Οπως στη ζωή, έτσι και στην πολιτική ο τρόπος που αντιδρά κανείς σε συνθήκες πίεσης ορίζει και τη θέση του στην κλίμακα που ξεκινά από την αδιατάρακτη ψυχραιμία και φτάνει έως τον απόλυτο πανικό. Ο υπολογισμός αυτού του μεγέθους έχει τη σημασία του: είναι ένας δείκτης υγείας της δημοκρατίας.
Αν το επίσημο έντυπο ενός κυβερνώντος κόμματος βλέπει στον πρωτοσέλιδο τίτλο του «Σχέδιο αποσταθεροποίησης από το παλιό σύστημα» ανακατεύοντας στην ίδια κατσαρόλα τη συνάντηση του προέδρου της ΝΔ με την επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ, έναν πρώην πρωθυπουργό, τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας, αλλά και τέσσερις – πέντε Εξεταστικές, καταλαβαίνει κανείς πού βρίσκεται εκείνος ο δείκτης μιας ούτως ή άλλως ταλαιπωρημένης υγείας: η δημοκρατία οδηγείται στα πρόθυρα συνωμοσιολογικού κλονισμού. Γιατί δεν είναι μόνο η αποφορά ενός συστήματος εξουσίας που μέσα σε δύο χρόνια έγινε πιο παλιό και από το παλιό. Είναι και η ευχαρίστησή του, το κρυφό ή περισσότερο φανερό όνειρό του να δημιουργήσει συνθήκες μιας γενικευμένης δυσωδίας.
Ο πανικός του παρόντος οδηγεί την κυβέρνηση στην αναπαράσταση ενός παρελθόντος, στο οποίο θα πρέπει να στριμωχτούν όλοι εκείνοι, πολιτικό προσωπικό, οικονομικοί παράγοντες και επιχειρήσεις Τύπου που κάνουν τη δουλειά τους σε μια δημοκρατία: ελέγχουν την κυβέρνηση. Ο Σημίτης και ο Στουρνάρας, ο Μητσοτάκης και η Γεννηματά, αυτή και άλλες εφημερίδες, συγκροτούν έναν ζωτικό εχθρό, τον οποίο πιστεύει ότι έχει ανάγκη αυτό το σύστημα εξουσίας για να αποφύγει την προοπτική μιας ταπεινωτικής ήττας. Κάπως έτσι, υποδεικνύεται ως έγκλημα αποσταθεροποίησης και ως σχέδιο σκοτεινών κέντρων η αντίρρηση και μόνο στις κυβερνητικές επιλογές. Κάπως έτσι μια πανικόβλητη εξουσία αρχίζει να ταυτίζεται με το ίδιο το πολίτευμα. Και κάπως έτσι αρχίζει να θυμίζει Βενεζουέλα.