Οι μόνες ίσως θετικές πολιτικές στιγμές στα επτά χρόνια της κρίσης ήσαν οι ψηφοφορίες στη Βουλή το τραγικό καλοκαίρι του 2015, όταν όλα τα κόμματα, πλην γνωστών Λακεδαιμονίων, ψήφισαν όσα απαιτούσαν οι εταίροι μας προκειμένου να παραμείνουμε στην ευρωζώνη.
Βεβαίως, αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει από το 2010, δηλαδή να είχε υπερψηφιστεί το πρώτο Μνημόνιο τουλάχιστον από τη Νέα Δημοκρατία. Στην Ιρλανδία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Κύπρο έτσι έγινε: τα βασικά κόμματα εξουσίας αποδέχθηκαν τις απαιτήσεις της ΕΕ προκειμένου να σωθούν οι χώρες τους.
ο πρώτος που κήρυξε αντιμνημονιακό αγώνα –γύριζε στα Ζάππεια και υποσχόταν προγράμματα ανάπτυξης, όπως έκανε στη συνέχεια και ο Αλέξης Τσίπρας. Ποιος από τους δύο είχε μεγαλύτερες αυταπάτες ή ποιος εξαπατούσε περισσότερο τους ψηφοφόρους, είναι μάλλον δευτερεύουσας σημασίας. Η ουσία είναι ότι και οι δύο ανέτρεψαν τους προηγούμενους πρωθυπουργούς για να γίνουν οι ίδιοι, αδιαφορώντας για το κόστος που είχαν οι αυταπάτες και τα ψεύδη τους για τη χώρα.
Αλλά τώρα έχει αλλάξει η κατάσταση: από τη ΝΔ μάς πληροφορούν πως ναι μεν θα καταψηφίσουν ό,τι και αν φέρει η κυβέρνηση ως συμφωνία με τους θεσμούς, όμως έχουν γίνει πλέον καλύτεροι από τη ΝΔ του Σαμαρά, θα εφαρμόσουν ό,τι συμφωνηθεί, αν έρθουν στην εξουσία. Διότι είναι σοβαρό κόμμα η ΝΔ, σέβεται τη «συνέχεια του κράτους».
Και αν κάποιοι βουλευτές από τον ΣΥΡΙΖΑ ή τους ΑΝΕΛ αρνηθούν να υποστηρίξουν τη συμφωνία και δεν μπορεί να εγκριθεί από τη Βουλή, τι θα κάνει η Νέα Δημοκρατία; Με βάση όσα λέει, θα καταψηφίσει και αυτή για να γίνουν εκλογές, να απαλλαγούμε από τον ΣΥΡΙΖΑ –με ποιο προεκλογικό πρόγραμμα από την πλευρά της; Μήπως «αφού το κράτος δεν έχει δεσμευθεί, τα ακυρώνουμε όλα και θα κάνουμε καλύτερη διαπραγμάτευση»; Ή μήπως «θα εφαρμόσουμε τα καταστροφικά μέτρα που καταψηφίσαμε γιατί πρέπει να μείνουμε στην ευρωζώνη»;
η καθυστέρηση της συμφωνίας, όπως σωστά καταγγέλλει η ΝΔ;
Δυστυχώς, ούτε αντιφάσεις ούτε κίνδυνοι ούτε γελοιότητες μπορούν να κατασιγάσουν τον πόθο της αξιωματικής αντιπολίτευσης για εξουσία. Γιατί η ΝΔ, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν και παραμένει και αυτή «κόμμα για τον εαυτό της».