Ανοιξιάτικο κουίζ, όσο (ξ)ανοίγει ο καιρός: Ποια αρχαία ορχήστρα ετοιμάζεται να γίνει θέατρο κόντρας και αρχαιολογικών αντιπαραθέσεων, καθώς διευθυντής δημόσιου πολιτιστικού οργανισμού ευαγγελίζεται χορούς και πανηγύρια… πάνω της; Οι ευρόντες μπορούν να απολαύσουν ένα τσάμικο επί της ορχήστρας.
Απέλπιδο και ελπιδοφόρο
«Ψάχνοντας τους ήρωες των ταινιών, τόσο μυθοπλασίας όσο και ντοκιμαντέρ, που γυρίζω τα τελευταία 10 χρόνια, βρέθηκα μπροστά σε μια Αθήνα διαφορετική, σχεδόν αόρατη και απροσδόκητα δυναμική. Κι εκεί συνειδητοποίησα πως αυτό που νιώθω, συχνά, ως αδιέξοδο στη σύγχρονη τέχνη, μάλλον απαιτεί μια νέα επαφή με την πραγματικότητα, με το ντοκουμέντο» λέει ο σκηνοθέτης και επιτυχημένος μουσικός παραγωγός Μενέλαος Καραμαγγιώλης (φωτογραφία), που βλέπει ήδη να προβάλλονται στην ΕΡΤ – με το κλείσιμο της οποίας συνέπεσε το πρώτο γύρισμα – τα 12 ντοκιμαντέρ του δεύτερου κύκλου της σειράς του «Συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους» (που προβάλλονται ήδη και σε διεθνή φεστιβάλ). Πρωταγωνιστές του, «δυσκολεμένοι και “καταδικασμένοι” ήρωες χωρίς καμιά προοπτική και ελπίδα (όπως νεαροί άνεργοι επιστήμονες, άστεγοι, ανήλικοι φυλακισμένοι, κυνηγημένοι πρόσφυγες, έλληνες μετανάστες στη Γερμανία, τραυματισμένα αδέσποτα), οι οποίοι ανακαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να διαχειριστεί κανείς τα αδιέξοδα της κρίσης, μέσα από μια διαφορετική και – ουσιαστικά – πολιτική παρέμβαση». Μετά την τηλεοπτική τους προβολή, μπορεί κάποιος να τα παρακολουθήσει σε ειδική πλατφόρμα (http://www.pausilypon-films.gr), όπου η διαρκής ενσωμάτωση νέου υλικού του δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει την εξέλιξη των ηρώων, μαζί με άλλες αφηγήσεις που αφορούν την ιστορία κάθε ταινίας, δημιουργώντας μια νέα – πρωτόγνωρη για την Ελλάδα – διαδραστική μορφή ντοκιμαντέρ.
«Πόσο αίμα αθώων έχεις χύσει, παιδάκι μου; – Γι’ αυτό είναι το αίμα, πατέρα, για να χύνεται». Σκληρή ατάκα. Από ένα σκληρό έργο. Ακατάλληλο για ανηλίκους. Ισως γιατί τα λέει σκληρά, όλα όσα θα αποφεύγουμε να παραδεχτούμε. Τα σκοτεινά μυστικά των πολέμων (μας). Οπως και η συλλογή διηγημάτων του Δημοσθένη Παπαμάρκου «Γκιακ» (εκδ. Αντίποδες), που ξεπέρασε την έκτη έκδοση. Και για δεύτερη φορά γίνεται θεατρική παράσταση. Γροθιά. Αυτή τη φορά από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, χάρη στην πρόσκληση της Γεωργίας Μαυραγάνη από τον διευθυντή Γιάννη Αναστασάκη. Ο οποίος έχει να επιδείξει εντυπωσιακά στοιχεία –ως προς το κοινό και το καλλιτεχνικό μέρος –στο ΚΘΒΕ. Σκληρό λοιπόν το «Γκιακ» που σημαίνει αίμα, οικογένεια, εκδίκηση στα αρβανίτικα. Διαφορετικό από το ανέβασμα στο νεανικό Skrow τον Ιούνιο, με τη σκηνοθετική ματιά του Θανάση Δόβρη, ως «χαρτογράφηση του ιστορικού τραύματος». Στην εκδοχή της Γεωργίας Μαυραγάνη, πρώτο πράγμα που την ενδιέφερε –μου λέει –είναι ότι «μιλάμε για τον πόλεμο και για την υποκρισία που κρύβεται μετά». Οταν ρωτούν έναν ήρωα «Πώς ήταν στον πόλεμο;» (ο χωροχρόνος της παράστασης εντοπίζεται στη Μικρασιατική Εκστρατεία, αλλά θα μπορούσε να είναι ο όποιος πόλεμος) μένει να ακούγεται, ασθμαίνουσα, μόνο η ανάσα του. Πώς να μιλήσεις για βία, θηριωδία, προδομένους έρωτες του πολέμου, για τον άλλο εαυτό που κρύβεις, για το ψέμα του ήρωα; «Είναι δύσκολο να το διαχειριστείς αυτό το μετά» λέει η Γεωργία Μαυραγάνη. Και το τραύμα. Και τον πόλεμο «που είναι κατακτητικός, αλλά οι Ελληνες δεν το λέμε αυτό». Εναν πόλεμο που θα μπορούσε, βέβαια, να είναι κάθε πόλεμος. Μόνο ο τελευταίος ήρωας, ο Νόκερ, που σκοτώνει γουρούνια με μια σφυριά σε ένα σφαγείο στο Σικάγο, χρόνια μετά τον πόλεμο και σαν εξιλέωση, «καταφέρνει το τραύμα αυτό να το κάνει επιβίωση».
