμε αυτές τις ημέρες), όταν η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο ίδρυσαν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας. Την 5η Ιουνίου 1975, όταν η Βρετανία αποφάσισε να μείνει στην ΕΟΚ, και την 23η Ιουνίου 2016, όταν αποφάσισε να φύγει. Την 7η Φεβρουαρίου 1992, όταν υπεγράφη η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Την Πρωτοχρονιά του 2002, όταν υιοθετήθηκε το ευρώ. Την 1η Μαρτίου 2017, όταν ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα πέντε σενάρια για το μέλλον της Ευρώπης.
Οι πολιτικοί, πάλι, καρπώνονται τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Η απαρίθμηση αυτών των πέντε σεναρίων συνιστά άραγε προδοσία του ευρωπαϊκού οράματος του Σουμάν, του Μονέ, του Αντενάουερ και του Σπάακ; Και ναι και όχι. Ο στόχος τής «ολοένα και πλησιέστερης ένωσης» που περιλαμβάνεται στο προοίμιο της Συνθήκης της Ρώμης, είναι σαφές ότι έχει φτάσει στα όριά του. Οι υπέρμαχοι της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχουν συνειδητοποιήσει ότι η διεύρυνση προς Ανατολάς ήταν μάλλον βεβιασμένη. Και ότι η ένταξη της Τουρκίας θα αποτελούσε ασφαλώς λάθος. Από την άλλη, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Οσες κορόνες κι αν πετάει ο Αλέξης Τσίπρας κατά της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων, είναι πλέον φανερό ότι δεν μπορούν όλες οι χώρες-μέλη να προχωρούν με την ίδια ταχύτητα σε όλους τους τομείς. Για να σωθεί η Ευρώπη, πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη.
Και οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν φέτος. Η κρισιμότητα αυτής της χρονιάς για το μέλλον της Ευρώπης είχε επισημανθεί πριν ακόμη ξεκινήσει. Κατά σύμπτωση, οι δύο χώρες που θα αποτελούσαν τη μεγαλύτερη απειλή ήταν οι ίδιες που το 2005 ψήφισαν με διαφορά λίγων ημερών Οχι στο ευρωπαϊκό Σύνταγμα: η Ολλανδία και η Γαλλία. Στην πρώτη, το κακό αποφεύχθηκε. Το εθνικολαϊκιστικό κίνημα του Χερτ Βίλντερς αύξησε τη δύναμή του στις εκλογές της περασμένης Τετάρτης, όχι τόσο όμως ώστε να μπορεί να απειλήσει τη σταθερότητα ή τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Εστω και με δυσκολία, έστω και με συμβιβασμούς (μα αυτή δεν είναι η ουσία της Ευρώπης;), ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε θα συγκροτήσει την επόμενη πολυκομματική, πολύχρωμη, φιλευρωπαϊκή κυβέρνηση.
Επιβεβαιώθηκε έτσι ένας κανόνας που μάλλον έχει υποτιμηθεί: αν μελετήσει κανείς τα αποτελέσματα των 165 βουλευτικών εκλογών που έχουν διενεργηθεί στις χώρες-μέλη της ΕΕ από την ένταξή τους μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσει ότι από όλες τις αναμετρήσεις έχουν προκύψει φιλευρωπαϊκές πλειοψηφίες. Το ίδιο ισχύει και για τα περισσότερα από τα 54 δημοψηφίσματα που έχουν γίνει από το 1972 με θέμα την Ευρώπη: μόνο τα 12 είχαν αρνητικό αποτέλεσμα.
Η δεύτερη χώρα όπου κρίνεται το μέλλον της Ευρώπης, η Γαλλία, θα δοκιμαστεί σε ένα μήνα. Ολες οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν ότι η Μαρίν Λεπέν θα περάσει στον δεύτερο γύρο, αλλά εκεί θα ηττηθεί. Παρ’ όλα αυτά, η ανησυχία είναι έκδηλη. Ποτέ η γαλλική Ακροδεξιά δεν είχε πλησιάσει τόσο πολύ στην εξουσία, παρατηρεί στο τελευταίο του τεύχος το περιοδικό «L’Obs», που προβάλλει στο εξώφυλλό του το «μαύρο σενάριο» και τις εκατό πρώτες ημέρες μιας ενδεχόμενης κυβέρνησης Λεπέν. Και όλοι πιστεύουν ότι αν ποτέ αυτό το σενάριο επαληθευόταν, θα ερχόταν και το τέλος της Ενωσης.
