Η δόξα που έχει κατακτηθεί στα πεδία των μαχών των δημοφιλέστερων αθλημάτων είναι επιταγή με πολλά μηδενικά, την οποία ανέκαθεν εποφθαλμιούσε το πολιτικό σύστημα.
Σε ψηφοφορία για τους 100 σπουδαιότερους Ελληνες που είχε πραγματοποιήσει ο τηλεοπτικός σταθμός Σκάι πριν από περίπου οκτώ χρόνια, ανάμεσα στις ιστορικές μορφές που περιελήφθησαν συναντήσαμε στην 33η θέση τον Νίκο Γκάλη και στην 48η τον Θοδωρή Ζαγοράκη.
Και ναι μεν ο πρώτος αντιστάθηκε στις Σειρήνες της πολιτικής, δεν συνέβη το ίδιο με τον δεύτερο που εκπροσωπεί τη Νέα Δημοκρατία στην Ευρωβουλή.
Η άσκηση πολιτικής επιρροής θεωρείται θεμελιώδες δεδομένο για το βάθρο των αθλητών.
Το βάρος της δήλωσης κατά των κομμουνιστών από τον Πελέ την περίοδο που βρισκόταν στον Κολοφώνα της δόξας του ή προτροπή του Φίλιπ Λαμ να καταψηφιστούν οι Ακροδεξιοί λαϊκιστές είναι μεγαλύτερο και από το καλύτερο πολιτικό σύνθημα.
Η πολιτική στήριξη που παρείχε ο Πελέ στο δικτατορικό καθεστώς του Μέντιτσι το 1970 είναι η ιστορία που οι Βραζιλιάνοι καταβάλλουν προσπάθειες να σβήσουν από τη μνήμη τους.
Ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών είχε γίνει υποχείριο του στρατηγού Μέντιτσι και ο καλύτερος πρεσβευτής του καθεστώτος του.
Τέσσερις μήνες μετά την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 στο Μεξικό, ο Πελέ επέστρεψε στον τόπο του εγκλήματος τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, με την «τιμητική αποστολή να εκπροσωπήσει την επιφανή κυβέρνηση» στα εγκαίνια της Πλατείας Βραζιλίας στην Γκουανταλαχάρα.
«ΑΞΙΟΠΡΕΠΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ». Στο προσωπικό αρχείο του Μέντιτσι που παραδόθηκε από τον γιο του Ρομπέρτο το 2004 στο Ιστορικό και Γεωγραφικό Ινστιτούτο της Βραζιλίας αλλά ανοίχτηκε από τους ερευνητές δέκα χρόνια αργότερα, βρέθηκε η αλληλογραφία που είχε ο δικτάτορας με τον Πελέ, τον οποίον το Μαύρο Διαμάντι αποκαλεί «πολύ αξιοπρεπή πρόεδρο».
Δεν ήταν η πρώτη επίδειξη, από πλευράς Πελέ, της εκτίμησης που έτρεφε για το δικτατορικό καθεστώς.
Μερικές ημέρες πριν από το ταξίδι του στο Μεξικό ο Πελέ παρουσιάστηκε στο γραφείο του διευθυντή της DOPS, της υπηρεσίας που ήταν υπεύθυνη για τις ανακρίσεις και την καταπολέμηση των ενεργειών κατά του στρατιωτικού καθεστώτος, δηλώνοντας πως τάσσεται ενάντια στον κομμουνισμό. Αφορμή για εκείνη την επίσκεψή του ήταν μια επιστολή που στάλθηκε από οκτώ φυλακισμένους κομμουνιστές στον Πελέ, με την οποία του ζητούσαν να μεσολαβήσει ώστε να τους δοθεί χάρη από τον Μέντιτσι.
Ο Πελέ δεν απάντησε ποτέ στο αίτημα, ενώ στις Αρχές δήλωσε άγνοια για το θέμα και πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι ο αθλητισμός.
Ηταν μάλιστα τόσο απορροφημένος από το ποδόσφαιρο ώστε ήταν ο μοναδικός από τους παίκτες της Σελεσάο που δεν αντέδρασε πριν από το Μουντιάλ του 1970 όταν ο Μέντιτσι έδιωξε τον κομμουνιστή προπονητή Ζοάο Σαλντάνια με το αιτιολογικό ότι δεν συμπεριελάμβανε στην ομάδα τον επιθετικό Ντάριο.
Από εκείνα τα γεγονότα μέχρι σήμερα έχουν μεσολαβήσει 47 χρόνια. Ο άνθρωπος που σήκωσε για λογαριασμό της Γερμανίας το τρόπαιο στο τελευταίο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Φίλιπ Λαμ έχει αποσυρθεί από την Μάνσαφτ και στο τέλος της σεζόν θα κρεμάσει και τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
ΦΙΛΟΙ ΜΕ ΤΗ ΜΕΡΚΕΛ. Η σημερινή Γερμανία δεν είναι η Βραζιλία του ’70. Απειλείται όμως από τους ακροδεξιούς λαϊκιστές του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο κατά καιρούς έχει στοχεύσει κατά ποδοσφαιριστών που είναι μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς. Οι επιτυχίες της Μάνσαφτ με τη βοήθεια αυτών των αθλητών, όπως ο Μπόατενγκ και ο Οζίλ που έχουν πέσει θύματα προπαγάνδας του AfD, αποτελούν ένα μήνυμα ενότητας για τον γερμανικό λαό, το οποίο προσπαθεί να φωνάξει ξανά ο Λαμ.
«Πιστεύω, όπως πιθανώς ο περισσότερος κόσμος πως δεν πρέπει να επιτρέψουμε να πάει η Γερμανία στην Ακροδεξιά» λέει ο Λαμ σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη «Βελτ». Τα λόγια του ποδοσφαιριστή δεν θα είχαν τόση σημασία αν δεν γνώριζε ο γερμανικός λαός τις άριστες σχέσεις του με την Ανγκελα Μέρκελ, με την οποία τους ένωνε μέχρι το 2014 η Μάνσαφτ.
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στους λαϊκιστές να αυξήσουν τη δύναμή τους. Εργαζόμαστε για χρόνια για να κάνουμε τη Γερμανία μια ανοιχτή κοινωνία. Πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για να παραμείνουμε σε αυτή την οδό».
Η ΟΛΛΑΝΔΙΑ. Ο Λαμ σχολίασε επίσης τις πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία αλλά και τις επερχόμενες στη Γαλλία και στη χώρα του.
«Η ψηφοφορία στην Ολλανδία είναι το τελευταίο παράδειγμα. Υπάρχουν Ακροδεξιοί λαϊκιστές και –ευτυχώς, Θεέ μου –δεν ήταν τόσο δυνατοί όσο φοβόμασταν. Την άνοιξη όμως θα ψηφίσει η Γαλλία και το φθινόπωρο η Γερμανία. Πιστεύω πως είναι σημαντικό, πως δεν πρέπει μόνο να τα σκεφτόμαστε όλα αυτά, αλλά και να μιλάμε γι’ αυτά».
Ο Πελέ και ο Λαμ εκπροσωπούν δύο εποχές, δύο διαφορετικούς κόσμους, αλλά ένα άθλημα. Το ποδόσφαιρο είναι για πολλούς ο θεός και το όπιο ανακατεμένα σε ένα χαρμάνι ικανό να ζαλίσει την ίδια την Ιστορία.