Η πρώτη ανώμαλη προσγείωση ήρθε το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Η αξιολόγηση η οποία, σύμφωνα με δηλώσεις του Πρωθυπουργού θα είχε ολοκληρωθεί στις 5 Δεκεμβρίου, δεν έκλεισε και η ζημιά εξαιτίας της αβεβαιότητας και της πτώσης των επενδύσεων πήρε τη μορφή ύφεσης 1,2%. Μόνο και μόνο εξαιτίας αυτού του πισωγυρίσματος στην ελληνική οικονομία, η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι χάθηκε ήδη παραπάνω από μισή μονάδα δυνητικής ανάπτυξης για το 2017. Κοντά στο 1 δισ. ευρώ. Τώρα πλέον, με τον ορίζοντα ολοκλήρωσης της αξιολόγησης να παραμένει θολός, κορυφαίοι οικονομικοί παράγοντες και αναλυτές προειδοποιούν για τον κίνδυνο να χαθεί και το 2017.

Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προανήγγειλε χθες αναθεώρηση των εκτιμήσεων της κεντρικής τράπεζας για τον ρυθμό ανάπτυξης από το 2,5% στο 1,9% φέτος, υπό την προϋπόθεση ότι η αξιολόγηση θα κλείσει άμεσα. Ο στόχος του προϋπολογισμού για επέκταση κατά 2,7% το τρέχον έτος θεωρείται ανεδαφικός σχεδόν από το σύνολο των αναλυτών. Το ΙΟΒΕ, το οποίο προέβλεπε επέκταση της οικονομίας κατά 1,5%, προετοιμάζεται επίσης να αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις του.

Αν η διαπραγμάτευση συνεχίσει να σέρνεται, το κόστος για την οικονομία αναμένεται πολλαπλάσιο. Οι πλέον απαισιόδοξοι, όπως για παράδειγμα η Citi (βλέπει ανάπτυξη μόλις 0,5%), αναδεικνύουν τον κίνδυνο τέταρτου μνημονίου υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να απαγκιστρωθεί από τα δανεικά του δημόσιου τομέα της ευρωζώνης. Εξοδο στις αγορές το 2018 δεν βλέπει στον ορίζοντα. Περίπου στην ίδια γραμμή και ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας εκτίμησε ότι το πρώτο τρίμηνο του έτους η οικονομία παρέμεινε σε ύφεση, προβλέποντας μάλιστα ότι η έξοδος στις αγορές δεν θα έρθει το 2018, αλλά αντ’ αυτής θα υπάρξουν πρόσθετα μέτρα, τέταρτο Μνημόνιο ή χρεοκοπία.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΟΚ. Πέρα από τις εκτιμήσεις, υπάρχουν και τα γεγονότα. Τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος ήρθαν χθες να επιβεβαιώσουν νέα σημαντική μείωση των καταθέσεων τον Φεβρουάριο (-750 εκατ. ευρώ) σε συνδυασμό με συντήρηση των ασφυκτικών πιέσεων στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Οι καταθέσεις των ιδιωτών ανέρχονται πλέον σε 119 δισ. ευρώ ή στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαέξι ετών.

Στην πραγματική οικονομία δε, η χρηματοδότηση είναι ανύπαρκτη. Ο ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης της οικονομίας παραμένει αρνητικός (-2%), νέα δάνεια δεν δίνονται πολύ απλά διότι δεν υπάρχει ζήτηση, όπως αναφέρουν τραπεζίτες, ενώ και η ρευστότητα των τραπεζών βρίσκεται υπό πίεση όπως αποδεικνύεται από την αύξηση της εξάρτησής τους από τον ELA (Μηχανισμός Εκτακτης Ρευστότητας). Την ίδια ώρα, τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου προς τους ιδιώτες αυξάνονται (300 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο), οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των ιδιωτών προς το Δημόσιο κάνουν νέο άλμα εις ύψος (1,6 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο), τα κόκκινα δάνεια επίσης κινούνται ανοδικά (1,5 δισ. ευρώ στο δίμηνο). Η οικονομία ασφυκτιά.

Η ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ. Τα σήματα κινδύνου έχουν θορυβήσει τόσο το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης όσο και τους δανειστές. Ολοι συμφωνούν ότι η διαπραγμάτευση πρέπει να κλείσει το συντομότερο δυνατό. Το πολιτικό κόστος όμως εξακολουθεί να βαραίνει στη λήψη των τελικών αποφάσεων.
Οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου συνεχίζουν να περιμένουν ένα σινιάλο από την ελληνική κυβέρνηση για το κλείσιμο και των τελευταίων εκκρεμοτήτων που συνδέονται κυρίως με τα εργασιακά.

Κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών επιβεβαίωνε χθες πως «πάμε για κλείσιμο» της συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο, διαψεύδοντας πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες οι δανειστές αναμένουν επιστολή δεσμεύσεων από την ελληνική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τη δική του εκδοχή, υπάρχει ανταλλαγή απόψεων με τους επικεφαλής του κουαρτέτου από τις έδρες τους, με στόχο την επιστροφή τους στην Αθήνα «σύντομα». Ο εκπρόσωπος Τύπου της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς έθεσε χθες και επισήμως το νέο ορόσημο για το περιβόητο Staff Level Agreement στις 7 Απριλίου, κατά την άτυπη συνεδρίαση του Eurogroup στη Μάλτα.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ; Ακόμα και εάν επιβεβαιωθεί το κλείσιμο της συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο στις 7 Απριλίου, το ενδεχόμενο να προλάβει η Ελλάδα την ένταξή της στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ στις 27 Απριλίου θεωρείται δύσκολο. Προϋποθέτει ότι στο ενδιάμεσο οι Ευρωπαίοι θα δεσμευθούν –με τρόπο που να ικανοποιεί και την ΕΚΤ και το ΔΝΤ –σχετικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και το δημοσιονομικό μονοπάτι για τα χρόνια που θα ακολουθήσουν το 2018.