Από 0,3% έως και 1% του ΑΕΠ υπολογίζεται ότι θα είναι το κόστος που θα επωμιστεί η ελληνική οικονομία την επόμενη διετία για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ. Η επόμενη ημέρα της εξόδου φέρνει αλλαγές στις οικονομικές σχέσεις των κρατών της ΕΕ με τη Βρετανία συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Ετσι, παρά το γεγονός ότι είναι ακόμα νωρίς για να εκτιμηθεί με ασφάλεια το πραγματικό μέγεθος των επιπτώσεων, ο επιχειρηματικός κόσμος έχει εκφράσει τον προβληματισμό του αφού η Γηραιά Αλβιώνα κατέχει την τέταρτη θέση μεταξύ των εμπορικών εταίρων της Ελλάδας και την έβδομη μεταξύ των πελατών της χώρας μας.
Χθες ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε σχετική ημερίδα που διοργάνωσε το Ελληνοβρετανικό Εμπορικό Επιμελητήριο για τις επιπτώσεις του Brexit, υπογράμμισε ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει νέα εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία, η οποία θα διασφαλίζει την αποτελεσματική πρόσβαση των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών σε μια παραδοσιακή εξαγωγική αγορά για τη χώρα μας. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι εκτός από το άμεσο κόστος που θα προκύψει από την κάμψη των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και των βρετανικών επενδύσεων, ενδεχομένως λόγω της υποτίμησης της στερλίνας θα υπάρξει και το έμμεσο κόστος που μπορεί να προκαλέσει η πιθανή αναστάτωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών, με συνέπεια την αύξηση του κινδύνου και των επιτοκίων δανεισμού σε περίπτωση κάμψης των τιμών των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Οπως είπε, σε αυτή την περίπτωση «η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη θα επιβαρύνει περαιτέρω την εγχώρια ρευστότητα και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των ελληνικών τραπεζών».
Οσον αφορά τις διμερείς εμπορικές σχέσεις, η αξία των εισαγωγών από τη Βρετανία διαμορφώνεται στο ποσό των 1,3 δισ. ευρώ, έναντι ελληνικών εξαγωγών αξίας 1,08 δισ. ευρώ το 2015. Δεδομένων των προβλέψεων ότι το Brexit θα προκαλέσει υποτίμηση της στερλίνας έναντι του ευρώ, σύντομα τα ελληνικά προϊόντα θα χάσουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα που ήταν οι χαμηλότερες τιμές τους και θα καταστούν ακριβότερα για τους βρετανούς καταναλωτές. Αυτό σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, θα έχει ως συνέπεια την πτώση της κατανάλωσής τους και επομένως λιγότερες ελληνικές εξαγωγές. Πρέπει επιπλέον να προστεθεί η εγγενής αδυναμία πρόσβασης των ελληνικών εξαγωγών σε μεγάλα δίκτυα διανομής που έχουν βάση τη Βρετανία, πρόβλημα το οποίο ανέδειξε κατά την πρόσφατη Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Παράλληλα ο τουρισμός κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο στο διμερές ισοζύγιο πληρωμών με εισροή εσόδων 2,1 δισ. ευρώ τον χρόνο, δηλαδή το 14,3% των εισπράξεων από τον τουρισμό, και περί τα 2,4 εκατ. αφίξεις τουριστών από τη Βρετανία το 2015, δηλαδή το 9,2% των αφίξεων τουριστών στη χώρα μας. Η υποτίμηση της στερλίνας κάνει την Ελλάδα ακριβότερη για τους Βρετανούς –και ίσως λιγότερο επιθυμητό τουριστικό προορισμό, γεγονός που προβληματίζει.
Μελέτη του Συνδέσμου Τουριστικών Επιχειρήσεων Ελλάδας του περασμένου Ιουλίου έδειξε ότι δεδομένου του αποτελέσματος από το δημοψήφισμα για το Brexit, οι αφίξεις και τα έσοδα αναμένεται να επηρεαστούν αρνητικά, λόγω της παρατηρούμενης αβεβαιότητας και διολίσθησης της στερλίνας.
Πιο ακριβοί για τους τουρίστες
Η υποτίμηση της στερλίνας κάνει την Ελλάδα ακριβότερη για τους Βρετανούς και ίσως λιγότερο επιθυμητό τουριστικό προορισμό. Πάντως το 2015 ήρθαν στη χώρα μας 2,4 εκατ. επισκέπτες από τη Βρετανία και δαπάνησαν 2,1 δισ. ευρώ, δηλαδή το 14,3% των εισπράξεων από τον τουρισμό