Οι λόγοι για τους οποίους οι ΗΠΑ αποφάσισαν να πλήξουν με 59 πυραύλους Τόμαχοκ το καθεστώς Ασαντ είναι πολλοί. Αλλά το συμπέρασμα –είτε συνεχιστεί η αμερικανική στρατιωτική δραστηριότητα στη Συρία είτε εκτονώθηκε στην αεροπορική βάση από την οποία απογειώθηκαν τα αεροσκάφη του καθεστώτος με τα χημικά που σκόρπισαν τον όλεθρο στην επαρχία Ιντλίμπ –είναι ένα: ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να γίνει απρόβλεπτος ακόμη και με βόμβες.
Η αμερικανική επέμβαση υπενθυμίζει επίσης ότι παρά τις προεκλογικές εξαγγελίες του προέδρου τους οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να παίζουν τον ρόλο για τον οποίο όλα αυτά τα χρόνια πολλοί αγαπούν να τις μισούν. Κι αυτός δεν είναι άλλος από τον ρόλο της υπερδύναμης που έχει λόγο στις εστίες ανάφλεξης του υπόλοιπου πλανήτη –ο ρόλος του «παγκόσμιου χωροφύλακα», σύμφωνα με προσφιλή διατύπωση του κλασικού αντιαμερικανισμού.
Ισως δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο κόσμος είναι πολύ μικρός πλέον για να εκπληρωθούν τα απομονωτικά όνειρα της νέας αμερικανικής διοίκησης. Η μη εμπλοκή στα τεκταινόμενα της διεθνούς σκηνής δεν είναι πλέον επιλογή για κανέναν. Ο ένοικος του Λευκού Οίκου υποχρεώθηκε να το συνειδητοποιήσει με τον πιο οδυνηρό για την ανθρωπότητα τρόπο: με μια επίθεση με τοξικά αέρια σε μικρά παιδιά. Παραμένει, όμως, απρόβλεπτος. Και άρα, ο κόσμος μοιάζει ακόμη περισσότερο με κινούμενη άμμο.
Σε ένα τέτοιο διεθνές περιβάλλον δεν υπάρχουν άλλες επιλογές για τη χώρα μας πέρα από την πρόσδεσή της σε έναν σταθερό πόλο. Είναι ο μόνος τρόπος για να μπορεί να ελπίζει στο καλύτερο. Χωρίς να ξεχνά ασφαλώς να προετοιμάζεται για το χειρότερο.