Τα περιθώρια ελιγμών για να καθυστερήσει η πώληση μονάδων ή και η μερική ιδιωτικοποίηση της μεγαλύτερης ενεργειακής εταιρείας της χώρας είναι πλέον εξαιρετικά περιορισμένα. Ποια είναι όμως τα περιθώρια ελιγμών για να κρατηθεί όρθια η ΔΕΗ την επόμενη ημέρα, να μην καταρρεύσουν μαζί της η οικονομία και η χώρα; Κανείς δεν φαίνεται να έχει την απάντηση.

Εδώ και εβδομάδες η κοινή γνώμη παρακολουθεί ένα βαρετό πινγκ πονγκ δηλώσεων και ευθυνών για τον δημόσιο χαρακτήρα της επιχείρησης, δίχως πραγματική κουβέντα για την καρδιά του προβλήματος, πώς δηλαδή θα μπει τέλος στα αδιέξοδα της ΔΕΗ. Με ποιο τρόπο θα περιοριστούν οι κακοπληρωτές, αν θα αποκατασταθεί η πιστοληπτική της ικανότητα και πώς θα γίνουν επενδύσεις σε σύγχρονες μονάδες.
ΕΚΠΕΜΠΟΥΝ SOS. Το καμπανάκι χτύπησε ξανά χθες από τον επικεφαλής της, Μανώλη Παναγιωτάκη. «Το πρόβλημα της μειωμένης ρευστότητας βρίσκεται σήμερα στην κορύφωσή του» ήταν το μήνυμα που έστειλε ο επικεφαλής της ΔΕΗ με αφορμή την ανακοίνωση για τα οικονομικά αποτελέσματα του 2016, χαρακτηρίζοντας το 2017 «χρονιά ιδιαίτερα αυξημένων υποχρεώσεων» και ενώ σημαντικός αριθμός πελατών αποφεύγει να εξοφλήσει τις οφειλές.

Παράλληλα, στην κυβέρνηση ακόμη ψάχνουν να βρουν ρεαλιστικό πλάνο για το μέλλον μιας εταιρείας, εξαντλημένης από τα αδιέξοδα που της έχουν φορτωθεί στο όνομα ακριβώς του δημόσιου χαρακτήρα της. Σαν άλλος σκιώδης υπουργός Ενέργειας, το ίδιο πρόταγμα προασπίζεται με κάθε ευκαιρία και ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης, παραγνωρίζοντας όμως ότι τα βουνά από ληξιπρόθεσμα χρέη και οι χιλιάδες καθησυχασμένοι από τη ρητορική τού Δεν Πληρώνω συμπολίτες μας που εξακολουθούν να συσσωρεύουν απλήρωτους λογαριασμούς, έγιναν στο όνομα του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ.

Αν παραβλέψει κανείς τις δηλώσεις των υπουργών και κοιτάξει τα οικονομικά της ΔΕΗ, βλέπει όλο και λιγότερα έσοδα, μειούμενα ταμειακά αποθέματα και πιεστικές υποχρεώσεις πληρωμών τόκων και δανείων, δηλαδή τη σκληρή πραγματικότητα των αριθμών.
TA XPEH. Διαβάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα ξεχωρίζουν οι πάσης φύσεως ληξιπρόθεσμες οφειλές της ΔΕΗ προς τρίτους, που αυξήθηκαν πέρυσι στα 759 εκατ. ευρώ από 575 εκατ. ευρώ το 2015, ένδειξη ότι η εταιρεία πληρώνει υποχρεώσεις κατά προτεραιότητα. Τα ταμεία στεγνώνουν, η εταιρεία καλείται φέτος να πληρώσει 850 εκατ. ευρώ σε χρεολύσια και τόκους, και να καταβάλει 650 εκατ. ευρώ για συμβολαιοποιημένες επενδύσεις. Αν ελπίζει κάπου, είναι στην ολοκλήρωση της πώλησης του 49% του ΑΔΜΗΕ, από την οποία περιμένει περίπου περίπου 700 εκατ. ευρώ, προκειμένου να βγει λίγο από τη μόνιμη κατάσταση συναγερμού της τελευταίας τριετίας.
Τυχόν κατάρρευση της ΔΕΗ με τα 17 δισ. ευρώ ενεργητικό αλλά με μόλις 690 εκατ. ευρώ κεφαλαιοποίηση θα σήμαινε τεράστιο ντόμινο σε όλη την οικονομία. Από τους 18.000 εργαζομένους και τις τοπικές κοινωνίες σε Μακεδονία και Αρκαδία που ζουν από αυτήν, έως τα νησιά και τους χιλιάδες πελάτες – προμηθευτές της πανελλαδικά. Και από τα εκατομμύρια των καταναλωτών που ουδείς άλλος θα τους έδινε ρεύμα αν καθυστερούσαν να πληρώσουν έναν μήνα, έως την ίδια τη χώρα, όπως συνέβη σε ανάλογες περιπτώσεις ενεργειακών κρίσεων, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Δίχως να επιχειρείται η παραμικρή σύγκριση αφού οι εποχές και τα μεγέθη είναι διαφορετικά, δεν μπορεί εντούτοις κανείς να παραβλέψει ότι όπου στον κόσμο ξέσπασαν ενεργειακές κρίσεις, όπως στην Αργεντινή, πυροδότησαν το χάος.
ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ. Οπως συμβαίνει σήμερα με τη ΔΕΗ, έτσι και οι αργεντίνικες εταιρείες το 2004 προκειμένου να διαχειριστούν το πρόβλημα ρευστότητας αποπλήρωναν υποχρεώσεις κατά προτεραιότητα. Οπως στην Ελλάδα η ΔΕΗ, έτσι και εκείνες υποχρεώνονταν να δεχθούν δυσμενέστατους όρους από τις τράπεζες για να ανοίξουν οι γραμμές χρηματοδότησης, καθυστερούσαν πολύ να εξοφλήσουν τους προμηθευτές τους και συχνά οι μονάδες τους ξέμεναν από καύσιμο και άλλα υλικά απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία τους, αφού ήταν απλήρωτοι οι εργολάβοι που τις προμήθευαν.

Η Ελλάδα απέχει πολύ από την Αργεντινή, αλλά και μόνο το γεγονός πως απασχολεί τη δημόσια συζήτηση το ενδεχόμενο κατάρρευσης της ΔΕΗ δείχνει πόσο ζοφερή είναι η κατάσταση με τα οικονομικά της. Η κουβέντα όμως συνεχίζει να αναλώνεται στο αν πρέπει ή όχι να πουληθούν μονάδες και όχι στο πώς η επιχείρηση θα βρει κεφάλαια για τις δαπανηρές επενδύσεις αντικατάστασης των πιο γηρασμένων από αυτές, αφού από τις 14 λιγνιτικές, μόνο δύο είναι σύγχρονες (Μελίτη Ι, Αγ. Δημήτριος V) δίχως να υπολογίζεται η υπό κατασκευή Πτολεμαΐδα V.