«Κυρίαρχη», «ακατάβλητη», «άτρωτη»: οι βρετανοί σχολιαστές εξαντλούν τα συνώνυμα της δύναμης προκειμένου να περιγράψουν την Τερίζα Μέι, την πρωθυπουργό της Βρετανίας που ετοιμάζεται να εκκινήσει και επισήμως σήμερα, λιγότερο από εννέα μήνες μετά την εγκατάστασή της στη Ντάουνινγκ Στριτ, τις διαδικασίες του Brexit, ενεργοποιώντας το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Η περίοδος που ανοίγει, ωστόσο, είναι γεμάτη κινδύνους –τόσο για την ΕΕ όσο και για το Ηνωμένο Βασίλειο. Το επιβεβαιώνει η εξουσιοδότηση που έδωσε χθες το Κοινοβούλιο της Σκωτίας στην τοπική πρωθυπουργό Νίκολα Στέρτζον να ζητήσει από το Λονδίνο νέο δημοψήφισμα με το ερώτημα της ανεξαρτησίας. Και η εντυπωσιακή διαδήλωση κατά του Brexit που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, ανήμερα της 60ής επετείου από την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης, στο Λονδίνο. Και απόψεις όπως αυτή: «Το διαζύγιο με την ΕΕ είναι ό,τι πιο καταστροφικό έχει ζήσει η Βρετανία σε περίοδο ειρήνης». Ειδικά όταν εκφέρονται από ένα μέλος της Βουλής των Λόρδων, πρώην υπουργό τόσο της Μάργκαρετ Θάτσερ όσο και του Τζον Μέιτζορ, όπως ο Μάικλ Χέσελταϊν.

«Μεγάλωσα την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έζησα την ανάδυση του ευρωπαϊκού κινήματος» εξηγεί στη «Monde» ο Χέσελταϊν. «Το καθοδηγούσε η πεποίθηση πως έπρεπε πάση θυσία να αποτραπούν νέοι καταστροφικοί πόλεμοι, σαν τους τρεις που είχε γνωρίσει η ήπειρος μέσα σε 75 χρόνια. Οι άνδρες και οι γυναίκες που βγήκαν από τα στρατόπεδα κρατουμένων και τα αντιστασιακά κινήματα ήταν αποφασισμένοι να δημιουργήσουν θεσμούς ικανούς να αντικαταστήσουν τη βία με τον διάλογο. Ημουν πεπεισμένος πως το συμφέρον της Βρετανίας επέβαλλε τη συμμετοχή της. Δεν ήταν μια εύκολη διαδικασία, με τον καιρό όμως σφυρηλατήσαμε μια σχέση δημοκρατική, ειρηνική και αποδοτική, όπου η βρετανική επιρροή μετρούσε. Η ενεργοποίηση του άρθρου 50 αναγγέλλει τη ρήξη με αυτή τη σημαντική πολιτική συνεργασία».

Ο 83χρονος Μάικλ Χέσελταϊν ήταν ένας από τους λίγους –Συντηρητικούς –λόρδους που ψήφισαν κατά της ενεργοποίησης του Brexit. Γι’ αυτήν ακριβώς την αντίθεσή του, άλλωστε, αποπέμφθηκε τον Μάρτιο από το πόστο του κυβερνητικού συμβούλου από την Τερίζα Μέι. «Δεν μπορώ να ξεχάσω πως εργάσθηκα για όλους τους Συντηρητικούς πρωθυπουργούς μετά τον Πόλεμο, συμπεριλαμβανομένου του Τσόρτσιλ, και πως όλοι τους πίστευαν ότι τα συμφέροντά μας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με εκείνα των ευρωπαίων εταίρων μας. Ναι, ο Τζόρτσιλ τη δεκαετία του 1940 κήρυττε τη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης!» λέει. Πιστεύει πως η σημερινή ημέρα, η 29η Μαρτίου, θα περάσει στην Ιστορία ως μια στιγμή αβεβαιότητας «διότι αγνοούμε τι θα προκύψει από τις συζητήσεις που θα αρχίσουν. Με τις εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία δεν ξέρουμε ούτε καν με ποιες κυβερνήσεις θα διαπραγματευτούμε». Πιστεύει πως οι διαπραγματεύσεις θα είναι πολύ δύσκολες: «Θα πρέπει να πείσουμε 27 κυρίαρχα κράτη. Αυτά έχουν τα ηνία των διαπραγματεύσεων, όχι εμείς. Η τελική συμφωνία δεν είναι εκείνη που θέλουμε, αλλά εκείνη που θα μας δώσουν».

Θεωρεί επίσης «πολύ πιθανό» οι Βρετανοί να αλλάξουν γνώμη για το Brexit: «Γιατί τα γεγονότα θα μιλήσουν από μόνα τους και θα αντικρούσουν τα ψέματα που επέτρεψαν την ψήφιση του Brexit. Οι ψηφοφόροι θα συνειδητοποιήσουν πως τους ξεγέλασαν. Δεν ψήφισαν για να υποτιμηθεί κατά 15% η στερλίνα, ούτε για να παγώσει η αγοραστική δύναμη. Η πλειοψηφία υπέρ του Brexit ήταν μικρή. Καθώς θα γίνονται αισθητές οι συνέπειες, θα εξαφανιστεί. Αλλά για αυτό, θα πρέπει να περάσουμε από την περίοδο των διαπραγματεύσεων». Δεν έδωσε λοιπόν μια οριστική ετυμηγορία το δημοψήφισμα; «Οχι, γιατί είμαστε μια δημοκρατία όπου το Κοινοβούλιο είναι κυρίαρχο. Στο τέλος, η Βουλή των Κοινοτήτων θα αποφασίσει πού μας πάνε όλα αυτά».

Και τι έχει να πει σε εκείνους τους Ευρωπαίους, στη Γαλλία και τα άλλα κράτη, που θεωρούν το Brexit κάτι καλό, με το επιχείρημα ότι θα επιτρέψει την ενίσχυση της ΕΕ; «Μπορεί οι Βρετανοί να ήταν ενίοτε δύσκολοι εταίροι» λέει ο Μάικλ Χέσελταϊν, «αλλά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τα οφέλη της συμμετοχής τους. Η συνεισφορά του City στην οικονομία της Ευρώπης είναι τεράστια και το δημοκρατικό μήνυμα της Βρετανίας βοήθησε να τερματιστούν οι δικτατορίες στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Η συνεισφορά μας στον τομέα της άμυνας βαρύνει στη σταθερότητα της Ηπείρου. Πάνω από όλα, το Brexit θα δώσει στη Γερμανία μια κυρίαρχη θέση την οποία δεν επιδιώκει και από την οποία δεν είναι φρόνιμο να εξαρτάται κανείς».