Παγκοσμίως, όταν γίνονται κλοπές έργων τέχνης από μουσείο, το ερώτημα είναι: πώς μπήκαν οι διαρρήκτες; Κι η απάντηση είναι: κάποιοι δεν έκλεισαν καλά την πόρτα.
9 Ιανουαρίου 2012. Πέντε χρόνια πριν. Αγνωστοι εισβάλλουν στο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης κι αρπάζουν τρία έργα. Ενα του Ιταλού Γουλιέλμο Κάτσια, μια ελαιογραφία του Ολλανδού Μοντριάν. Και το μεγάλο πετράδι του στέμματος: το «Κεφάλι Γυναίκας» του ισπανού ζωγράφου Pablo Picasso που φιλοτεχνήθηκε το έτος 1939.
Το έργο αυτό δεν έχει μόνο εικαστική, αλλά και ιστορική βαρύτητα. Το 1949 ο Πάμπλο Πικάσο το δώρισε στον ελληνικό λαό –δηλαδή σε όλους μας για όποιον δεν κατάλαβε –ως τιμητική προσφορά για την αντίσταση των Ελλήνων στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Ενας εθνικός θησαυρός του τόπου μας εκλάπη ύστερα από 63 ολόκληρα χρόνια. Ακολουθεί χαμός, κλαυθμός, οδυρμός, έρευνες, ανακοινώσεις –μέχρι εκεί. Νεράκι ήταν και κύλησε και παρέσυρε μαζί του το χρυσόψαρο με την ανύπαρκτη μνήμη.
11 Μαΐου 2014. Είκοσι εννέα μήνες μετά την κλοπή. Στα ψιλά των εφημερίδων καταχωνιασμένο το follow up που αναζητούμε. Αφαντος ο Πικάσο κι άπαντες έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά. Ολες οι προσπάθειες ΕΛ.ΑΣ. και ΕΥΠ για να βρουν και πίνακα και δράστες, πέφτουν στο κενό. Το χρυσόψαρο κολυμπάει βαθιά στα νερά της λησμονιάς.
26 Οκτωβρίου 2015. Σαράντα έξι μήνες μετά. Η είδηση περνάει πλέον όχι στα ψιλά της εφημερίδας, αλλά μεσοτοιχία με τα φαρμακεία μη σου πω. Να, εδώ παιδιά ησυχία, όπως τα ξέρατε. Οι αρμόδιοι εικάζουν, λέει το φοβερά πρωτότυπο: το «Κεφάλι Γυναίκας» έχει καταλήξει σε κάποια ιδιωτική συλλογή. Που δεν είχε πάει και το μυαλό μας καθόλου δηλαδή. Λέγαμε να δεις που αυτό τώρα έχει γίνει καυσόξυλα για το τζάκι #εκείμαςκαταντήσανεοιαλήτες.
Αυτή ήταν και η τελευταία είδηση που βρήκα για την υπόθεση. Μια υπόθεση που χαρακτηρίστηκε ως «η μεγάλη κλοπή του αιώνα» στην Ελλάδα. Εκτοτε άκρα του τάφου επικρατεί. Κανείς δεν μιλάει, κανείς δεν ασχολείται, κανείς δεν αγχώνεται, κανείς δεν προβληματίζεται, κανείς δεν παραιτείται, κανείς δεν αναλαμβάνει ευθύνες.
Κυρίως αυτό. Κυρίως το τελευταίο: κανείς δεν αναλαμβάνει ευθύνες. Που είναι τεράστιες όλως τυχαίως. Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε να συμβεί κάτι τόσο σοβαρό και να μην έχει παραιτηθεί το σύμπαν. Το σύμπαν όμως. Κανονικά. Μιλάμε για το αδιανόητο, το ανήκουστο, το πρωτοφανές. Στην «υπόλοιπη» ανθρωπότητα θα καταγραφόταν ως στίγμα ανεξίτηλο. Εδώ σε μας ήταν απλώς Τετάρτη. Ή Πέμπτη.
Γιατί το λέμε αυτό –5 ολόκληρα χρόνια μετά. Διότι η Πινακοθήκη ήταν είναι και εξακολουθεί να είναι Εθνική. Πάμε πάλι με μπρίο και με κεφαλαία: ΕΘΝΙΚΗ. Δεν είναι η ιδιωτική συλλογή ενός φιλότεχνου κροίσου που στην τελική αυτός βάζει τα φράγκα κι αυτός τα χάνει. Το επίθετο «εθνικός -η -ο» οριοθετεί το αυτονόητο: δεν είναι προίκα κανενός κι ανήκει σε όλους μας. Εθνικό Θέατρο. Εθνικός Κήπος. Εθνικό Σύστημα Υγείας (λέμε τώρα). Εθνική Λυρική Σκηνή. Εθνική Ελλάδας γεια σου. Με έμφαση στο «γεια σου».
Εθνική Πινακοθήκη λοιπόν. Εκεί όπου κλέβουν την εθνική μας περιουσία και δεν ανοίγει μύτη. Εκεί όπου η ζωή τραβάει είτε την ανηφόρα είτε την κατηφόρα. Ώς τον πάτο.
Διερωτώμαι αν έστω και τώρα, έστω και πέντε ολόκληρα χρόνια μετά, η Διευθύντρια της Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα κι η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου θα δείξουν κάποιο ενδιαφέρον. Γιατί αυτό το «κάποιο ενδιαφέρον» δεν είναι επιλογή τους. Είναι χρέος τους.
Εθνικό.