Ωρα 2:40 μ.μ. Βουλή των Λόρδων, Κεντρικό Λονδίνο. Από το παράθυρο ακούγονται κραυγές και πυροβολισμοί. Ο λόρδος Μπόσγουελ, αναπληρωτής πρόεδρος των Επιτροπών της Βουλής των Λόρδων, διακόπτει την παρουσίαση που κάνει σε ξένους ανταποκριτές και κοιτά γύρω του σαστισμένος. «Κανείς δεν ξέρει τι έχει συμβεί. Να συνεχίσουμε;», ρωτάει.

Οι οθόνες στους τοίχους της αίθουσας ενημερώνουν ότι η συνεδρίαση του Σώματος έχει διακοπεί. Μία ώρα νωρίτερα στη Βουλή των Κοινοτήτων, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι, η Τερίζα Μέι απαντούσε στις Ερωτήσεις του Πρωθυπουργού όπως κάθε Τετάρτη. Την ώρα των επιθέσεων η βρετανίδα πρωθυπουργός συμμετείχε σε κοινοβουλευτική ψηφοφορία και φυγαδεύτηκε από τους άνδρες της προσωπικής της ασφάλειας.

Επιστροφή στην αίθουσα. Η ανησυχία είναι έκδηλη στα πρόσωπα των ανταποκριτών και του προσωπικού του κτιρίου.

Δέκα λεπτά αργότερα ένας υπάλληλος της Βουλής, ο οποίος κυριολεκτικά εισβάλλει στην αίθουσα που βρισκόμαστε, μας φέρνει το νέο: «Σημειώθηκαν δύο επιθέσεις, πιθανόν τρομοκρατικά χτυπήματα». Η πρόσβαση στο Ιντερνετ είναι περιορισμένη. Το τηλεφωνικό σήμα χάνεται και επανέρχεται ανά δέκα δευτερόλεπτα. Ο ένας ρωτά τον άλλον αν έχει κάποια παραπάνω πληροφορία. Ολοι απαντάμε αρνητικά. Επειτα από 30 λεπτά αναμονής, φρουροί ασφαλείας μας ενημερώνουν ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε αμέσως την αίθουσα. Μαθαίνω ότι έξω επικρατεί πανικός. Η κυκλοφορία έχει διακοπεί, ο σταθμός του μετρό στο Ουέστμινστερ έχει κλείσει, άνθρωποι τρέχουν να κρυφτούν.

Προχωρώντας στους διαδρόμους του Κοινοβουλίου, βλέπω δεκάδες πάνοπλους αστυνομικούς, άνδρες και γυναίκες των ειδικών δυνάμεων, παρατεταγμένους αριστερά και δεξιά. «Κάντε πιο γρήγορα» φωνάζουν. Λίγα λεπτά αργότερα μας οδηγούν στον χώρο της βιβλιοθήκης. Αναμονή ξανά. Μισή ώρα μετά μας μεταφέρουν στο Ουέστμινστερ Χολ, τη μεγαλύτερη και παλαιότερη αίθουσα των Ανακτόρων του Ουέστμινστερ. Καμία ενημέρωση.

Ρωτάω έναν αστυνομικό ποιος είναι ο λόγος αυτών των μετακινήσεων, αλλά δεν παίρνω απάντηση. Αργότερα μαθαίνω ότι οι Αρχές έψαχναν για συνεργούς των δραστών που πιθανόν να κρύβονταν στους χώρους της Βουλής. Το σχέδιο ήταν απλό: εκκενώνουμε με ασφάλεια έναν χώρο και τον ερευνούμε εξονυχιστικά μέχρι να βεβαιωθούμε ότι είναι καθαρός. Μετά προχωρούμε στον επόμενο. Στο Ουέστμινστερ Χολ συγκεντρώνονται τουλάχιστον 200 άτομα: βουλευτές, προσωπικό της Βουλής, επισκέπτες. Δίπλα μου βλέπω τον υπουργό Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις. Το Brexit είναι το τελευταίο που σκέφτεται. Δεν χάνω ευκαιρία να του μιλήσω. «Είναι τρομερό αυτό που συμβαίνει. Είμαστε σοκαρισμένοι» μου λέει. «Ευτυχώς φαίνεται ότι όλα είναι υπό έλεγχο» του απαντώ. «Μακάρι. Δεν είμαι σίγουρος. Ακόμη ψάχνουν» αποκρίνεται ο υπουργός.

Ενα τέταρτο αργότερα μας καλούν να εγκαταλείψουμε για μια ακόμη φορά τον χώρο. «Είναι μέρος των μέτρων ασφαλείας» μας λένε. Μας συγκεντρώνουν στο Αβαείο του Ουέστμινστερ. Από τα μεγάφωνα ζητούν να μάθουν αν υπάρχει κάποιος που αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας προκειμένου να τον περιθάλψουν. Κάποιοι πανικοβάλλονται. Υπάλληλοι της Βουλής προσπαθούν να τους καθησυχάσουν. Οι υπόλοιποι περιμένουμε καθισμένοι στις καρέκλες του Αβαείου. Πίσω μου κάθεται ένα μέλος της Βουλής των Λόρδων που πρόσκειται στο UKIP. «Ημουν μέσα στη Βουλή την ώρα των επιθέσεων. Φοβηθήκαμε αλλά μείναμε ψύχραιμοι» μου λέει.

«Ο μόνος φόβος μου ήταν μήπως με περάσουν για δράστη και με πυροβολήσουν την ώρα που έτρεχα. Ενιωθα τα βλέμματα των αστυνομικών επάνω μου κι έτρεμα» μου λέει ο Ντάνιελ, υπάλληλος στη Βουλή των Κοινοτήτων.

Ο υπεύθυνος ασφαλείας αναγγέλλει από τα μεγάφωνα ότι σε μία ώρα θα μπορέσουμε να φύγουμε. Μιάμιση ώρα μετά επαναλαμβάνει την ίδια διαβεβαίωση, ζητώντας συγγνώμη που δεν τηρήθηκε η πρώτη. «Για λόγους ασφαλείας» επαναλαμβάνει μονότονα.

Αρκετοί δυσανασχετούν. «Θέλω να πάω σπίτι μου. Δεν μπορώ άλλο εδώ μέσα» λέει η Σάρα, υπάλληλος της Βουλής. «Μην διαμαρτύρεσαι. Είσαι καλύτερα από αυτούς που βρέθηκαν έξω…» τη μαλώνει μια συνάδελφός της. Και όλοι γύρω της συμφωνούν.