Δεν είναι μόνο η πίεση των δανειστών που καθιστά αναπόφευκτη την πώληση μονάδων της ΔΕΗ, αλλά και το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν διαθέτει αξιόπιστο σχέδιο για την επόμενη ημέρα της. Ακόμη και υπουργοί θεωρούν ότι πουλώντας μονάδες η ΔΕΗ θα ευνοηθεί από πλευράς ρευστότητας γιατί μπορεί να βάλει στα ταμεία μερικά δισ. ευρώ, δίχως όμως να μπορούν να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους.

Αφενός γιατί οι μονάδες αυτές μπορεί να πουληθούν κοψοχρονιά, αφετέρου γιατί ενδεχομένως το αύριο να βρει μια ΔΕΗ μικρότερη αλλά με παρόμοια μεγάλα προβλήματα. Δηλαδή με ληξιπρόθεσμα χρέη 2,6 δισ. ευρώ και χαμηλή ρευστότητα που θα την αναγκάζει, όπως και τώρα, να πληρώνει κατά προτεραιότητα όσα χρωστά στους εργολάβους και στους διαχειριστές που ελέγχουν τα δίκτυα (900 εκατ. ευρώ).
Ασφαλώς και αφαιρώντας από το κυρίως σώμα της επιχείρησης μερικές μονάδες, η ΔΕΗ θα βάλει χρήμα στα ταμεία της.

Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά είναι μισή. Κανείς δεν είναι σε θέση να διαβεβαιώσει αν το χρήμα αυτό θα είναι αρκετό προκειμένου η Επιχείρηση να βελτιώσει τη χαμηλή πιστοληπτική ικανότητά της, που την ανάγκασε να ενεχυριάσει στις τράπεζες μελλοντικά συμβόλαια πελατών της προκειμένου εκείνες να τη δανείσουν. Στα τέλη Απριλίου η ΔΕΗ οφείλει να αποπληρώσει ομόλογο 200 εκατ. ευρώ και αν δεν συνήπτε με τις τράπεζες ισόποσο δάνειο –με εγγύηση μελλοντικά έσοδα πελατών της –θα αναγκαζόταν να καθυστερήσει προγραμματισμένες πληρωμές σε άλλους οφειλέτες της. Χρέη που λειτουργούν στην αγορά σαν ντόμινο: οι μονάδες της ΔΕΗ ξεμένουν συχνά από υλικά και κυρίως καύσιμο, οι διαχειριστές των δικτύων ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ χρωστούν στους παραγωγούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι τελευταίοι να απειλούν με δικαστικές προσφυγές κ.ο.κ.

Αγνωστες επίσης είναι οι συνέπειες από την περαιτέρω μείωση της περιουσίας της ΔΕΗ (μετά και την απώλεια του ΑΔΜΗΕ) στις δανειακές συμβάσεις δισ. ευρώ που έχει με τις τράπεζες. Στην πραγματικότητα η Επιχείρηση κινδυνεύει να απομείνει με τα τεράστια σημερινά προβλήματά της, αποδυναμωμένη όμως ως προς τα περιουσιακά στοιχεία αλλά και τα έσοδα, αφού λόγω της αναγκαστικής μείωσης του μεριδίου της από 88,5% σήμερα σε 50% το 2020 θα είναι μια εταιρεία με 3 δισ. ευρώ τζίρο, αντί για 6 δισ. σήμερα. Ο κίνδυνος που ξορκίζουν όλοι στα λόγια, δίχως να κάνουν κάτι στην πράξη για να τον αποφύγουν, είναι τα επόμενα τρία χρόνια να μιλάμε για μια Bad Bank και αντί για Μικρή και Μεγάλη ΔΕΗ, να συζητάμε για καλή και κακή ΔΕΗ.
Στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σφίγγουν το στομάχι, όπως είπε ο Κώστας Σέλτσας βουλευτής Φλώρινας, συνδέουν ωστόσο την ψήφο τους με το γενικότερο «εθνικό συμφέρον» και διαβεβαιώνουν, άμεσα είτε έμμεσα, ότι θα σεβαστούν την κομματική πειθαρχία. Κυρίως συνειδητοποιούν ότι έχει πολύ μικρότερο πολιτικό κόστος η συγκατάθεσή τους σε αυτό που μέχρι πρότινος πολεμούσαν συγκριτικά με τη μείωση των συντάξεων, τη μείωση του αφορολογήτου και τα εργασιακά.

Δυστυχώς όμως ο χαμένος χρόνος δεν αναπληρώνεται. Ναι μεν ακόμη και σφοδροί πολέμιοι του σχεδίου της Μικρής ΔΕΗ (2014) υπουργοί, βουλευτές, και συνδικαλιστές αναγνωρίζουν σήμερα πως αυτό που κάποτε είχαν πολεμήσει ως τη χειρότερη λύση, ίσως τελικά και να μην ήταν, η ζημιά όμως έχει γίνει. Αλλες οι συνθήκες πώλησης μονάδων του 2009 όταν καταδικάστηκε η χώρα από το Ευρωδικαστήριο, άλλες του 2014 όταν μπήκε στο τραπέζι η Μικρή ΔΕΗ και εντελώς άλλες σήμερα. Τώρα τα χρήματα θα είναι πολύ λιγότερα από εκείνα που θα έβαζε στην τσέπη η ΔΕΗ πριν από τρία χρόνια και πολύ, πολύ λιγότερα αν τα πωλητήρια ενεργοποιούνταν το 2009. Κάποιοι από όσους νόμιζαν ότι με τη στάση τους όλα αυτά τα χρόνια υπηρέτησαν τον δημόσιο χαρακτήρα της ΔΕΗ, αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι τελικά εξυπηρέτησαν τα ακριβώς αντίθετα συμφέροντα από αυτά που νόμιζαν ότι εξυπηρετούν.