Το Βερολίνο δεν θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα δημοσιονομικά απείθαρχα κράτη όπως η Ελλάδα, σε περίπτωση επικράτησης των σοσιαλδημοκρατών στις εκλογές του Σεπτεμβρίου στη Γερμανία.
Αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, κατέστησε σαφές κατά τις επαφές του στην Αθήνα ο αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο οποίος πριν από λίγες ημέρες ολοκλήρωσε την οκταετή θητεία του στο τιμόνι του SPD, δίνοντας τα ηνία του ιστορικού Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στον Μάρτιν Σουλτς.
Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, στην πρώτη επίσκεψή του στην Ελλάδα ως επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας, διέψευσε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τις ψευδαισθήσεις όσων διακινούν ήδη το νέο τους αφήγημα που περιλαμβάνει νέες συμμαχίες με τους ισχυρούς της ευρωζώνης και «ευνοϊκότερη μεταχείριση» προσεχώς, έχοντας το βλέμμα στις γερμανικές κάλπες.
Επιβεβαιώνοντας την πάγια τακτική των Γερμανών να μιλούν έξω από τα δόντια, ιδίως όταν οι πόρτες γύρω τους είναι κλειστές, ο επικεφαλής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και κυβερνητικός εταίρος της Ανγκελα Μέρκελ ήταν σαφής: «Πέρα και πάνω από ιδεολογίες και πολιτικές η εθνική μας γραμμή δεν πρόκειται να αλλάξει παρά τις επιμέρους διαφορές μας, μικρές ή μεγάλες». Οπως φέρεται να είπε ο γερμανός ΥΠΕΞ στους συνομιλητές του, η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει να χαράσσει την εθνική στρατηγική της βασιζόμενη στο πώς λειτουργούν τα υπόλοιπα κράτη απέναντί της. Συμπλήρωσε με νόημα δε ότι κανείς δεν πρόκειται να βοηθήσει μια χώρα που δεν θέλει να σωθεί, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές.
Ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας έτεινε ευήκοα ώτα στις συνομιλίες που είχε δημοσίως, αλλά και παρασκηνιακά, έδειξε όμως να μη συμμερίζεται την επιθυμία της κυβέρνησης να απαλλαγεί σύντομα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Παρότι πιο κομψός στις διατυπώσεις του και πιο χαλαρός στις αντιδράσεις του, στις απόψεις του συντάχθηκε πλήρως με τον γερμανό υπουργό Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Με αποδέκτες πρωτίστως στο Μαξίμου, έκανε δηλαδή ξεκάθαρο ότι το Βερολίνο δεν βάζει στις άμεσες προτεραιότητές του την αναβάθμιση του ESM, ούτε σκοπεύει να αναλωθεί σε συζητήσεις για «πολιτική διαπραγμάτευση» και «έντιμους συμβιβασμούς». Η άποψη Σόιμπλε –«ή θα πορευτείτε με το Ταμείο ή διαφορετικά θα πρέπει να δεσμευτείτε σε νέο Μνημόνιο με όρους πολύ πιο σκληρούς» –συγκλίνει προς τη θέση που εκφράζει και η γερμανική διπλωματία. Στις διαδοχικές επαφές του στην Αθήνα, πάντως, ο Γκάμπριελ προσέγγισε το ακροατήριό του χωρίς την ενοχλητική συνήθεια άλλων ευρωπαίων αξιωματούχων να κουνούν το δάχτυλο, όπως πολύ πρόσφατα έκανε ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ με τα όσα δήλωσε για τα πάθη των χωρών του Νότου και τις «επενδύσεις» τους σε γυναίκες και ποτά –δηλώσεις τις οποίες φρόντισε να καυτηριάσει σε κάθε συνάντηση.
Φιλικός και άμεσος, ο γερμανός ΥΠΕΞ έδειξε γνήσιο ενδιαφέρον όχι μόνο για τις απόψεις στελεχών κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, αλλά και παραγόντων από την επιχειρηματική ζωή, οι οποίοι δεν έκρυψαν την απογοήτευσή τους για το περιβάλλον στο οποίο καλούνται να αντεπεξέλθουν. «Αν θέλετε να πάρει και πάλι μπροστά η οικονομία σας, αφήστε την γκρίνια και δημιουργήστε τώρα τις προϋποθέσεις για να επιστρέψουν στην Ελλάδα οι νέοι που μεταναστεύουν για να βρουν δουλειά» φέρεται να προέτρεψε όλους τους συνομιλητές του.
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΗΓΕΣΙΑΣ. Για την πορεία της Ευρώπης, εξάλλου, ακόμη και στις συζητήσεις με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, φέρεται ότι αναγνώρισε ένα «έλλειμμα ηγεσίας», σχολιάζοντας πως το βασικότερο πρόβλημα των ευρωπαίων ηγετών σήμερα είναι ότι είναι πλούσιοι στη θεωρία αλλά εξαιρετικά φτωχοί στην πράξη.
Παρότι στις παρασκηνιακές συνομιλίες του επέλεξε να μιλήσει λιγότερο ως επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας και περισσότερο ως αντικαγκελάριος της Γερμανίας, στο θέμα της Τουρκίας έδειξε ότι η αντιμετώπιση του Ερντογάν είναι πλέον στην ατζέντα της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Κατά την επίσημη συνάντησή του δε με τον έλληνα ομόλογό του, Νίκο Κοτζιά, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, φάνηκε να ασπάζεται την άποψη ότι ο τούρκος πρόεδρος παίζει απλώς το παιχνίδι του να αναζητά εχθρούς και έσπευσε να διαχωρίσει τους Τούρκους από τον ηγέτη τους.