Η Δικαιοσύνη, αν και κατά κανόνα ασχολείται με υποθέσεις μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, πολλές φορές φτάνει να διερευνά υποθέσεις που μονοπωλούν την επικαιρότητα και έχουν πολλές φορές πολιτικό αντίκτυπο.
Υπάρχουν όμως φορές που τα φώτα της δημοσιότητας στρέφονται στον ίδιο τον θεσμό της Δικαιοσύνης και στα πρόσωπα που τον υπηρετούν.
Τον τελευταίο καιρό για διαφορετικούς λόγους τα ζητήματα της Δικαιοσύνης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Ποιος δεν θυμάται την υπόθεση της εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη, που κατήγγειλε παρεμβάσεις στο έργο της; Την πολιτική θύελλα που ξέσπασε με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις τηλεοπτικές άδειες; Την αποτυχημένη προσπάθεια για την αύξηση των ορίων ηλικίας των δικαστικών λειτουργών παρά την ρητή συνταγματική απαγόρευση και τις αντιδράσεις που είχε προκαλέσει στον νομικό και πολιτικό χώρο;
Οι προαναφερόμενες ιστορίες, εκτός όλων των άλλων, έδειξαν ότι η δικαστική και η εκτελεστική εξουσία δεν ακολουθούν πάντα δρόμους παράλληλους, αλλά πολύ συχνά συναντώνται και ενίοτε το μείγμα γίνεται εκρηκτικό.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ήρθε να προστεθεί η πρόσφατη υπόθεση με την παραίτηση της εισαγγελέως Ελένης Ράικου από τη θέση της επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς, που κατείχε τα τελευταία χρόνια.
Μία υπόθεση φαινομενικά απολύτως εσωτερική της Δικαιοσύνης, που όμως ήρθε να πάρει διαστάσεις, αφού αφορά την κάτοχο μίας πολύ σημαντικής θέσης τα τελευταία χρόνια, της επικεφαλής της Εισαγγελία Διαφθοράς.
Η κίνησή της ήρθε να ταράξει περαιτέρω τα ήδη ταραγμένα νερά της Δικαιοσύνης προκαλώντας ερωτηματικά όπως αυτά που διατύπωσε δημόσια ο ίδιος ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής, ενώ από σήμερα αναμένονται παρεμβάσεις και ανάληψη πρωτοβουλιών από την ηγεσία της Δικαιοσύνης και συγκεκριμένα από την εισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ξένη Δημητρίου για την επόμενη μέρα στον χώρο της Εισαγγελίας Διαφθοράς.
Γιατί η Ελένη Ράικου αποφάσισε να οδηγήσει εαυτόν στην πόρτα εξόδου της υπηρεσίας με την οποία συνέδεσε το όνομά της;
ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ. Η απάντηση που δίνει η ίδια κάνει λόγο για στοχοποίηση «από παράκεντρα εξουσίας και διαφθοράς που σκοπό έχουν τη μία και μόνη συγκάλυψη των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών που αποκομίζουν διαχρονικά εκατομμύρια ευρώ και επιζητούν μανιωδώς την ακύρωση του έργου μου». Συνδέει μάλιστα την επιχείρηση αυτή με την έρευνα για την υπόθεση της Novartis που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Μάλιστα σχεδόν την παραμονή της παραίτησης Ράικου εντοπίστηκε ένας τραπεζικός λογαριασμός –φλέβα χρυσού τον χαρακτηρίζουν όσοι είναι σε θέση να γνωρίζουν –μέσα από τον οποίο φέρεται να διακινήθηκαν μίζες που συνολικά φτάνουν τα 28 εκατ. ευρώ!
Σύμφωνα με πληροφορίες, τις τελευταίες ημέρες έφτασαν στα χέρια των εισαγγελέων Διαφθοράς τα πρώτα κρίσιμα στοιχεία που οδηγούν μετά βεβαιότητας στο συμπέρασμα ότι μεγάλος αριθμός κρατικών αξιωματούχων (κυρίως γιατρών δημόσιων νοσοκομείων) δωροδοκούνταν απευθείας από λογαριασμό της Novartis Ελβετίας με εμβάσματα σημαντικών χρηματικών ποσών στους προσωπικούς τους λογαριασμούς.
