Αστοχη, απρεπής, άκαιρη, άδικη, διχαστική και μη αρμόζουσα σε πολιτικό λόγο η δήλωση του Γερούν Ντεϊσελμπλούμ για τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια που ‘χουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια, μόνο του Νότου όμως. Από την άλλη, δικαιολογημένη η έντονη αντίδραση που προκάλεσε η δήλωσή του στο Ευρωκοινοβούλιο με αποτέλεσμα να προσπαθεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Μέχρι εδώ καλά. Μετά τα ολλανδικά φάλτσα όμως άρχισαν τα ελληνικά παρατράγουδα.
Δεν ξέρω αν χθες, στις άλλες χώρες του Νότου, το μείζον θέμα στις δημόσιες συζητήσεις σε μέσα μαζικής ενημέρωσης και σόσιαλ μίντια ήταν οι δηλώσεις του Γερούν. Εδώ πάντως ήταν. Και δικαιολογημένα να θιγούν όσοι –και είναι οι περισσότεροι –δεν τα έφαγαν όπως περιέγραψε ο Ντεϊσελμπλούμ. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι. Αυτοί που εξανέστησαν ποστάροντας… Τερλέγκα. Και αντιπροσωπεύουν έναν ανθρωπότυπο που διαμορφώθηκε στα χρόνια του Μνημονίου, ένα άλλο είδος αγανακτισμένων που καμώνονται τον Οσκαρ Ουάιλντ χωρίς να έχουν ακόμη αφομοιώσει τον Δαλιανίδη. Αντιδραστικοί τιμητές μιας κουλτούρας που πλασάρουν τάχα ως αντισυστημική, με όχημα όμως το απόλυτα συστημικό καλτ. Που νομίζουν ότι βγάζουν γλώσσα στο κατεστημένο επειδή θεοποιούν τα σκυλάδικα ή έχουν περάσει νύχτα έξω από τα μπαρ της οδού Φυλής. Και που εκστασιάζονται πάνω από το (στη φαντασία τους) βάθος του περιθωρίου χωρίς να υποπτεύονται ότι πατώνεις στο μισό μέτρο. Είναι αυτοί που δεν επιτρέπουν στον Ολλανδό να μιλάει όχι γιατί είναι απρεπής αλλά γιατί τον θεωρούν ξενέρωτο. Για λύπηση είναι. Οπως όλοι που, προσπαθώντας να ξεβρακώσουν τον «εχθρό» τους, αποκαλύπτουν τη δική τους γύμνια.