Εισαγωγή σε μια καινούργια εποχή ή σε έναν καινούργιο κόσμο; Τι θα μπορούσε να αποκλείσει κανείς βλέποντας αυτές τις δυνατές εικόνες στη νέα στέγη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος; Πρελούδιο στο μέλλον μέσα από ένα δυνατό χορογραφικό τρίπτυχο με την υπογραφή του Αγγλου Ντάγκλας Λι, του Γάλλου Μπενζαμέν Μιλπιέ και του δικού μας Κρητικού και διευθυντή του Μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής Αντώνη Φωνιαδάκη. Το κινησιολογικό αποτύπωμα και των τριών χορογράφων ήταν δοσμένο με σαφήνεια: κοινό τους στοιχείο η ενσωμάτωση ετερόκλητων μουσικών μοτίβων δοσμένων μέσα από τη δύναμη της αφήγησης, της ευαισθησίας και της τρυφερότητας. Ενταγμένα τώρα στο κάδρο του κόκκινου βελούδου και του ξύλου που επικρατούσε στην καινούργια αίθουσα του Φαλήρου!

Τα τρία «Τοπία» που συνέθεσαν μέσα από την ιδιαίτερη κινησιολογική τους γλώσσα έκλεισαν το μάτι σε εκείνους που θεωρούν τον χορό «επικίνδυνη» ζώνη για να επενδύσει κανείς.

Η απάντηση δόθηκε από το Μπαλέτο της ΕΛΣ με τον τρόπο που ανταποκρίθηκε στις υψηλές χορογραφικές απαιτήσεις των δημιουργών. Οι δυνατότητες των σωμάτων ξεδιπλώθηκαν μέσα από ακραίες φιγούρες, αλλά κυρίως φωτίστηκε η εύθραυστη και νευρώδης χορευτική γλώσσα, γεμάτη ενέργεια και εικόνες, που συνέδεσε δημιουργούς, χορευτές και κοινό.

Αν πρέπει να βάλουμε αυτή την παράσταση στο χειρουργικό τραπέζι, ναι, θα παραδεχθούμε ότι η ρευστότητα των σωμάτων, έτσι όπως αναδείχθηκε μέσα από το «Fortress» του Ντάγκλας Λι, κέρδισε το ζεστό χειροκρότημα της πλατείας. Θα διαπιστώσουμε επίσης ότι η επιλογή του Μπενζαμέν Μιλπιέ (πρώτος χορευτής του Μπαλέτου της Νέας Υόρκης) να υπάρχει μουσικός στη σκηνή για να ερμηνεύσει το «Sarabande» (Μπαχ) ισορρόπησε τις αμήχανες στιγμές που προέκυψαν από την –κατά κοινή ομολογία –πιο αδύναμη χορογραφία.

Ο εντυπωσιακός επίλογος είχε την υπογραφή του Αντώνη Φωνιαδάκη με το «Shaker Loop», το οποίο στήριξε στο ομώνυμο έργο του διάσημου μινιμαλιστή Τζον Ανταμς. Ας κλείσουμε με έναν αστερίσκο: σε αυτή την παράσταση δεν υπήρχαν πρωταγωνιστές, αλλά δύσκολα μπορεί να μην ξεχωρίσει κανείς τον Στέλιο Κατωπόδη που με τις εκφραστικές και αέρινες κινήσεις του αποδείχθηκε «κορυφαίος» της βραδιάς.