«Κοίτα τον, πώς περπατάει. Σαν να μην έφυγε ποτέ από το Κασίμπασα». Στα γραφεία της ποδοσφαιρικής ομάδας αυτής της συντηρητικής εργατικής συνοικίας της Κωνσταντινούπολης οι συγκεντρωμένοι αποθεώνουν τον Ταγίπ Ερντογάν που εμφανίζεται στην τηλεόραση, σε άλλη μια προεκλογική συγκέντρωση, ζητώντας από τους συμπατριώτες του να ψηφίσουν Ναι –να του δώσουν δηλαδή τις προεδρικές εξουσίες που ζητά -, στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου.

Ο Ταγίπ πασά γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Κασίμπασα κι έπαιξε ποδόσφαιρο ημιεπαγγελματικά εκεί. Μέλος της Νεολαίας Ισλαμικών Κομμάτων που αργότερα εξελίχθηκαν στο Κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης, εξελέγη δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης το 1994, σε ηλικία 40 ετών. Καθάρισε την πόλη, έριξε λεφτά στις γειτονιές της περιφέρειας, βελτίωσε το δίκτυο ύδρευσης. Και ήταν σε αυτές τις γειτονιές που ο κόσμος βγήκε στους δρόμους, στάθηκε μπροστά στα τανκς και απέτρεψε το πραξικόπημα του περασμένου Ιουλίου.

Ηταν σε αυτές τις γειτονιές που τον συναντήσαμε για συνέντευξη στα τέλη της δεκαετίας του ’90, δήμαρχος ακόμα, έχοντας όμως ήδη βλέψεις για την εθνική πολιτική σκηνή. Οι αναλυτές προέβλεπαν λαμπρό μέλλον. Κανείς πάντως δεν μπορούσε να προβλέψει το πού θα έφθανε. Κανείς δεν φανταζόταν ότι αυτός ο γιος λιμενικού που ως έφηβος πουλούσε λεμονάδες και κουλούρια στους δρόμους της Πόλης για να συμβάλλει στο οικογενειακό εισόδημα, θα γινόταν ο πολιτικός που θα τα έβαζε με τις πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας, θα επέφερε πλήγματα στον κεμαλισμό και στον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους, θα προχωρούσε σε αντιπαράθεση με την Ευρώπη αποκαλώντας κάποιους από τους ηγέτες της «Ναζί», θα αναζωπύρωνε τον πόλεμο με τους Κούρδους αφήνοντας στην άκρη την εκεχειρία, θα κυριαρχούσε στο πολιτικό σύστημα και εάν βγει νικητής στο δημοψήφισμα της επόμενης Κυριακής θα μπορούσε να μετατραπεί σε απόλυτο άρχοντα.

Ο Ταγίπ Ερντογάν φοίτησε σε θρησκευτικό σχολείο και ίδρυσε το Κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης –αντιδυτικό και μαχητικό, αποτέλεσε την πιο χλιαρή τουρκική έκδοση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας της Αιγύπτου. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, αφότου φυλακίστηκε επειδή απήγγειλε δημοσίως ένα ισλαμικό ποίημα, φάνηκε να αλλάζει πορεία υιοθετώντας πιο φιλευρωπαϊκή, φιλοαμερικανική και φιλική προς τις επιχειρήσεις ρητορική. Μετά την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία το 2003 –όπου και παρέμεινε μέχρι το 2014 κερδίζοντας τρεις εκλογικές αναμετρήσεις –έριξε το βάρος στην ανάπτυξη της οικονομίας με αποτέλεσμα τη βελτίωση της κατάστασης για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, ειδικά για τα χαμηλά οικονομικά στρώματα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τριπλασιάστηκε στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας Ερντογάν στην εξουσία.

ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΑΓΙΠ. Ηταν ο αγαπημένος των ξένων επενδυτών. Οχι πια. Εγινε ήρωας των εξεγερμένων της Αραβικής Ανοιξης καθώς εκπροσωπούσε ένα μοντέλο σύγχρονου ισλαμικού κράτους. Οχι πια. Ηταν ο πολιτικός που μεσολαβούσε μεταξύ Δύσης και Μέσης Ανατολής. Οχι πια. Μιλούσε για σεβασμό δικαιωμάτων και πολυφωνία. Οχι πια. Οι μεταμορφώσεις του 63χρονου πολιτικού όλα αυτά τα χρόνια βασίζονται σε ένα ισχυρό ένστικτο πολιτικής επιβίωσης.