«Αυτά που αηδιάζει ο κόσμος δεν τον ενοιάζει να γίνονται, αρκεί να μην τα βλέπει». Κι άλλη ατάκα. «Δεν θέλω να κρίνω ηθικά ούτε τους ήρωες ούτε το τραύμα τους, αλλά θέλω να τα αναδείξω» λέει η σκηνοθέτις του θεσσαλονικιώτικου «Γκιακ», το οποίο όχι μόνο θα περιοδεύσει στη Βόρεια Ελλάδα (ετοιμάζεται ήδη για την Κοζάνη), αλλά θα κατεβεί και στη Νέα Σκηνή του Εθνικού τον Οκτώβριο, σε συνεννόηση με τον Στάθη Λιβαθινό. Χρονικά κοντά στις παραστάσεις του «Στέλλα κοιμήσου» κατά Γιάννη Οικονομίδη και Εθνικό στα Δημήτρια της Θεσσαλονίκης, ενώ ανακοινώθηκε ήδη πως οι επιτυχημένες παραστάσεις του θα επαναληφθούν και στην Αγίου Κωνσταντίνου. Οπως το «Στέλλα κοιμήσου», σκληρή αποτύπωση της ελληνικής οικογένειας, έτσι και το «Γκιακ» είναι γραμμένο «σαν να πρόκειται για πραγματικές ιστορίες», ενώ είναι αποκύημα της δημιουργικής λογοτεχνικής φαντασίας του Δημοσθένη Παπαμάρκου. «Παίζει με το στοιχείο του ντοκουμέντου» μου λέει η Γεωργία Μαυραγάνη, που ετοιμάζεται για ένα κλασικό έργο στο Φεστιβάλ Αθηνών, για την επανάληψη του σκληρού και βραβευμένου «Οι αναστατώσεις του οικοτρόφου Τέρλες» στο Πόρτα και δουλεύει, για του χρόνου, ένα έργο με γυναίκες που πάσχουν από καρκίνο του μαστού, σε συνεργασία με την Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία. Μου μιλάει και για τα «ψεύτικα ιδεώδη πάνω στα οποία κάθε έθνος χτίζει μια ταυτότητα». Στο «Γκιακ», καταλήγει, «προσπάθησα να αναδείξω όσους υπαινιγμούς είχε το έργο για τις κοινωνίες που προσπαθούν να κρύψουν το παρελθόν τους το σκοτεινό».
Ξεπέρασε τις 50.000, το Σάββατο, όσο γράφονταν αυτές οι γραμμές το –νέο –«Τρίτο στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή, σε θεατρικό κείμενο των Σταμάτη Φασουλή και Θανάση Νιάρχου και με τη σκηνοθετική ματιά αυτή τη φορά του προέδρου του Εθνικού και ψυχής της Στοάς Θανάση Παπαγεωργίου. Οι «Ψύλλοι στα αυτιά» σε σκηνοθεσία του δραστήριου διευθυντή του ΚΘΒΕ Γιάννη Αναστασάκη (φωτογραφία) είχαν 24.000 θεατές, τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» κατά Γιάννη Καλαβριανό 15.000 και το μπρεχτικό «Μάνα κουράγιο» 13.000. Καθώς μάλιστα τους πήγε καλά πέρυσι το καλοκαίρι ο «Αγαπητικός της βοσκοπούλας» στο –κλειστό –Βασιλικό Θέατρο, φέτος θα προτείνουν από 29 Απριλίου το «Και με τη νίκη», επιθεώρηση που θα εξελίσσεται και θα συμπληρώνεται με νούμερα φρέσκα, χάρη στον Χρήστο Παπαδημητρίου της μουσικοθεατρικής ομάδας του ΚΘΒΕ Μπαντα-ρισμένοι. Και τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο θα επαναληφθεί η πολυσυζητημένη «Οικογενειακή γιορτή» κατά Γιάννη Παρασκευόπουλο, αφού παίξει στο Φεστιβάλ Αθηνών. Προτού ετοιμαστούν «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» του Φασμπίντερ, από τους Χάρη Πεχλιβανίδη και Κορίνα Βασιλειάδου και η καζαντζάκεια «Ασκητική» κατά Αντρέα Κουτσουρέλη επανέλθει (θα παρουσιαστεί και στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά).