Το taxibeat το ξέρετε. Μια εφαρμογή για smartphones, μια φαεινή ιδέα που είχε, εν μέσω κρίσης, ο Νίκος Δανδράκης και εξέλιξε σε πολύ επιτυχημένη επιχείρηση. Τόσο επιτυχημένη που αν, μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, θα λέγαμε ότι με το taxibeat «γίναμε Ευρώπη», σήμερα η Ευρώπη έγινε Ελλάδα αφού η εφαρμογή πουλήθηκε, πρόσφατα, σε γερμανική εταιρεία περίπου όσο πουλήσαμε και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Ενα παρηγορητικό παράδειγμα για το πώς οι έξυπνοι άνθρωποι μπορεί να ξεπεράσουν την κρίση υπερβαίνοντας τις κρατικές αγκυλώσεις και μια ιδιωτική πρωτοβουλία να εξελιχθεί σε δημόσιο αγαθό. Κάτι εντελώς κόντρα στη φλου «συριζίλα» που μισεί την επιχειρηματικότητα και ό,τι τα σπάει με τον κρατισμό. Και που κάνει κάποιους να προτιμούν να ταλαιπωρηθούν παρά να χρησιμοποιήσουν taxibeat, πριν γιατί αυτά είναι «προϊόντα του καπιταλισμού», τώρα γιατί εκπροσωπεί γερμανικά συμφέροντα. Ο,τι του φανεί του λωλοστεφανή.
Το taxibeat δίνει, επίσης, στον επιβάτη τη δυνατότητα να βαθμολογήσει, μέσω του κινητού, τους οδηγούς. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι αυτό το παιχνιδάκι θα γινόταν πεδίο βολής μικροψυχίας. Διότι, όπως μου είπαν αρκετοί οδηγοί, υπάρχει μια μεγάλη κατηγορία πελατών που ενώ δεν ανακύπτει κανένα πρόβλημα κατά τη διαδρομή, τους βάζουν τον χαμηλότερο βαθμό. Δεδομένου ότι η χαμηλή βαθμολογία είναι βασική αιτία διακοπής της συνεργασίας με την εταιρεία, αναρωτιέμαι πόσο συμπλεγματικός είναι κάποιος που από μια χαραμάδα στραπατσαρισμένου ψυχισμού βγάζει το δαχτυλάκι του για να πατήσει το κουμπί που του εξασφαλίζει μια ψευδαίσθηση εξουσίας. Γιατί η εξουσία είναι σαν τη μαρμελάδα. Οσο πιο λίγη έχεις τόσο πιο πολύ την απλώνεις.