ΑΘΗΝΑ. Ενισχυμένη εμφανίζεται και η θέση της Ελλάδας στον φετινό κατάλογο, καθώς παρόν δεν είναι μόνο το Μουσείο Ακρόπολης, όπως συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια. Εκτός λοιπόν από το μουσείο που σημειώνει διαρκώς ανοδική πορεία – από την 57η θέση το 2013, το 2016 βρίσκεται στην 37η με 1,4 εκατ. επισκέπτες – βρίσκονται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το Μουσείο Μπενάκη.
Το μεγαλύτερο μουσείο της χώρας μάλιστα έχει διπλή παρουσία όχι στη λίστα των 100 δημοφιλέστερων μουσείων αλλά σε εκείνη με τις μεγαλύτερης επισκεψιμότητας περιοδικές εκθέσεις. Εμφανίζεται με την έκθεση «Ενα όνειρο ανάμεσα σε υπέροχα ερείπια. Περίπατος στην Αθήνα των περιηγητών, 17ος – 19ος αιώνας», που προσείλκυσε 387.402 επισκέπτες – περί τους 1.226 ημερησίως.
Και ξανά με 86.929 επισκέπτες για την έκθεση του Πολύβιου Γούζιου στο καφέ του μουσείου, στην οποία παρουσιάζονταν πανοραμικά σχέδια της Αθήνας από την περιοχή του Αστεροσκοπείου. Παρά την παρουσία του, έστω και χαμηλά, στην παγκόσμια κατάταξη λόγω των περιοδικών του εκθέσεων, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο δεν κατάφερε να κερδίσει μια θέση στον κατάλογο με τα 100 μουσεία που υποδέχονται τους περισσότερους επισκέπτες ετησίως. Πώς άλλωστε όταν την 100η θέση καταλαμβάνει το Μουσείο του Ισραήλ με 750.000 επισκέπτες, ενώ σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε το ΕΑΜ το 2016 πέρασαν το κατώφλι του μόλις 460.000 άτομα.
Παρόν και το Μουσείο Μπενάκη στον κατάλογο των περιοδικών εκθέσεων με αφορμή τη δράση της σούπερ σταρ της περφόρμανς Μαρίνας Αμπράμοβιτς As One, η οποία φιλοξενήθηκε στην Αθήνα με πρωτοβουλία του οργανισμού ΝΕΟΝ. Τη μέθοδο της Αμπράμοβιτς παρακολούθησαν 50.000 άτομα, δηλαδή 1.264 επισκέπτες ανά ημέρα λειτουργίας του μουσείου.
Eντύπωση προκαλεί η απουσία από τον κατάλογο της πολυδιαφημισμένης έκθεσης «Ελληνες: από τον Αγαμέμνονα στον Μέγα Αλέξανδρο» που συνδιοργανώθηκε από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού με αμερικανικά μουσεία και φιλοξενήθηκε το 2016 στο Σικάγο και στην Ουάσιγκτον.
Σε διεθνές επίπεδο η Γαλλία βρίσκεται πίσω από τις πιο επιτυχημένες εμπορικά εκθέσεις της περασμένης χρονιάς, τις οποίες και εξήγαγε σε όλο τον κόσμο. Η έκθεση των μεταϊμπρεσιονιστών από το Μουσείο Ορσέ που συνδιοργανώθηκε με το ισπανικό ίδρυμα Μαπφρέ στο Ρίο ντε Ζανέιρο προσείλκυσε 9.700 επισκέπτες ημερησίως και είναι η πρώτη σε προσέλευση κοινού περιοδική έκθεση παγκοσμίως. Η παρουσίαση 100 έργων του Ρενουάρ και πάλι από το Ορσέ έφερε 6.600 εισιτήρια ημερησίως στο Κέντρο Τεχνών του Τόκιο, ενώ τα έργα του Μονέ που εστάλησαν από παρισινές συλλογές στο Χονγκ Κονγκ είδαν 4.100 επισκέπτες ημερησίως.
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Αλλαγή σκηνικού παρατηρείται και στη Νέα Υόρκη όπου το Μουσείο Γουίτνι από τη νέα του έδρα, δημιουργία του Ρέντσο Πιάνο, κατάφερε να σπάσει το δίπολο του Μητροπολιτικού και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης. Το τελευταίο μάλιστα δεν κερδίζει το κοινό μόνο λόγω των περιοδικών του δράσεων – όπως εκείνη του χορογράφου Ζερόμ Μπελ που έφερε 6.800 άτομα ημερησίως – αλλά και των μόνιμων συλλογών του που υποδέχονται 5.900 επισκέπτες την ημέρα.
Θεματικά, σύμφωνα πάντα με την έρευνα της «Art Newspaper», σταθερή αξία για την προσέλκυση κοινού είναι ο ιμπρεσιονισμός. Δεν είναι τυχαίο ότι η έκθεση «Από τον Μονέ στον Ματίς» που φιλοξενήθηκε στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου ήταν η πρώτη σε προσέλευση κοινού έκθεση επί πληρωμή στη βρετανική πρωτεύουσα και η τέταρτη δημοφιλέστερη του μουσείου τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η κίνηση ωστόσο στα άλλα μεγάλα μουσεία της χώρας ήταν μειωμένη σε σύγκριση με άλλες χρονιές.