Δεν υπάρχει λαός στον κόσμο –για πολιτισμένους λαούς μιλάμε –που να τον έχει σημαδέψει τόσο, μα τόσο έντονα η σημερινή γιορτή, η Ανάσταση του Λαζάρου!
Ο Χριστός, σου λέει, γιος του Θεού ήταν, λογικό και επιβεβλημένο να αναστηθεί. Αλλά ο Λάζαρος; Ούτε γιος του Θεού ούτε τίποτα! Απλά έτυχε να είναι κολλητός με τον γιο του Θεού. Ετσι λοιπόν οι εύπιστοι και αφελείς Ελληνες από τότε πιστεύουν ότι ο καθένας τους είναι εν δυνάμει κι ένας Λάζαρος που, όταν κι αν πεθάνει, όλο και κάποιος «δικός» θα τον αναστήσει…
Αλλωστε, το ίδιο δεν συμβαίνει με τους «ακριβούς» φίλους των Ελλήνων; Θεοί, όποτε τους χρειαζόμαστε για να μας βγάλουν από τον «τάφο» των χρεών, της δύσκολης στιγμής, της ερωτικής απιστίας.
Κι έτσι πορευόμαστε εις τους αιώνας των αιώνων: απαντέχοντας έναν Θεό να μας αναστήσει, ενώ δεν το νιώθουμε οι αφελείς πως έχουμε πια αποσυντεθεί αναπόδραστα.
Ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Νεκρό μέσα στη μονοτονία του και το προβλέψιμο της κατάληξής του από την πρώτη μέρα του ξεκινήματός του. Οι ισχυροί ή, για να ακριβολογούμε, ο ισχυρός και πρώτος! Ο ισχυρός στο απυρόβλητο, ο ισχυρός και δέρνει και απειλεί και δεν δέχεται κριτική και τους μικρούς υποτιμάει και τους δήθεν μεγάλους απαξιώνει. Η «Ανάσταση του Λαζάρου» έρχεται με τη διοργάνωση του Κυπέλλου. Εκεί το ενδιαφέρον βγαίνει από τον σκοτεινό τάφο και ξαναντικρίζει το φως. Ομως μέχρι εκεί. Α, είναι και κάποιες φορές, από σπάνια έως καθόλου, που «ανασταίνεται» το ελληνικό ποδόσφαιρο με μια εθνική επιτυχία ή μια συλλογική, πράγμα σπάνιο, όσο κι ο λύγκας στα ελληνικά βουνά.
Ελληνικό πρωτάθλημα μπάσκετ. Νεκρό μέσα στη διπολικότητά του και στο ερυθροπράσινο ενδιαφέρον του. Δύο ντέρμπι τη σεζόν (στο πρωτάθλημα λέμε), άντε και μία ήττα για τον έναν ή τον άλλον αντίπαλο, και η κατάληξη ίδια εδώ και χρόνια: τελικός πλέι οφ στο ίδιο χρωματικό μοτίβο και πρωταθλητής ή ο ένας ή ο άλλος. Ο «Λάζαρος» εγείρεται στα ευρωπαϊκά παρκέ, όταν και αφού πνεύσει το ανοιξιάτικο αεράκι του φάιναλ φορ. Σε εθνικό επίπεδο χρόνια έχουμε να σταυροκοπηθούμε με αναστάσα Εθνική Ελλάδας.
Ελληνικός κλασικός αθλητισμός. Αυτός είναι η χαρά των αναστάσεων. Είναι ο «Λάζαρος» που σηκώνει στις πλάτες του ολόκληρο ουρανό, όπως λέει ο ποιητής. Οταν η «γη» των ομαδικών αθλημάτων έχει χαθεί, πώς μπορεί να μείνει ασυγκίνητος στον τάφο του, πώς να αφήσει δίχως ανάσταση έναν ολόκληρο λαό; Ανασταίνεται και παρασέρνει μαζί του κάθε λογής τυχάρπαστους που ξεροσταλιάζουν έξω από το μνήμα του για να ντυθούν το φως του.
Ο Λάζαρος, λένε, δεν χαμογέλασε ποτέ ξανά μετά την ανάστασή του, ίσως για τα όσα είδε στο τετραήμερο της απώλειάς του, ίσως πάλι γιατί επισκέφθηκε ένα ελληνικό γήπεδο κατά τη διάρκεια της αποδημίας του. Σίγουρα το δεύτερο!