Επιπλέον, τα πρώτα ευρήματα έδειξαν ότι αντίστοιχα εμβάσματα εισέρχονταν από τον ίδιο λογαριασμό σε νομικά πρόσωπα που πιθανολογείται ότι χρησίμευαν ως όχημα προκειμένου να διοχετευθούν ως «δώρο» στους άγνωστους μέχρι τώρα τελικούς αποδέκτες τους.
Η ανακάλυψη αυτή σήμανε συναγερμό στην Εισαγγελία Διαφθοράς καθώς όλα όσα είχαν ήδη βρει προμήνυαν την ύπαρξη και άλλων παρόμοιων εμβασμάτων και σε άλλους εμπλεκόμενους αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να πρόκειται ενδεχομένως ακόμα και για πολιτικά πρόσωπα.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ. Και ενώ η σημαντική αυτή έρευνα για την υπόθεση της Novartis –την κορωνίδα της διαφθοράς στη χώρα μας όπως η ίδια τη χαρακτηρίζει –βρίσκεται σε καίριο σημείο, η Ελένη Ράικου, μόλις πληροφορήθηκε μέσω διαφημιστικού βίντεο ότι επίκειται πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Documento» με τίτλο «Αποκάλυψη: Ανακρίτρια κατηγορεί γνωστή εισαγγελέα για απόκρυψη στοιχείων σε δικογραφίες για Γιάννο Παπαντωνίου και Θωμά Λιακουνάκο», αποφάσισε να προχωρήσει στην παραίτησή της.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες η ανακρίτρια κατά της Διαφθοράς – πρόεδρος Πρωτοδικών Ηλιάνα Ζαμανίκα είχε εγγράφως ενημερώσει τον εποπτεύοντα την ανάκριση εισαγγελέα Εφετών Σταμάτη Δασκαλόπουλο για τη μη αξιοποίηση εγγράφων και αποδεικτικών μέσων στις δύο συγκεκριμένες υποθέσεις.
Τα έγγραφα αυτά, σύμφωνα με την κυρία Ράικου, εκ παραδρομής παρέμειναν στο γραφείο της, και εν συνεχεία απεστάλησαν, επισημαίνοντας ότι δεν απεκρύβησαν αλλά, αντίθετα, το σύνολο των στοιχείων που είχαν συλλεγεί διαβιβάστηκε τόσο στην ίδια τη δικαστική λειτουργό όσο και στη Βουλή.
ΠΟΛΛΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΑ. «Μένω με πάρα πολλά ερωτηματικά και δεν μπορώ να καταλάβω πώς συνδέονται δύο διαφορετικές υποθέσεις. Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να σπάσει αυτόν τον φαύλο κύκλο της διαφθοράς και της διαπλοκής και επαναλαμβάνω ότι εμπιστευόμαστε απολύτως τους εισαγγελικούς λειτουργούς σε αυτήν τη διαδικασία, οι οποίοι είναι οι μόνοι αρμόδιοι για να φέρουν εις πέρας αυτό το δύσκολο και πολύπλοκο έργο» δήλωσε ο υπουργός Σταύρος Κοντονής επισημαίνοντας ότι στο κείμενο παραίτησης Ράικου διαλαμβάνονται «ισχυρισμοί ασύνδετοι και εικασίες που δεν έχουν κάποιον λογικό ειρμό» και πως ο ίδιος ουδέποτε έγινε αποδέκτης όλων αυτών.
Η ενέργεια εκ μέρους της ανακρίτριας να ενημερώσει τον εποπτεύοντα την ανάκριση εισαγγελικό λειτουργό αποτελούσε μία απολύτως εσωτερική υπόθεση της Δικαιοσύνης. Και ήταν μάλιστα γνωστή, όπως λέγεται, ακόμα και σε υψηλά κλιμάκια της Θέμιδος. Η δημοσιοποίησή της, ωστόσο, αποδείχθηκε ότι ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Αυτό που περιμένουν οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ είναι τις επόμενες κινήσεις των θεσμικά αρμοδίων οργάνων για να ερευνηθεί η υπόθεση σε βάθος προς κάθε κατεύθυνση.