Μαντάτα από τις Βρυξέλλες και το Eurogroup περιμένει σήμερα η κυβέρνηση, έχοντας αποδεχθεί ωστόσο ότι έχει χαθεί οριστικά και αυτό το ορόσημο για συμφωνία. Αυτό που πρακτικά αναμένει το Μαξίμου είναι ένα σήμα προόδου, περισσότερο για να ανατάξει την ψυχολογία στο εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και του κόμματος, καθώς το διαφαινόμενο περιεχόμενο της συμφωνίας και τα σκληρά μέτρα που προμηνύονται έχουν μετατρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ σε καζάνι που βράζει.
Αυτός είναι και ο λόγος που το κυβερνητικό στρατόπεδο, στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, επιλέγει την τακτική του αντιπερισπασμού. Πέραν της κλιμάκωσης της επίθεσης στη ΝΔ, στο προσκήνιο επιστρέφει η σκανδαλολογία, αφού την πρόταση σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής για την υγεία και της Προανακριτικής για τα εξοπλιστικά θα ακολουθήσουν αντίστοιχες προτάσεις για υποθέσεις από τα συρτάρια του Μαξίμου.
ΑΠΡΙΛΙΟ ΚΑΙ ΒΛΕΠΟΥΜΕ… Η ελληνική πλευρά –όπως είχε πει και στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος –παίζει τα ρέστα της στην πολιτική διαπραγμάτευση, ελπίζοντας ότι οι Ευρωπαίοι μπορούν να βάλουν φρένο στις παράλογες, όπως τις θεωρούν, απαιτήσεις του ΔΝΤ, ιδίως στα εργασιακά. Δεν είναι τυχαίο πως και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος επανέφερε σε συνέντευξή του («Ημερησία») τις αιτιάσεις κατά του Ταμείου, επιρρίπτοντας αποκλειστικά στην πλευρά του την ευθύνη για την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Το χρονοδιάγραμμα για το Μαξίμου μετατίθεται έτσι στον Απρίλιο, ωστόσο πολλοί αστάθμητοι παράγοντες παραμονεύουν και εμποδίζουν την προοπτική για συμφωνία έστω τον επόμενο μήνα. Τα στοιχεία της Eurostat για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, η απόφαση του ΔΝΤ για το πρόγραμμα και οι γαλλικές εκλογές περιπλέκουν την κατάσταση.

ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ. Σ’ αυτό το σκηνικό, το Μαξίμου ξορκίζει με κάθε τρόπο τα σενάρια εκλογών ή ψήφισης των μέτρων από αυξημένη πλειοψηφία, ενώ προσώρας δεν φαίνεται να συζητά ούτε το ενδεχόμενο σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα οι περισσότεροι εμφανίζονται αποφασισμένοι να προχωρήσουν «όσο πάει», ακόμη και αν νιώθουν στο πετσί τους ότι η συμφωνία είναι δυσβάστακτη. Αυτό είπαν και στον Τσακαλώτο στην κλειστή σύσκεψη της περασμένης εβδομάδας, με τους πιο ενθουσιώδεις να χρησιμοποιούν το επιχείρημα πως «η κοινωνία είναι μεν δυσαρεστημένη, αλλά είναι μαζί μας».
Αν και τη λέξη «εκλογές» δεν έχουν αρθρώσει δημοσίως ώς τώρα στελέχη της κυβέρνησης ή του ΣΥΡΙΖΑ, δεν παύει να υπάρχει ως σκέψη στο πίσω μέρος του μυαλού τους, εάν οι σχέσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές φτάσουν στο απροχώρητο. Η πλειονότητα αναμένει το τελικό περιεχόμενο της συμφωνίας, το οποίο θα κληθεί να εγκρίνει ή να απορρίψει η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ πριν αυτό φτάσει στη Βουλή. Βούληση του Πρωθυπουργού ασφαλώς είναι να εγκριθεί, έστω και με κραδασμούς, ώστε να δεσμεύσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Αν όμως συμβεί το αντίθετο, οι ραγδαίες εξελίξεις είναι αναπόφευκτες.
Η ΔΗΜΟΣΚΟΠΙΚΗ ΦΘΟΡΑ του κυβερνητικού στρατοπέδου, άλλωστε, λειτουργεί επιβαρυντικά και επαναφέρει τους φόβους «πασοκοποίησης» του ΣΥΡΙΖΑ, με την έννοια ότι ψήφιση της συμφωνίας μπορεί να οδηγήσει σε αποσύνθεση την κυβερνώσα παράταξη. Η απάντηση του Μαξίμου, ωστόσο, είναι πως η φθορά είναι παροδική και ότι τα αντίμετρα που θα συμφωνηθούν με τους θεσμούς, σε συνδυασμό με το θετικό αφήγημα της κυβέρνησης και την επιστροφή στην ανάκαμψη –εφόσον επιτευχθεί η ένταξη των ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ -, μπορούν να αντιστρέψουν την εικόνα.

Αυτό αποτελεί και την απάντηση του Πρωθυπουργού και των συνεργατών του σε όσους απεργάζονται σενάρια εκλογών, χωρίς να παραγνωρίζουν ότι οι κάλπες θα ήταν κάποια λύση στην περίπτωση που η κυβέρνηση προσκρούσει σε τοίχο με τους δανειστές και ο χρόνος παρέλθει άπρακτος έως το δύσκολο καλοκαίρι, με άδεια ταμεία. Αλλως ειπείν, μπορεί ο Τσίπρας να μην εξετάζει αυτή τη στιγμή σενάρια «ηρωικής εξόδου», αλλά η πορεία της κυβέρνησης αυτής μπορεί να έχει «ξαφνικό θάνατο».

Η αποκρυστάλλωση του περιεχομένου της συμφωνίας θα είναι αυτή που θα ορίσει και θα επιταχύνει τις εξελίξεις, με δεδομένο ότι κάθε βουλευτής θα μπορέσει τότε να πάρει τις αποφάσεις του για το τι θα πράξει. Η προτροπή του Μαξίμου «όποιος δεν θέλει να ψηφίσει, μπορεί να παραδώσει την έδρα του» ισχύει κανονικά και αναμένεται να ακουστεί όλο και πιο δυνατά το επόμενο διάστημα.