Aθήνα, Mάρτιος 2017 – Η Bayer αντιλαμβανόμενη τη χρησιμότητα των μελισσών ως επικονιαστές για την παραγωγή τροφίμων, εδώ και περισσότερο από 25 χρόνια, δραστηριοποιείται ενεργά στην ανεύρεση λύσεων για τη βελτίωση της υγείας των μελισσών. Ως μία εταιρεία που ειδικεύεται τόσο στον κτηνιατρικό τομέα όσο και στον τομέα της φυτοπροστασίας, έχει δημιουργήσει το ολοκληρωμένο πρόγραμμα «BeeCare», το οποίο συνδυάζει και εκμεταλλεύεται την τεχνογνωσία και την εμπειρία της εταιρείας και στους δύο τομείς. Τα σημαντικά επιστημονικά ευρήματα του προγράμματος παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Στην παρουσίαση συμμετείχαν οι κ.κ. Dr. Christian Maus, Global Lead Scientist Bayer Crop Science, Απόστολος Κλοντζάρης, Country Head Bayer Crop Science, Eλλάδος & Κύπρου, Γρηγόρης Μπίτζας, διευθυντής Κτηνιατρικού Τμήματος Bayer Hellas, Κατερίνα Αχείμαστου, διευθύντρια Αγρονομικής Ανάπτυξης και Εγκρίσεων Βayer Crop Science.
Στην παρουσίασή του ο Dr. Christian Maus, Global Lead Scientist Bayer Crop Science, αναφέρθηκε στις κύριες αιτίες για τη θνησιμότητα των μελισσών όπως καταγράφηκαν από τους μελισσοκόμους της ΕΕ και τα εργαστήρια αναφοράς στα κράτη μέλη για την υγεία των μελισσών. Συγκεκριμένα, όπως υπογράμμισε κυριότερη αιτία αποτελούν οι προσβολές από εχθρούς και ασθένειες, με βασικότερη την προσβολή από το παράσιτοβαρρόα, ενώ οι δηλητηριάσεις καταλαμβάνουν μία από τις τελευταίες θέσεις στη σχετική λίστα. Οι επιστήμονες και οι αρμόδιες Αρχές συμφωνούν ότι η υγεία των μελισσών είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η υγεία των μελισσών μπορεί επίσης να επηρεαστεί από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των εντόμων και των παρασίτων, των μικροβιακών ασθενειών, της ανεπαρκούς διατροφής, και ακατάλληλων πρακτικών διαχείρισης των μελισσών και της κλιματικής αλλαγής. Επίσης, παρόλες τις συνεχείς αναφορές για ουσιώδεις απώλειες μελισσών σε κάποιες περιοχές, ο συνολικός αριθμός των αποικιών των μελισσών παγκοσμίως έχει αυξηθεί περίπου κατά 45% τα τελευταία 50 χρόνια αντί να μειωθεί.
Η Bayer αντιμετωπίζει ως προτεραιότητα την υγεία των μελισσών και έχει αναπτύξει σημαντικό ερευνητικό έργο μέσα από τα κέντρα BeeCare σε Ευρώπη και Αμερική. Πέραν αυτού, διενεργεί σε βάθος έρευνα για τα χαρακτηριστικά των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και των καλλιεργειών με βιοτεχνολογία από τα πρώιμα στάδια ανάπτυξής τους για να διασφαλίσει ότι δεν επηρεάζουν αρνητικά τα είδη που δεν αποτελούν στόχο όπως οι μέλισσες, όταν βέβαια τα προϊόντα της εταιρίας εφαρμόζονται σύμφωνα με τις συγκεκριμένες οδηγίες ετικέτας. Τα προϊόντα με βάση τα νεονικοτινοειδή έχουν αντικαταστήσει πολλά παλαιότερα φυτοπροστατευτικά προϊόντα εξαιτίας της αποτελεσματικότητάς τους στη διαχείριση επιβλαβών εντόμων, της άριστης ασφάλειας του χρήστη και του σχετικά ευνοϊκού περιβαλλοντολογικού προφίλ, που σημαίνει σημαντική μείωση της ποσότητας δραστικών ουσιών στο περιβάλλον.
Όπως υπογράμμισε ο Dr. Christian Maus: «Τα νεονικοτινοειδή είναι ίσως η πιο εντατικά διερευνημένη ομάδα εντομοκτόνων σχετικά με τις επιδράσεις τους στις μέλισσες και μετά από 20 χρόνια εντατικής έρευνας, κανείς δεν μπόρεσε να αποδείξει δυσμενείς επιπτώσεις στο επίπεδο αποικιών κάτω από ένα ρεαλιστικό σενάριο έκθεσης στον αγρό. Οι περισσότερες μελέτες έχουν υλοποιηθεί με έκθεση σε συνθήκες εργαστηρίου, αναγκαστική σίτιση με το υπό εξέταση προϊόν, έκθεση χωρίς δυνατότητα επιλογής ή με μεθόδους που οδηγούν σε έκθεση σε υπερβολικές συγκεντρώσεις».
Ο κ. Απόστολος Κλοντζάρης, Country Head Bayer Crop Science, Eλλάδος & Κύπρου, αναφέρθηκε στη σύνδεση της υγείας των μελισσών με τη βιώσιμη γεωργία: «Πολλές καλλιέργειες εξαρτώνται από την επικονίαση, επομένως οι μέλισσες και η γεωργία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και η επικονίαση πρέπει να διατηρείται με ένα βιώσιμο τρόπο. Οι λύσεις της Βayer εξασφαλίζουν, ταυτόχρονα, την προστασία της υγείας των μελισσών και την προστασία των καλλιεργειών. Το μέλλον της γεωργίας στην Ελλάδα και παγκοσμίως βασίζεται αποκλειστικά στη βιώσιμη ανάπτυξη. Απαιτούνται καινοτόμες λύσεις διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών σε συνδυασμό με άρτια τεχνική υποστήριξη του παραγωγού για να χτίσουμε το μέλλον της γεωργίας».