Η τέχνη μπήκε στη ζωή μου πολύ νωρίς. Θα έλεγα ακόμη ότι η ζωγραφική στάθηκε στη ζωή μου η σωτηρία οδός διασώσεως, επειδή με βοήθησε γενναιόδωρα να διανύσω τις οδύνες που ενέδρευαν εξαιτίας ενός αφύσικου ύψους που με στιγμάτισε και με συνόδευε από τα νεανικά κιόλας χρόνια, δημιουργώντας μου ένα έντονο αίσθημα μειονεξίας, όμοιο με εκείνο που νομίζω πως έχουν οι σακατεμένοι άνθρωποι. Με την ικανότητά μου να ζωγραφίζω καλύτερα απ’ τους φίλους μου απέκτησα ένα είδος κύρους, το οποίο άμβλυνε την υστέρηση και τη μοναξιά μου. Ετσι η ζωγραφική στάθηκε αρωγός και παρήγορη, μαγική άσκηση στα προβλήματα, αλλά και καταφύγιο. Ηταν αυτή που με οδηγούσε μέσα από έναν εσωτερικό διάλογο σε μια οξυμμένη παρατηρητικότητα των πάντων.
Η ποίηση μαζί με τη ζωγραφική εξακολουθεί να τροφοδοτεί με ενδιαφέροντα τη ζωή μου, ενώ άλλες τέχνες λιγότερο. Η μουσική με συντροφεύει κυρίως όταν ζωγραφίζω. Μου αρέσει η εκκλησιαστική μουσική. Ακούω και αγιορείτικες λειτουργίες, τις οποίες θεωρώ μοναδικές. Τα ηπειρώτικα πολυφωνικά τραγούδια όπως και τα συγκλονιστικά μοιρολόγια τους με φέρνουν κοντά στον αξέχαστο πατέρα μου και την πατρίδα του που επισκέπτομαι συχνά για προσκύνημα. Eπηρεασμένος απ’ τη μεριά της μητέρας μου, ακούω τα μικρασιάτικα που συνεχίστηκαν με τις πειραιώτικες κομπανίες και τον Μάρκο Βαμβακάρη με τα βαριά ρεμπέτικα. Από την κλασική μουσική δεν είχα βιώματα. Οταν, σπουδαστής, προσπάθησα να συμπληρώσω την ελλιπή μουσική μου παιδεία, πρέπει να ήταν αργά. Εχω πολλούς δίσκους απ’ τη δεκαετία του ’60. Ακουγα όλους τους σπουδαίους κλασικούς συνθέτες, αλλά πάντοτε κάτι μου πλάκωνε την καρδιά. Ενα βαθύ πένθιμο αίσθημα με συνέθλιβε.
Ακολούθησα τον δρόμο της ζωγραφικής, γιατί μ’ αυτήν μπορούσα καλύτερα από οτιδήποτε άλλο να επιβεβαιώνομαι, καταγράφοντας εν είδει εξομολογήσεως τα αισθήματα, τα αδιέξοδα και τις βαθύτερες επιθυμίες μου. Ο Νίκος Καρούζος θα ‘λεγε «το πένθος της ζωής μου».
Το καλό έργο είναι εξαιρετικά δύσκολο να το ορίσει κανείς. Γιατί αν σας πω ότι καλό έργο είναι εκείνο που αντέχει στον χρόνο, πάλι θα σας έλεγα κάτι σχετικό. Θυμάμαι τώρα τον περίφημο μονόλογο του Σεφέρη πάνω στην ποίηση και την αναφορά του στον Πίνδαρο, τον πιο μεγάλο λυρικό της αρχαιότητας, ο οποίος όχι μόνο λησμονιέται για αιώνες, αλλά ο Βολταίρος θα πει κοροϊδεύοντας ο «παραφουσκωμένος Θηβαίος». Εχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τι έρχεται και τι χάνεται μέσα στους καιρούς.
