Μία πρωτεΐνη που υπάρχει στο δηλητήριο ενός είδους θανατηφόρου αράχνης,μπορεί να προστατεύει τον εγκέφαλο από τις βλάβες που υφίσταται έπειτα από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, αναφέρουν επιστήμονες από την Αυστραλία.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κουήνσλαντ και το Πανεπιστήμιο Monash ταξίδεψαν στη νήσο Φρέιζερ για να κυνηγήσουν και να αιχμαλωτίσουν τρεις αράχνες του γένους Atracinae.
Οι αράχνες αυτές, που είναι γνωστές και ως Australian funnel web spiders και, όπως υποδηλώνει η ονομασία τους ζουν μόνο στην Αυστραλία, θεωρούνται οι πιο επικίνδυνες στον κόσμο, αφού τα τελευταία 100 χρόνια έχει σχετισθεί με 13 θανάτους ανθρώπων (επτά ήταν παιδιά).
Οι επιστήμονες των δύο πανεπιστημίων μετέφεραν τις αράχνες που αιχμαλώτισαν στο εργαστήριό τους, όπου αφαίρεσαν το δηλητήριό τους για να απομονώσουν την πρωτεΐνη. Στη συνέχεια, δημιούργησαν μια τεχνητή μορφή της στο εργαστήριο, την οποία ονόμασαν Hi1a.
Όπως γράφουν στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences,όταν έκαναν έγχυση της πρωτεΐνης σε ομάδα αρουραίων, διαπίστωσαν ότι μπλόκαρε ορισμένους διαύλους ιόντων νατρίου που λέγονται ASIC1a και υπάρχουν στα κύτταρα του εγκεφάλου.
Οι δίαυλοι αυτοί αντιδρούν έντονα στις βιοχημικές αλλαγές που προκαλούνται όταν διακοπεί η παροχή οξυγόνου στον εγκέφαλο (δηλαδή όταν υπάρξει ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο), με συνέπεια να αναπτύσσονται σοβαρές βλάβες στα κύτταρά του.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μία και μόνο έγχυση μικρής ποσότητας της πρωτεΐνης Hi1a παρείχε σημαντική προστασία στα ζώα όταν χορηγήθηκε μέσα σε δύο ώρες από το εγκεφαλικό, καθώς μείωσε κατά 80% την έκταση των εγκεφαλικών βλαβών που ανέπτυξαν.
Επιπλέον, η δράση της συνεχίστηκε για οκτώ ώρες, με αποτέλεσμα να μειωθούν συνολικά οι βλάβες του εγκεφαλικού κατά 65%, σε σύγκριση με αρουραίους στους οποίους δεν έγινε έγχυση της πρωτεΐνης.
«Πιστεύουμε ότι για πρώτη φορά έχουμε στα χέρια μας κάτι που μπορεί να περιορίσει τις βλάβες του εγκεφαλικού», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Γκλεν Φ. Κινγκ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιοεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Κουήνσλαντ.
«Τα ζώα στα οποία έγινε έγχυση της πρωτεΐνης ανάρρωσαν πολύ καλύτερα, ανακτώντας σχεδόν φυσιολογική νευρολογική και κινητική λειτουργικότητα».
Ο δρ Κινγκ πρόσθεσε πως ελπίζει να αρχίσουν μελέτες σε ανθρώπους μέσα στα δύο επόμενα χρόνια, αλλά πρέπει να προηγηθούν περαιτέρω μελέτες σε ζώα ώστε να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, ποια είναι η πιο αποδοτική οδός χορήγησης της πρωτεΐνης (στην παρούσα μελέτη, η έγχυση έγινε απ’ ευθείας στον εγκέφαλο των ζώων).