Οι περιγραφές για την επίθεση με χημικά στο Ιντλίμπ της Συρίας, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, είναι εφιαλτικές. Παιδιά που κοιμόντουσαν και πέθαναν από ασφυξία, παιδιά που μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία και στα βίντεο φαίνονται να προσπαθούν απεγνωσμένα να αναπνεύσουν και να μην μπορούν, γυναίκες και άνδρες στην ίδια κατάσταση: 70 νεκροί και περισσότεροι από 550 τραυματίες. «Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουμε τα όσα είδαμε» λέει ο Οτμάν αλ Κάνι, που έσπευσε να βοηθήσει. «Κόσμος πνιγόταν μπροστά μας, την ώρα που κατέρρεαν οι πνεύμονές τους. Το πιο δύσκολο ήταν να στεκόμαστε μπροστά σε παιδιά που ασφυκτιούσαν και να μην μπορούμε να τους προσφέρουμε καμία βοήθεια».
Το διπλωματικό γαϊτανάκι συνεχίζεται και εξοργίζει. Η διεθνής κοινότητα εκφράζει τον αποτροπιασμό της, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας και η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατηγορούν τη συριακή κυβέρνηση για τη σφαγή, που πραγματοποιήθηκε λίγες ώρες πριν ξεκινήσει σύσκεψη δωρητών για τη Συρία στις Βρυξέλλες. Οι συριακές ένοπλες δυνάμεις «αρνούνται κατηγορηματικά» την ευθύνη. Η Ρωσία, που υποστηρίζει το καθεστώς της Δαμασκού, ανακοινώνει ότι τα αεροπλάνα της δεν επιχειρούσαν κοντά στο Ιντλίμπ. Το ρωσικό υπουργείο Αμυνας υποστηρίζει ότι στη διάρκεια της αεροπορικής επίθεσης οι βόμβες χτύπησαν «αποθήκη των τρομοκρατών», στην οποία φυλάσσονταν «τοξικές ουσίες» που θα στέλνονταν σε μαχητές στο Ιράκ. Στην ανακοίνωση δεν διευκρινίζεται εάν η επίθεση στους χώρους αυτούς (εάν δεχθούμε ότι υπάρχουν στο Ιντλίμπ) ήταν σχεδιασμένη.
Οι περιγραφές κάνουν λόγο για βομβαρδισμό στο Καν Σεϊχούν του Ιντλίμπ, στις 6.30 το πρωί, μια ώρα που οι περισσότεροι κάτοικοι βρίσκονταν ακόμα στα κρεβάτια τους, κοιμισμένοι. Για «επώδυνη εμπειρία» μιλά ο κάτοικος της γειτονιάς Αχμέντ αλ Κιτάνι. «Ακούσαμε τα αεροπλάνα και όταν βγήκα στον δρόμο είδα να ρίχνουν βόμβες. Σύντομα η περιοχή άρχισε να μυρίζει απαίσια. Καταλάβαμε ότι ήταν βόμβες με χημικά αέρια. Οι διασώστες δεν είχαν τον κατάλληλο εξοπλισμό. Φορούσαν απλές μάσκες. Κάποιοι από αυτούς έπεσαν στον δρόμο, λιποθύμησαν, προσπαθούσαν να αναπνεύσουν. Μπήκαμε σε σπίτια συγγενών και φίλων. Οι περισσότεροι κείτονταν στο πάτωμα, κάποιοι ήδη νεκροί και άλλοι αγκομαχούσαν να πάρουν ανάσα. Χάσαμε τη μιλιά μας. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Πολλοί έκαναν εμετό ή έβγαζαν αφρούς από το στόμα».
Οι εκατοντάδες τραυματίες μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία της περιοχής, που ήδη έχουν χτυπηθεί από άλλους βομβαρδισμούς. Και εκεί οι σκηνές ακόμα πιο σκληρές. Παιδιά να ξεψυχούν, γονείς να ουρλιάζουν χωρίς να μπορούν να τα σώσουν, άνθρωποι να αγωνίζονται να πάρουν ανάσα, να πονούν, να έχουν σπασμούς και να φωνάζουν.
Η διεθνής αντίδραση ήταν έντονη, όμως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι, για ακόμα μία φορά, ανίκανο να κινηθεί λόγω του βέτο. Η Ανγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε την επίθεση «έγκλημα πολέμου» και ζήτησε από τη Ρωσία και το Ιράν να ασκήσουν πίεση στη Δαμασκό. Βρετανία και Γαλλία κάλεσαν εκ νέου τον σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Ασαντ να παραιτηθεί, κάνοντας λόγο για «βάρβαρο καθεστώς». Ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Μαρκ Ερό υποστήριξε ότι η επίθεση αυτή ήταν μια δοκιμή της Δαμασκού, προκειμένου να διαπιστώσει πώς θα αντιδράσει η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ. Η επίθεση σημειώθηκε μόλις μία εβδομάδα αφότου ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον δήλωσε πως για την Ουάσιγκτον προτεραιότητα αποτελεί να ηττηθεί το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία παρά να απομακρυνθεί ο Ασαντ. Οσο για την ΕΕ, σύμφωνα με κορυφαίο διπλωμάτη, «είναι διχασμένη στο θέμα του Ασαντ. Κάποιοι απαιτούν την απομάκρυνσή του, ενώ άλλοι θεωρούν πως πρέπει να υπάρξει συνεργασία μαζί του».
«Πλέον έχω ευθύνη. Αυτό που έγινε ξεπέρασε τα όρια. Οταν σκοτώνεις αθώα παιδιά, μωρά με χημικά αέρια, ξεπερνάς την κόκκινη γραμμή». Με αυτά τα λόγια σχολίασε ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την επίθεση στο Ιντλίμπ, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που έδωσε από κοινού με τον βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα, ο οποίος επισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο. Δεν διευκρίνισε όμως ποια μέτρα προτίθεται να λάβει για το έγκλημα που αποκάλεσε «ειδεχθές» και πρόσθεσε ότι «άλλαξα τη γνώμη που είχα για τον Ασαντ». Λίγο νωρίτερα, η εκπρόσωπος των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι απείλησε, ουσιαστικά, για ανάληψη μονομερούς δράσης στη Συρία. «Αν τα Ηνωμένα Εθνη δεν αναλάβουν δράση στη Συρία, ίσως το κάνουμε εμείς» είπε. «Οταν ο ΟΗΕ μονίμως αποτυγχάνει στο καθήκον του να δράσει συλλογικά, υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες κάποια κράτη πρέπει να προχωρήσουν στη δική τους δράση».
Οι δηλώσεις αυτές είναι σημαντικές καθώς η κυβέρνηση Τραμπ, μέχρι τώρα τουλάχιστον, είχε υιοθετήσει ηπιότερο τόνο απέναντι στο καθεστώς Ασαντ και είχε απομακρυνθεί από την πολιτική που ακολουθούσε ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος ζητούσε την παραίτηση του σύρου προέδρου.
Εκπρόσωποι των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Γαλλίας έχουν κυκλοφορήσει σχέδιο Ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας, στο οποίο ζητείται από τη συριακή κυβέρνηση να παραδώσει τα σχέδια πτήσεων των μαχητικών αεροσκαφών της την Τρίτη, οπότε και πραγματοποιήθηκε η επίθεση.