Ολοένα περισσότεροι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο βυθίζονται στην κατάθλιψη, αλλά οι επτά στους δέκα δεν κάνουν τη θεραπεία που χρειάζονται, αναφέρει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).

Τα επιδημιολογικά δεδομένα που έδωσε στη δημοσιότητα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Υγείας (7 Απριλίου), η οποία φέτος είναι αφιερωμένη σε αυτήν, αποκαλύπτουν ότι τα κρούσματά της παρουσίασαν κατακόρυφη αύξηση την τελευταία δεκαετία – μια τάση που συμπίπτει με αυτή που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας.

Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, λέει ο διεθνής οργανισμός, διότι η κατάθλιψη δεν είναι μια αθώα κατάσταση, αλλά αποτελεί κύρια αιτία νοσηρότητας και αναπηρίας στον κόσμο. Και αυτό γιατί όταν δεν αντιμετωπίζεται εγκαίρως έχει ισχυρή συσχέτιση με άλλα μη μεταδιδόμενα νοσήματα και διαταραχές, που κυμαίνονται από τον διαβήτη και την καρδιοπάθεια έως τον αυτοκτονικό ιδεασμό.

«Τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα αποτελούν προειδοποίηση για όλες τις χώρες ότι πρέπει να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους στην ψυχική υγεία και να αντιμετωπίσουν την κατάθλιψη με τα επείγοντα μέτρα που χρειάζεται» δήλωσε η επικεφαλής του ΠΟΥ δρ Μάργκρετ Τσαν.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του οργανισμού, μέχρι το 2015 ο αριθμός των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που ζούσαν με κατάθλιψη έφτασε τα 322 εκατομμύρια, αυξημένος κατά 18,4% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του 2005.

Από τους ασθενείς αυτούς, τα 40 εκατομμύρια ζουν στην Ευρώπη και οι 500.000 στη χώρα μας, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν τον περασμένο Νοέμβριο σε συνέδριο ψυχικής υγείας που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα.

Επιπλέον, σχεδόν 800.000 άνθρωποι (οι 128.000 στην Ευρώπη) αυτοκτονούν ετησίως σε όλο τον κόσμο και μελέτες έχουν δείξει ότι στο 70-80% των περιπτώσεων στις υψηλού εισοδήματος χώρες και στο 50% στις αναπτυσσόμενες οι αυτόχειρες έπασχαν από κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας, με συχνότερο την κατάθλιψη.

Τα συμπτώματα

Η κατάθλιψη είναι πολύ περισσότερα από αθώα κακοκεφιά ή μελαγχολία, τονίζει ο ΠΟΥ. Χαρακτηρίζεται από επίμονη θλίψη και απώλεια ενδιαφέροντος για τις δραστηριότητες που έως πρότινος απολάμβανε ο ασθενής, που συνοδεύονται από αδυναμία διεκπεραίωσης των καθημερινών δραστηριοτήτων επί δύο εβδομάδες ή περισσότερο.

Οι πάσχοντες έχουν συνήθως και άλλες εκδηλώσεις, όπως απώλεια ενεργητικότητας, αλλαγές στην όρεξη ή στις συνήθειες ύπνου, χρήση ουσιών, άγχος, αισθήματα αναξιότητας, ενοχών ή απελπισίας και σκέψεις αυτοτραυματισμού ή αυτοκτονίας.

Η κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με ψυχολογικές θεραπείες, αντικαταθλιπτικά φάρμακα και συνδυασμό των δύο, αλλά στα προηγμένα κράτη το 50% των ασθενών δεν διαγιγνώσκονται ή δεν κάνουν θεραπεία, ενώ στα αναπτυσσόμενα χωρίς θεραπεία μένουν πολύ περισσότεροι, τονίζει ο ΠΟΥ.

Στην πραγματικότητα, «τουλάχιστον το 75% των ατόμων με μείζονα (σ.σ. σοβαρή) κατάθλιψη παγκοσμίως δεν λαμβάνουν επαρκή θεραπεία» δήλωσε η δρ Σουζάνα Γιάκαμπ, διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Γραφείου του ΠΟΥ. «Για να βελτιωθεί το ποσοστό αυτό δεν αρκεί να αυξηθούν οι παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους ασθενείς. Είναι εξίσου σημαντικό να αυξηθεί η ενημέρωση γι’ αυτήν και να καταπολεμηθεί το στίγμα που τη συνοδεύει» και το οποίο εμποδίζει τους ασθενείς να μιλήσουν ανοιχτά για ό,τι τους βασανίζει.

«Μιλήστε για όσα νιώθετε»

Η κατάθλιψη μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ζωής, συνήθως εξαιτίας της πολύπλοκης αλληλεπίδρασης κοινωνικών, ψυχολογικών και βιολογικών παραγόντων. Οι πιθανότητες να εκδηλωθεί είναι αυξημένες σε όσους έρχονται αντιμέτωποι με αρνητικά γεγονότα της ζωής, όπως η ανεργία, το πένθος, το ψυχικό τραύμα, τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα κ.λπ.

Το πρώτο και πιο αποφασιστικό βήμα για να την αντιμετωπίσει κανείς είναι να μιλήσει για τα συναισθήματά του σε κάποιον που εμπιστεύεται, τονίζει ο ΠΟΥ. Και για να δώσει έμφαση σε αυτή την κίνηση, επέλεξε αυτό ακριβώς ως σύνθημα για τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα: «Depression: Let’s Talk» (Ας μιλήσουμε για την κατάθλιψη).