Στη γειτονιά όλοι μιλούν για εκείνη με τα καλύτερα λόγια: εργαζόμενη μητέρα και σύζυγος, πάντα χαμογελαστή και καλοσυνάτη, δεν έχει δώσει ποτέ δικαιώματα. Ολα αυτά, όμως, αλλάζουν όταν κλείνει η πόρτα του σπιτιού. Το χαμόγελο χάνεται και στη θέση του επιστρέφει για μία ακόμη φορά ο φόβος της ενδοοικογενειακής βίας.

Ελληνίδα παντρεμένη, με παιδιά, απασχολούμενη, με ανώτατο μορφωτικό επίπεδο και μέτρια οικονομική κατάσταση: κι όμως αυτό είναι το προφίλ της κακοποιημένης γυναίκας στη χώρα μας, το οποίο καταρρίπτει τα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί γύρω από το φαινόμενο και επιβεβαιώνει την άποψη πως η βία κατά των γυναικών δεν κάνει διακρίσεις.

Για μήνες ή ακόμη και χρόνια μπορεί να είναι πρωταγωνίστρια στο ίδιο βίαιο έργο. Στο φιλικό και εργασιακό περιβάλλον εμφανίζεται ως μέλος μίας ευτυχισμένης οικογένειας και συζυγικής σχέσης. Η αλήθεια, όμως, κρύβεται πίσω από τους τοίχους του σπιτιού. Η κακοποίηση που υφίσταται είναι καθημερινή και παίρνει πολλές μορφές: ψυχολογική, οικονομική και σωματική. Εκείνη, όμως, έπειτα από κάθε περιστατικό βίας, συνεχίζει να λέει πως ήταν κάτι μεμονωμένο, προσπαθεί να πείσει τον εαυτό της πως «δεν θα ξανασυμβεί. Δεν το ήθελε. Ηταν η κακιά η ώρα. Ισως ήταν πιεσμένος από τη δουλειά και ξέσπασε με λάθος τρόπο».

Μόνο όταν ο κόμπος φτάσει πια στο χτένι –και είναι σίγουρο πως θα έχει περάσει πολύς καιρός μέχρι να έρθει εκείνη η ώρα –αποφασίζει να μιλήσει. Συνήθως όχι σε γνωστούς και φίλους, γιατί ντρέπεται να πει ότι όλο αυτό το διάστημα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια από φόβο μήπως στιγματιστεί η ίδια και τα παιδιά της. Θα μιλήσει, όμως, εκεί που πιστεύει ότι μπορεί να λάβει ψυχολογική στήριξη και γιατί όχι και νομική βοήθεια.

Σηκώνει το τηλέφωνο και στην άλλη γραμμή υπάρχουν ειδικοί που θα την ακούσουν να μιλά για τον γολγοθά της και θα τη συμβουλεύσουν να κάνει τα απαραίτητα βήματα για να αλλάξει τη ζωή της. Θα την αλλάξει, όμως; Δύσκολα θα πάρει τη μεγάλη απόφαση να αφήσει τον άνθρωπο που συναισθηματικά και σωματικά την κακοποιεί και πολλές φορές ξαναγυρίζει σε εκείνον. Μπορεί όμως και να κάνει το επόμενο βήμα, να φύγει από το σπίτι, να πάρει τη ζωή της στα χέρια της. Κι αυτός είναι ο στόχος: να βγει δυναμωμένη στην κοινωνία.

Η περίπτωση αυτής της κακοποιημένης γυναίκας είναι μία μόνο από τις χιλιάδες αντίστοιχες ιστορίες που έχουν φτάσει στην 24ωρη τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων. Στα έξι χρόνια λειτουργίας της, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πριν από μερικές ημέρες, δέχθηκε συνολικά 28.114 κλήσεις, εκ των οποίων το 81% αφορούσε καταγγελίες έμφυλης βίας. Μάλιστα, οι 16.420 κλήσεις έγιναν από τις ίδιες τις κακοποιημένες γυναίκες. Οκτώ στις 10 κατήγγειλαν ενδοοικογενειακή βία, ενώ σε μικρότερο ποσοστό –χωρίς να σημαίνει πως δεν είναι μια πραγματικότητα –καταγγέλθηκαν περιπτώσεις βιασμού, σεξουαλικής παρενόχλησης, πορνείας, trafficking, καθώς και άλλες μορφές βίας.

«Η βία αρχίζει από την αντίληψη που έχει ο άνδρας για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και στην οικογένεια. Είναι καθαρά θέμα εξουσίας. Στη χώρα μας, βέβαια, έχει να κάνει και με τις έντονες πατριαρχικές αντιλήψεις. Ωστόσο, η βία κατά των γυναικών δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Το συναντάμε ακόμη και σε χώρες όπου η ισότητα των φύλων έχει προχωρήσει» τονίζει η γενική γραμματέας της Ισότητας των Φύλων Φωτεινή Κούβελα.

Μία στις δύο γυναίκες θύματα κακοποίησης είναι έγγαμες, ηλικίας 40 – 54 ετών. Η βία, όμως, χτυπά και τις μικρότερες ηλικίες: κοπέλες μόλις 25 ετών και γυναίκες στην παραγωγική δεκαετία των 30. «Είναι πολλές οι γυναίκες που δεν τολμούν να κάνουν το βήμα και να μιλήσουν για ό,τι τους συμβαίνει. Φοβούνται τον σύζυγο, ακόμη και την κοινωνία που θα τις κρίνει εάν κάνουν μια τέτοια κίνηση. Πρέπει, όμως, οι γυναίκες να πουν ανοιχτά το πρόβλημά τους. Αλλωστε, χρόνια τώρα το μότο μας παραμένει το ίδιο: μην κλείνεσαι στον εαυτό σου. Βγες από τη γωνιά σου» προσθέτει η Φωτεινή Κούβελα.

Και μπορεί τα στοιχεία της τηλεφωνικής γραμμής της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων να έχουν σχηματίσει το προφίλ της κακοποιημένης γυναίκας στη χώρα μας, ωστόσο η βία χτυπά τόσο τις αλλοδαπές όσο και τις γυναίκες – πρόσφυγες. Ιδίως κάποιες από τις δεύτερες κακοποιούνται στη χώρα τους, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους στην Ελλάδα, ακόμη και σε χώρους φιλοξενίας.

«Το σίγουρο είναι ότι έχουμε κάνει βήματα ως ελληνική και ευρωπαϊκή κοινωνία. Το πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών, όμως, εξακολουθεί να υπάρχει, γι’ αυτό και είναι απαραίτητες δράσεις για να εξαλειφθεί το φαινόμενο. Είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί το θέμα της ισότητας των φύλων στη σχολική ύλη. Μόνο όταν από μικρή ηλικία τα παιδιά έρχονται σε επαφή με το θέμα έχουμε πιθανότητα φαινόμενα όπως η βία κατά των γυναικών να εξαλειφθούν» καταλήγει η Φωτεινή Κούβελα.