Ο φόβος υπάρχει, το ερώτημα τίθεται, αλλά οι δημοσκοπήσεις τον διαψεύδουν τόσο επίμονα, που δημιουργούν τελικά ένα κάποιο αίσθημα ασφάλειας: η Μαρίν Λεπέν δεν μπορεί να εκλεγεί τον Μάιο πρόεδρος της Γαλλίας. Μπορεί να ερχόταν σταθερά πρώτη στον πρώτο προεδρικό γύρο για μήνες, μπορεί να δίνει μάχη πλέον για την πρώτη θέση με τον «και αριστερό και δεξιό» Εμανουέλ Μακρόν, αλλά στον δεύτερο γύρο χάνει, και χάνει με μεγάλη διαφορά: 60%-40% σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της Ifop-Fiducial. To επονομαζόμενο «γυάλινο ταβάνι» της Λεπέν παραμένει αρκετά κάτω από το 50%∙ η δύναμη του «ρεπουμπλικανικού μετώπου», των ψηφοφόρων όλων των υπόλοιπων κομμάτων που ενώνουν όταν χρειαστεί τις δυνάμεις (δηλαδή την ψήφο) τους εναντίον της Ακροδεξιάς, παραμένει αρκετά πάνω από το 50%. Τότε γιατί προειδοποιεί ο Σερζ Γκαλάμ, ο ερευνητής του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) και του Κέντρου Πολιτικών Ερευνών (Cevipof) της Sciences-Po, που είχε προβλέψει με βάση τις αρχές της κοινωνιο-φυσικής, ήδη από το καλοκαίρι του 2016, τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, πως μια νίκη της Λεπέν δεν είναι πλέον ούτε «αδύνατη» ούτε «μη πιθανή», αλλά «πολύ πιθανή»;

Ο γάλλος φυσικός ανέπτυξε πρόσφατα το σκεπτικό του στη «Libération». Ναι, το Εθνικό Μέτωπο παραμένει απομονωμένο στη γαλλική πολιτική σκηνή, αναγνωρίζει, κανένα άλλο πολιτικό κόμμα δεν δέχεται να συνάψει συμμαχίες μαζί του. Και ναι, ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων αρνείται κατηγορηματικά την εκλογή ενός (μιας εν προκειμένω) υποψηφίου του FN, καταδικάζοντάς τον στη δεύτερη θέση όποιον κι αν έχει απέναντι. Το «γυάλινο ταβάνι» της Λεπέν όμως όλο και ανεβαίνει τα τελευταία χρόνια. Το «ρεπουμπλικανικό μέτωπο» όλο και συρρικνώνεται. Και είναι τέτοιος ο πολιτικός κατακερματισμός σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία που αυτή η τελευταία τάση ενδέχεται να επιταχυνθεί ξαφνικά δραματικά και να καταλήξει, χωρίς καμία προειδοποίηση, σε αυτό που θα μπορούσε να περάσει στα βιβλία της Ιστορίας ως «ο μεγάλος σεισμός της 7ης Μαΐου του 2017».

Καταστροφολογία; Οχι και τόσο. Ως φυσικός, ο Σερζ Γκαλάμ μιλάει με στοιχεία. Δεν επικαλείται ως επιχείρημα μια υποτιθέμενη «υποτίμηση της ακροδεξιάς ψήφου» από τους δημοσκόπους. Αλλά τον πολύ πιθανό μεροληπτικό ρόλο που θα παίξει η αποχή στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές –και δη στον δεύτερο γύρο. Η Μαρίν Λεπέν ενεργοποιεί πάντα τους αντι-FN ψηφοφόρους όποιος και αν είναι ο αντίπαλός της∙ το καινούργιο σε αυτές τις εκλογές, όμως, είναι πως όποιος υποψήφιος περάσει μαζί της στον δεύτερο γύρο θα απενεργοποιήσει ψηφοφόρους που δεν θα μπορούν να ψηφίσουν γι’ αυτόν ακόμα και απέναντι στην Ακροδεξιά. Επιπλέον αυτών των «παραλυμένων» ψηφοφόρων, μάλιστα, θα υπάρξουν και αρκετοί που θα αποφασίσουν αρχικά να ψηφίσουν (απρόθυμα) «τον άλλο», αλλά θα βρουν την τελευταία στιγμή κάποια δικαιολογία ώστε να μην προσέλθουν στην κάλπη. Η αποχή αναμένεται να είναι λοιπόν πολύ υψηλότερη για τον αντίπαλο παρά για τη Λεπέν. Και αυτή η διαφορά μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ένα ποσοστό υπέρ της, πολύ κάτω από το 50% στην πρόθεση ψήφου, να ξεπεράσει οριακά το 50% στην πραγματικότητα.

Ο Γκαλάμ δίνει συγκεκριμένα παραδείγματα. Εστω ότι η συνολική συμμετοχή στον δεύτερο προεδρικό γύρο είναι 79% και η Λεπέν αποσπά 44% στην πρόθεση ψήφου. Αν η δική της συμμετοχή φτάσει το 90% και εκείνη του αντιπάλου της είναι 70%, η Λεπέν θα εκλεγεί πρόεδρος με 50,25% των ψήφων. Αλλο παράδειγμα: έστω ότι η συνολική συμμετοχή είναι 76% και η Λεπέν αποσπά 42% στην πρόθεση ψήφου. Αν η δική της συμμετοχή είναι 90% (η Ακροδεξιά έχει πάντα υψηλότατο ποσοστό συσπείρωσης) και εκείνη του αντιπάλου της 65%, η Λεπέν θα εκλεγεί πρόεδρος με 50,07%. Και ένα τρίτο: έστω ότι η συνολική συμμετοχή είναι 77%, αλλά φτάνει το 85% μεταξύ των ψηφοφόρων της Λεπέν. Με ένα 45% στην πρόθεση ψήφου και μια συμμετοχή της τάξης του 70% για τον αντίπαλό της, εκλέγεται πρόεδρος με 50,02% των ψήφων. Υπάρχει μάλιστα, σύμφωνα με τον Σερζ Γκαλάμ, μια απλή φόρμουλα που προσδιορίζει το κρίσιμο όριο συμμετοχής για τον αντίπαλο, κάτω από το οποίο θα χάσει τις εκλογές ακόμα και αν εξασφάλιζε πολύ πάνω από το 50% στην πρόθεση ψήφου: σύντομα αναμένεται να δημοσιευτεί σε μια διεθνή επιθεώρηση. Με άλλα λόγια, οι γάλλοι ψηφοφόροι δεν θα μπορούν να πουν πως δεν προειδοποιήθηκαν.