Οι οπαδοί του λένε συχνά ότι του έχουν εμπιστοσύνη, ότι πια δεν χρειάζεται να περιμένουν σε ουρές για να αγοράσουν ακριβά φάρμακα ή να εξυπηρετηθούν στα νοσοκομεία και αναμασούν την προπαγάνδα του κυβερνώντος κόμματος ότι αρκετά πια υπέφεραν επί δεκαετίες υπό την κοσμική εξουσία φιλευρωπαϊκών ελίτ, των λεγόμενων «λευκών Τούρκων», όταν οι εκφράσεις των ισλαμικών αξιών στη δημόσια ζωή, όπως η μαντίλα, ήταν απαγορευμένες.

Ξένες εφημερίδες έχουν ονομάσει τις κάλπες της ερχόμενης Κυριακής «δημοκτονία», με τίτλους όπως «Η Τουρκία θα χρησιμοποιήσει τη δημοκρατία για να θέσει τέλος στη δημοκρατία». Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης παρουσίασε τις 18 προτεινόμενες αλλαγές στο Σύνταγμα με την υποστήριξη του ακροδεξιού Εθνικιστικού Κινήματος (ΜΗΡ). Για να επισφραγίσει τη συνεργασία αυτή και να συσπειρώσει τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους, ο Ταγίπ Ερντογάν πριν λίγες ημέρες επισκέφθηκε, προσευχήθηκε και άφησε λουλούδια στον τάφο του ιδρυτή του ΜΗΡ και των Γκρίζων Λύκων Αρπασλάν Τουρκές. Η εικόνα ενός ιδιότυπου συντηρητικού ισλαμοεθνικισμού ολοκληρώθηκε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ Α ΛΑ ΤΟΥΡΚΑ. Εάν περάσουν οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις η Τουρκία θα απομακρυνθεί από το σημερινό της κοινοβουλευτικό σύστημα. Στη θέση του θα δημιουργηθεί ένα προεδρικό σύστημα α λα τούρκα –εκεί όπου όλα αποφασίζονται από τον ανώτατο άρχοντα, ο οποίος μπορεί να μείνει στην εξουσία έως το 2029, χωρίς να υπάρχουν οι δικλίδες ασφαλείας που θα επιτρέπουν οποιονδήποτε έλεγχο στις αποφάσεις του.

Η «Επιτροπή της Βενετίας», οι συνταγματολόγοι του Συμβουλίου Ευρώπης, έκαναν λόγο για «διολίσθηση της Τουρκίας σε αυταρχικό καθεστώς». Στελέχη της αντιπολίτευσης προειδοποιούν ότι «το προεδρικό σύστημα α λα τούρκα μπορεί να αποτελέσει συνταγή για αποτυχία. Οποιος έχει πολύ μεγάλη εξουσία μπορεί εύκολα να την καταχραστεί».

Εν μέσω της σύγκρουσης με το δίκτυο του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν –πρώην συμμάχου και νυν εχθρού του τούρκου προέδρου –περισσότεροι από 130.000 άνθρωποι έχουν διωχθεί τους τελευταίους μήνες και πολλοί ζουν με το φόβο ότι μπορεί να συλληφθούν ανά πάσα στιγμή. Το ίδιο ισχύει και για τους δημοσιογράφους, τους οποίους ο Ερντογάν έχει στοχοποιήσει στέλνοντας εκατοντάδες στη φυλακή. Το ίδιο και για τους Κούρδους. Το ίδιο και για τους αριστερούς.

Είτε κερδίσει το στοίχημα του δημοψηφίσματος είτε όχι ο Ταγίπ πασά, η Τουρκία από την επομένη κιόλας δεν θα είναι ξανά η ίδια. Ζητώντας περισσότερες εξουσίες και ταυτοχρόνως εμφανιζόμενος ως εκείνος που θέλει να ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη, δαιμονοποιώντας τους αντιπάλους του, ο Ταγίπ Ερντογάν πολώνει όλο και περισσότερο την τουρκική κοινωνία. Οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου καιρού δείχνουν μια χώρα διχασμένη: ένας συντηρητικός συνασπισμός υπέρ του προέδρου πιστεύει ότι η Τουρκία είναι παράδεισος. Μια χαλαρή συμμαχία αριστερών, οπαδών του κοσμικού κράτους, προοδευτικών, Αλεβιτών και Κούρδων πιστεύει ότι ζει στην κόλαση. Η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται σε πόλεμο με τον εαυτό της.