Η εργασιακή ηθική, η οποία διέπει την ποιητική παραγωγή του Ντίνου Σιώτη, καθορίζεται από το πρόταγμα της αδιάλειπτης συνέχειας του λόγου. Αυτό καθίσταται έκδηλο ήδη με την παράθεση της σχοινοτενούς εργογραφίας του στη σελίδα απέναντι από το εσώφυλλο με τα βιβλιογραφικά στοιχεία της συλλογής «Μάρθα, Μάρθα». Γίνεται ακόμη πιο προφανές από το γεγονός ότι η τελευταία περιλαμβάνει συνθέσεις οι οποίες, σύμφωνα με τις ημερομηνίες στο τέλος, καλύπτουν ευρύ διάστημα χρόνου: Η πρώτη έχει γραφεί στις 5 Ιανουαρίου του 2004, ενώ η καταληκτική χρονολογικά στις 4 Οκτωβρίου του 2011. Το καταστατικό όμως χαρακτηριστικό της συνέχειας καθίσταται προφανέστατο στην ίδια τη δημιουργία και την ολοκλήρωση των ποιημάτων του Ντίνου Σιώτη, καθώς αυτά απορρέουν από μια υπερθετικά παρατακτική ανάπτυξη, μια διαρκώς προσθετική επαύξηση, που κατάγεται από τον άνετο τρόπο με τον οποίο εκδιπλώνεται ο λόγος πολλών αμερικανών ποιητών. Για τη δημιουργία των συνθέσεων ακολουθείται συχνότερα μια διαδικασία κατά την οποία από ένα κείμενο που καταλαμβάνει την οθόνη του υπολογιστή επιλέγονται και συνενώνονται αποσπάσματα, σχηματίζοντας ενότητες των τριών στίχων, των οποίων η έκταση συμμορφώνεται προς την οπτική συμμετρία, ενώ το υπόλοιπο κείμενο απορρίπτεται. Το κριτήριο για την ολοκλήρωση αποτελεί η νοηματική επάρκεια. Στο πλαίσιο των με αυτό τον τρόπο σχηματισμένων ποιημάτων της συλλογής, η διαρκής παράταξη προωθείται χάρη στο επανερχόμενο όνομα «Μάρθα», την αφηγηματικότητα, την παρόμοια σύνταξη, τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα, τις εν γένει επαναλήψεις, τις αντιθέσεις, τα εναλλασσόμενα ρήματα ή υποκείμενα, τους διασκελισμούς, την απουσία της στίξης ή οποιουδήποτε τύπου παύσεως, αφού οι παύσεις αντικαθίστανται από νέες παρεμβολές του λόγου. Πρόκειται για γραφή της ροής, η οποία διαμορφώνεται σε γλωσσικό φορμαλισμό.
Το όνομα «Μάρθα» συνιστά τον ενοποιό παράγοντα. Σε αρκετές από τις συνθέσεις πρέπει να χρησιμοποιήθηκε μια τεχνική κολάζ για να συρραφεί και αυτό ώστε να συναντάται σε όλες. Η γυναίκα που φέρεται με το συγκεκριμένο όνομα συνδέεται με καταστάσεις και γεγονότα, τα οποία καταγραφόμενα προσδίδουν διακριτό ρεαλισμό και τη μοναδικότητα της προσωπικής εμπειρίας. Επιπλέον, το λεκτικό σημείο «Μάρθα» δρομολογεί ένα πλήθος από νέα κειμενικά γεγονότα. Η αναφορικότητά του ταυτοχρόνως ελαττώνεται σημαντικά, με συνέπεια να αποπροσωποποιείται σε ικανό βαθμό και να μετατρέπεται σε ανοιχτό σημαινόμενο της ερωτικής γυναίκας, σε φορέα πολλών προσώπων και σε καταλύτη μεταμορφώσεων. Ετσι στη συλλογή συνδυάζονται ένας βιωμένος και ένας επινοημένος ερωτισμός, ο πρώτος ιδιωτικός, τρυφερός και διακριτικός, ο δεύτερος δημόσιος, κραυγαλέος και πρωτότυπος.
Την εποχή της ψηφιοποίησης της ομιλίας, ο ποιητικός λόγος του Ντίνου Σιώτη αποδεικνύεται νοσταλγικός, εκδηλώνοντας έντονη παραπεμπτικότητα σε πράγματα που χάνονται ή, αλλιώς, σε έναν κόσμο παρελθοντικής ωραιότητας, ο οποίος υπονομεύει τη σημερινή εικονική πραγματικότητα. Ομως το κομψό και διακρινόμενο από λυρισμό και χιούμορ ύφος των συνθέσεων παρακολουθεί συγχρόνως την καθημερινή γλώσσα και αυτή των media ή συχνά τις μιμείται, ενσωματώνοντας τυποποιημένες εκφράσεις, συχνά τροποποιημένες για να απομένει μόνη η εντύπωση του οικείου. Αυτή η εξωστρέφεια έχει τέσσερα συνακόλουθα χαρακτηριστικά τα οποία προσιδιάζουν επίσης στις τάσεις του παρόντος: Τη φατικότητα, δηλαδή το άνοιγμα της επικοινωνίας, δεύτερη την οπτικοποίηση, την ικανότητα του λόγου να αναπαριστά ευχερώς σειρές από εικόνες, να λειτουργεί ως σενάριο για την απόδοση στιγμιοτύπων, τρίτη τη συνείδηση του εφήμερου και, τέλος, την προφάνεια, τη ροπή προς τον απομυστικισμό της ποιητικής γλώσσας χωρίς την απομάγευσή της. Χάρη στο τελευταίο χαρακτηριστικό μειώνονται στους στίχους οι σκοτεινοί φρασεολογικοί συνδυασμοί και τα αυτοαναφορικά σημεία.
Στη συλλογή «Μάρθα, Μάρθα» συντελείται λοιπόν το εγχείρημα ενός λόγου ο οποίος ασκεί συλλογική γοητεία, αποτυπώνοντας μια διαφορετική, αλλά εναργή πραγματικότητα. Η συγκεκριμένη απόπειρα να καταστεί η ποιητική αντίληψη δημόσια και διάφανη απολήγει στη δοτικότητα, καθώς λαμβάνεται υπόψη σε μεγάλο βαθμό ο ορίζοντας της προσδοκίας των αναγνωστών· αποκτά, παράλληλα, μια πολιτική διάσταση, επειδή το αναμενόμενο προσφέρεται μέχρις ενός σημείου, όμως από εκεί και ύστερα η συνηθισμένη εμπειρία παραλλάσσει, σε αρκετές περιπτώσεις ανεπαίσθητα και ειρωνικά, μετατρεπόμενη σε κριτική στάση απέναντι στις σύγχρονες καταστάσεις και σε καινοφανή σχέση με τους ανθρώπους.

Ντίνος Σιώτης

Μάρθα, Μάρθα

Σχέδια: Γιάννης Ψυχοπαίδης

Εκδ. Γαβριηλίδης 2016, σελ. 86

Τιμή: 12 ευρώ