Τα αναχώματα είναι πολλά. Οι Γάλλοι και οι Ολλανδοί έχουν μεγαλύτερη πολιτική ωριμότητα και περισσότερες δημοκρατικές ευαισθησίες από τους Αμερικανούς, που εξέλεξαν τον Τραμπ. Το σοκ από το αποτέλεσμα εκείνο, άλλωστε, τα όσα ακολούθησαν, αλλά και ο χαώδης τρόπος με τον οποίο η βρετανική κυβέρνηση διαχειρίζεται το Brexit, φαίνεται ότι οδηγούν τους ευρωπαίους ψηφοφόρους να αναθεωρήσουν τη διάθεσή τους να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο, κάτι «αιρετικό».
Αλλά δεν φτάνει αυτό. Κρατώντας αμυντική στάση, αναδεικνύοντας μαύρα σενάρια και καλώντας τους πολίτες να αναλογιστούν «τι θα συνέβαινε αν», η Ευρώπη δεν μπορεί να εμπνεύσει, δεν μπορεί να πείσει, δεν μπορεί να απογειώσει. Πρέπει λοιπόν να περάσει στην επίθεση. Πρέπει να βρει πρώτα απ’ όλα έναν τρόπο να αντικρούσει τα ψέματα και τις τακτικές του φόβου που χρησιμοποιούν οι λαϊκιστές για να προσελκύσουν τους δυσαρεστημένους πολίτες. Το 2005, οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις στη Γαλλία ισχυρίστηκαν ότι η επικύρωση της συνταγματικής συνθήκης θα οδηγούσε σε απαγόρευση των αμβλώσεων και σε στρατιωτική επέμβαση της χώρας στο Ιράκ. Το 2004, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ αναγκάστηκε να ζητήσει από τον τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον να σταματήσει να παρουσιάζει τους Ανατολικοευρωπαίους ως εγκληματίες. Στην προεκλογική εκστρατεία για το Brexit o Μπόρις Τζόνσον ισχυρίστηκε ότι η έξοδος της χώρας από την ΕΕ θα απέφερε στο Εθνικό Σύστημα Υγείας 350 εκατ. επιπλέον λίρες την εβδομάδα.
Η Ευρώπη πρέπει να βρει όμως κι ένα αφήγημα. Το αφήγημα αυτό δεν μπορεί να είναι μόνο οικονομικό: ο λαϊκισμός ευδοκιμεί και σε χώρες με ισχυρή οικονομία και χαμηλή ανεργία όπως η Ολλανδία, η Αυστρία ή οι σκανδιναβικές χώρες. Δεν μπορεί καν να είναι μόνο πολιτικό: η συντονισμένη εκστρατεία του Τραμπ και του Πούτιν εναντίον της ενωμένης Ευρώπης είναι πλέον τόσο προκλητική, ώστε μόνο τους αφελείς μπορεί να παραπλανήσει. Το αφήγημα πρέπει να είναι πρωτίστως πολιτισμικό, καθώς μεγάλο μέρος των Ευρωπαίων ανησυχεί όχι μόνο για το βιοτικό του επίπεδο αλλά και για τον τρόπο ζωής του, που απειλείται από την παγκοσμιοποίηση και τη μετανάστευση.
Οταν οι υπεύθυνοι για την οργάνωση της τελετής του 1957 στη Ρώμη συνειδητοποίησαν ότι δεν είχαν χρόνο να γράψουν τη συνθήκη από την αρχή, κατέφυγαν στη μόνη λύση που τους είχε απομείνει: ζήτησαν από τους ηγέτες να υπογράψουν μια λευκή κόλλα χαρτί στην οποία θα αναγράφονταν μόνο τα ονόματά τους. Η εχεμύθειά τους ήταν δεδομένη. Οχι όμως και των δημοσιογράφων. Κι έτσι το «έγγραφο» με τις υπογραφές κλειδώθηκε σε ένα άλλο δωμάτιο.
Είναι κι αυτός ένας τρόπος να φανταστεί κανείς τα επόμενα 60 χρόνια της Ευρώπης. Οι ηγέτες δεν είναι πια έξι αλλά είκοσι επτά. Οσοι από αυτούς το επιθυμούν, διακηρύσσουν τη βούλησή τους να συνεργαστούν στενά καθώς γνωρίζουν ότι ο κατακερματισμός είναι καταστροφικός. Παίρνουν πρωτοβουλίες, ανοίγουν δρόμους, αντιμετωπίζουν με αποφασιστικότητα τους εχθρούς της δημοκρατίας. Δεν ισχυρίζονται όμως ότι γνωρίζουν τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα. Συμπληρώνουν το «χαρτί» μαζί με τους πολίτες έχοντας πάντα στο μυαλό τους τη φράση που ξεστόμισε ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν στις 9 Μαΐου 1950: «Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί ξαφνικά, ούτε με ένα συνολικό οικοδόμημα. Η Ευρώπη θα οικοδομηθεί με συγκεκριμένα επιτεύγματα, δημιουργώντας πρώτα απ’ όλα μια έμπρακτη αλληλεγγύη».