Με γοητεύει η φθορά ως αφετηρία, ως έναυσμα μελαγχολικό για να δηλώσω αφηγούμενος με τη ζωγραφική μου τη μεγάλη αγάπη που διατηρώ, σχεδόν με πάθος, για τη ζωή. Είναι μια κρυφή, μια πλάγια διαμαρτυρία μου για ό,τι θνήσκει. Θέλω να πω για την κοινή μοίρα των πάντων. Χυμένο μολύβι, που λέει κι ο ποιητής. Τα ερείπια αναδίδουν πάντοτε μια περίεργη γοητεία. Πηγαίνω συχνά σε σταματημένα λατομεία, σε έρημα καρνάγια, σε άδεια σπίτια του Πηλίου, στα κλειστά πηγάδια της Αμοργού, σε βορινούς τοίχους που τους ρήμαξε η υγρασία, στα σιωπηλά εργοστάσια του Λαυρίου. Ο Εγγονόπουλος έλεγε ότι η τέχνη είναι μια διαμαρτυρία για τον θάνατο.
Αλήθεια λέει η τέχνη μόνο αν πράγματι το έργο είναι καλό. Γι’ αυτό στην προσπάθειά μας να τη διατυπώσουμε αλλάζουμε συνεχώς την πορεία του έργου ή και το ακυρώνουμε ολόκληρο. Αυτή η ανεύρεση μιας αλήθειας που επιδιώκει να καταγράψει η τέχνη συνθέτει και τη δυσκολία της, καθιστώντας την τις περισσότερες φορές ακατόρθωτη. Οφείλω δε να πω ότι για μένα η ζωγραφική λειτούργησε και ως διδαχή, αφού διαρκώς μου αποδείκνυε ότι δεν μπορείς να κοροϊδέψεις κανέναν αν δεν κοροϊδέψεις πρώτα τον εαυτό σου.
Η σχέση µου με το ατελιέ υπερβαίνει κατά πολύ την αγάπη που όλοι έχουμε για το σπίτι μας. Και λυπάμαι που μέχρι τα 40 ή και τα 50 μου χρόνια δεν είχα δικό μου ατελιέ και έπρεπε κάθε τόσο ν’ αλλάζω σκοτεινά υπόγεια.
Ο κόσµος αγαπά τη δουλειά μου επειδή, καθώς νομίζω, τον αγγίζουν τα θέματα που αγαπώ κι εγώ να ζωγραφίζω. Είναι από μόνα τους μελαγχολικά και είναι φανερό ότι πρόκειται σε λίγο να χαθούν. Γι’ αυτό συμπάσχουμε. Επειτα η ζωγραφική απόδοση μιας ρεαλιστικής εικόνας είναι ένα στοιχείο που εκτιμούν οι άνθρωποι ως ικανότητα, την οποία οι ίδιοι πιστεύουν ότι δεν έχουν. Ωστόσο, μ’ αρέσει να ακούω τους άλλους να μιλούν για την εργασία μου. Χαίρομαι δε ιδιαίτερα με τις προεκτάσεις που δίνουν ή θυμούνται κοιτάζοντας τα έργα.
Επιτυχία είναι για τον καθένα μας κάτι διαφορετικό. Και είναι απίστευτα μεγάλος ο αριθμός των εκφάνσεών της. Διότι ακόμα και κατά τη διάρκεια του βίου μας αλλάζουμε το περιεχόμενό της. Προσωπικά μου είναι δύσκολο να την προσδιορίσω. Εντάσσεται νομίζω μέσα στον ίδιο το αγώνα που κάνουμε στη ζωή, όπου αναγκαστικά και συνυπάρχει με την αποτυχία.
