Θέατρο του παραλόγου. Θέατρο σκιών. Κακό θέατρο. Τραγωδία, κωμωδία, δράμα. Συχνά η ζωή δανείζεται θεατρικούς όρους, η πολιτική κάνει χρήση αντίστοιχης φρασεολογίας, οι εφημερίδες αντλούν τους τίτλους τους, κι όλα αυτά για να αποτυπωθεί καλύτερα μια τρέχουσα συγκυρία.
Είτε το θέλουμε είτε όχι, το θέατρο και η ζωή ακολουθούν κοινούς δρόμους. Είτε το θέατρο αντιγράφει από τη ζωή είτε το αντίστροφο, αυτή η ζωντανή τέχνη που ζει και πεθαίνει την ώρα που συμβαίνει αποτελεί, ίσως, την επιτομή των τεχνών καθώς τις συνδυάζει όλες.
Σήμερα, όπως κάθε χρόνο στις 27 Μαρτίου, γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου με στόχο να λειτουργήσει ως μια υπενθύμιση. Οχι μόνο για να πάμε στο θέατρο και να παρακολουθήσουμε μια παράσταση. Αλλά και για να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή του στη σύγχρονη κοινωνία και τις επιδράσεις που έχει επιφέρει ο λόγος των μεγάλων συγγραφέων και των έργων τους –οι τραγικοί, ο Σαίξπηρ, ο Τσέχοφ, ο Μπέκετ και πόσοι ακόμα…
Η χώρα μας διαθέτει πολύ και καλό θέατρο, με σημαντικούς δημιουργούς σε όλους τους τομείς όπου απλώνεται η τέχνη αυτή. Μέσα στην κρίση το θέατρο κατάφερε να σταθεί όρθιο και να παραγάγει έργο ξεχωριστό. Ο κόσμος τα τελευταία χρόνια επέστρεψε στις αίθουσες, εκτιμώντας τη συνολική ψυχαγωγία που του παρέχει –σε αυτό έχει συμβάλει και η οικονομική πολιτική που έχουν εφαρμόσει οι σκηνές. Αλλά δεν αρκεί να πηγαίνει καλά το θέατρο. Πρέπει να αμείβονται καλά και εκείνοι που το υπηρετούν. Είτε δουλεύουν σε κρατικές σκηνές είτε στο ελεύθερο θεάτρο.
Η καλοδεχούμενη απόφαση της υπουργού Πολιτισμού Λυδίας Κονιόρδου να επαναφέρει τον θεσμό των επιχορηγήσεων είναι η αφετηρία. Πράγματι, κι αυτό έχει λυθεί παγκοσμίως, η πολιτεία οφείλει να στηρίζει το θέατρο αλλά και να ελέγχει τη χρηστή χρήση του χρήματος. Οπως οφείλει και να δημιουργεί τις συνθήκες εκείνες που θα κάνουν τους εν δυνάμει ενδιαφερόμενους ιδιώτες να γίνουν χορηγοί. Γιατί στο θέατρο, όπως και στη ζωή, δεν αρκούν οι καλές προθέσεις.