«Ο επιφανής πολίτης»: Το πάθος για δημιουργία κρύβει από πίσω του μια απελπισμένη ζαριά όπου μοναδικό έπαθλο είναι η αυτοεκτίμηση. Βλέπετε, όταν η τελευταία αγγίζει τα τάρταρα, τότε είναι που επιστρέφουμε στη δημιουργία ξανά και ξανά, αναμετρώμενοι με τις –ισχνές –πιθανότητες μιας ύπαρξης που μπορεί, επιτέλους, να δικαιολογηθεί. Ή και όχι. Ο Ντανιέλ Μοντοβάνι (τον ενσαρκώνει ο σπουδαίος Οσκαρ Μαρτίνεζ) βραβεύτηκε με το Νομπέλ Λογοτεχνίας πριν από πέντε χρόνια. Εκτοτε, δεν κατόρθωσε να γράψει λέξη. Η έμπνευση μοιάζει να έχει χαθεί.
Αποφασίζει λοιπόν να επιστρέψει στην πόλη όπου γεννήθηκε και την οποία δεν έχει επισκεφθεί εδώ και 40 χρόνια (απουσίαζε ακόμα και από την κηδεία του πατέρα του), προκειμένου να δεχτεί το βραβείο του Επιφανούς Πολίτη. Μόνο που οι κάτοικοι, τους οποίους χρησιμοποιεί ως σκηνικό σε όλες τις ιστορίες του, δεν θα είναι όλοι τόσο εύκολα διαχειρίσιμοι όσο οι χαρακτήρες στα βιβλία του. Γιατί το βραβείο Νομπέλ ελάχιστη λάμψη χαρίζει στα μάτια εκείνων που –σε αντίθεση με τον ίδιο –δεν άφησαν ποτέ το Σάλας, το μικρό εκείνο χωριό που βρίσκεται 800 χιλιόμετρα μακριά από το Μπουένος Αϊρες. Ξάφνου, η επίσκεψη του συγγραφέα φαντάζει σαν μια διαδικασία μυητική. Οσο και ταπεινωτική.
Οι Γκαστόν Ντουπράτ και Μαριάνο Κον που συνυπογράφουν το φιλμ είναι σχετικά άγνωστοι στο ευρύ κοινό, σίγουρα όμως δεν είναι τυχαίοι: εισήγαγαν πολλές πρωτότυπες φόρμες στην τηλεόραση (όπως το πρώτο ριάλιτι στον κόσμο –το Televisiόn Abierta, παραγωγής 1999) ενώ οι ταινίες τους έχουν διακριθεί σε πολλά κινηματογραφικά φεστιβάλ. Η διασκεδαστική κωμωδία τους μοιάζει να λειτουργεί σαν μια αλληγορία πάνω στη λογοτεχνική δημιουργία (ο Μοντοβάνι μπορεί να έχει ήδη ζήσει ό,τι παρακολουθούμε) αλλά στήνει και μια διχάλα προβληματισμού παίζοντας τόσο με την πνευματικά αρτηριοσκληρωτική επαρχία όσο και με τη διανοουμενίστικη υποκρισία ενός καλλιτέχνη που σπανίως υποστηρίζει, με τις πράξεις του, αυτά που διακηρύττει.
Οι δε σκηνοθέτες φροντίζουν να προσθέσουν μικρές νότες σουρεαλισμού (σαν τη χορευτική σεκάνς στο μπαρ –που άνετα θα «έστεκε» σ’ ένα φιλμ του Ντέιβιντ Λιντς) αλλά σε γενικές γραμμές μένουν ριζωμένοι σε έναν μάλλον «άχρωμο» ρεαλισμό. Ως εκ τούτου, η πνευματώδης και ψυχαγωγική τους ταινία μοιάζει να μην απογειώνεται όσο θα επέτρεπε το θέμα της.
Βαθμοί: 7