Το χρήµα δεν το λογαριάζω, λέει ένα υπέροχο ρεμπέτικο τραγούδι. Είναι μολυσματική αρρώστια που χρειάζεται υψηλό ήθος να την καταστείλεις. Προσπαθώ όσο γίνεται, με συγκρίσεις και αναφορές στα παλιά, να αγκιστρωθώ από τρυφερές μνήμες της στερημένης παιδικής μου ηλικίας.
Ο έρωτας, όπως όλοι γνωρίζουμε, έχει καθοριστικό ρόλο στη ζωή μας, τόσο με την παρουσία του όσο και με την απουσία του.
Η πολιτική για μένα έχει ταυτιστεί με τη ζωή μου ήδη από τα παιδικά χρόνια. Το ραφείο του παππού μου, στην ίδια αυλή με το σπίτι μας, ήταν ταυτόχρονα και μια γιάφκα, απ’ τα χρόνια της Κατοχής, με τον πατέρα μου, τους θείους και τους φίλους τους που σχολίαζαν καθημερινά τα γεγονότα. Φυσικά, ήταν όλοι τους αριστεροί, γι’ αυτό και εγώ αργότερα τους εκπροσωπούσα με το χέρι στην καρδιά.
Η Αριστερά μέχρι τη δεκαετία του ’80 υπήρχε μέσα μου σαν ένας κόσμος ταυτισμένος με την πρόοδο του ανθρώπου, το ήθος του, την απελευθέρωσή του από κάθε είδους δουλείες και συμβάσεις, με το αίτημα του δικαίου κ.ά. Ομως αυτή η πίστη μου με είχε εγκλωβίσει σ’ έναν στείρο δογματισμό, ο οποίος, όπως συμβαίνει συνήθως, μου απέκρυπτε άλλες αλήθειες. Τώρα χαίρομαι μια πρωτόγνωρη ελευθερία σαν να ξαναβλέπω τον κόσμο έτσι που δεν τον ήξερα ποτέ.
Μετανιώνω για τον ιδεολογικό μου δογματισμό που κράτησε, ηλιθίως, για περισσότερα από 50 χρόνια και ο οποίος μου στέρησε μια ζωογόνο και υψηλής αισθητικής επικοινωνία με την υπέροχη ζωγραφική της Ορθοδοξίας, αλλά και τα μοναδικά πνευματικά εκκλησιαστικά κείμενα πέραν πολλών άλλων.
Φοβάµαι τις δύσκολες μέρες. Οταν γίνεσαι βάρος στους δικούς σου και το ξέρεις. Οταν η ζωή σου γίνεται αφόρητη. Είμαι φανατικά υπέρ της ευθανασίας.
Ζηλεύω αλλά και θαυμάζω τους πολύ διαβασμένους που γνωρίζουν σε βάθος απίστευτα μεγάλες γνωστικές περιοχές σε τομείς απρόσιτους για μένα, όπως για παράδειγμα η αστρονομία, η ιατρική, η ιστορία, τα αρχαία ελληνικά, οι ξένες γλώσσες.
Τα όνειρά µου αφορούν πρωτίστως την ευτυχία της κόρης μου και έπειτα αν θα καταφέρουν να επιβιώσουν μέσα στα χρόνια. Τα έργα μου μαζί με την απουσία μου. Θα τολμήσω να πω ακόμα ότι τα άλλα αποτελούν ευχές για μια ανάσταση της πατρίδας που βουλιάζει.
Δίπλα στο όνοµά µου θα ήθελα, βέβαια, να γράψουν και έναν καλό λόγο, αν η ζωγραφική μου θα συγκινεί ακόμα ορισμένους ανθρώπους, θυμίζοντας ταυτόχρονα και την απουσία μου. Μ’ αυτά που λέω, βέβαια, φαίνεται ότι δεν έχω καταφέρει ακόμα να συνειδητοποιήσω τη ματαιότητα όλων αυτών έτσι ώστε να απαλλαγώ από την ασθένεια του «εγώ». Εκτός εάν η ασθένεια του «εγώ» δεν είναι ιάσιμη.