Στην αύξηση του ανώτατου ορίου του μηχανισμού Εκτακτης Ενίσχυσης σε Ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες προχώρησε το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ. Η είδηση δεν είναι στενά οικονομική. Και δεν αφορά μόνο τις τράπεζες. Η είδηση είναι πολιτική. Και αντανακλά τη συγκυρία. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει άμεσα να ακούσει ένα ακόμη σήμα κινδύνου.
Η ανολοκλήρωτη δεύτερη αξιολόγηση δεν αποτελεί εξάλλου, τίτλο σε εφημερίδες ή αφορμή για κομματικές αντιπαραθέσεις και ρητορείες. Αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας για την οικονομία, την αγορά, την κοινωνία. Η διαρκής μετάθεσή της – οι κυβερνώντες συνεχώς μεταθέτουν τις ημερομηνίες κλεισίματός της από τον περασμένο Νοέμβριο – μοιάζει με βόμβα στα ήδη σαθρά θεμέλια της οικονομίας.
Οι δείκτες κατανάλωσης, απασχόλησης και παραγωγής είναι όλοι σε ελεύθερη πτώση. Εκατοντάδες νέοι και όχι μόνο αθροίζονται καθημερινά στη μακρά λίστα ανέργων. Η αποβιομηχάνιση βαθαίνει. Η αγοραστική δύναμη του μέσου νοικοκυριού συνεχώς φθίνει. Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα συνθλίβεται από μια ανελέητη φοροεπιδρομή. Και μέσα σε όλα αυτά, τα πρώτα σήματα κινδύνου που μπορεί να βυθίσουν ανεπίστρεπτα την αγορά είναι ήδη εδώ. Ο ELA είναι το πρώτο.
Οσο μένει η αξιολόγηση στον αέρα, σύντομα τα σήματα θα πυκνώνουν. Και είναι πιθανό κάτι πολύ χειρότερο: να φτάσουμε καλοκαίρι με εκκρεμείς δόσεις να κλείνουμε την αξιολόγηση ενώ ο ασθενής που λέγεται «αγορά» να έχει ήδη καταλήξει. Ας καταλάβουν οι κυβερνώντες, που φαίνεται να αυτοκτονούν, πως η πολιτική είναι για να δίνει λύσεις και δεν είναι το προνομιακό πεδίο για μαθητευόμενους μάγους.