Στο παγκόσμιο πολιτιστικό καλαντάρι είναι πολλές οι εκθέσεις σύγχρονης τέχνης που έχουν ειδικό βάρος για την καλλιτεχνική και όχι μόνο κοινότητα. Καμία, ωστόσο, δεν ξεπερνάει σε σημασία τη γερμανική documenta που κάθε πέντε χρόνια επιδεικνύει ιδιαίτερα έργα με επίκεντρο το Κάσελ. Η φετινή, 14η έκδοσή της, που μοιράζεται ανάμεσα στη Γερμανία και την Αθήνα τράβηξε το ενδιαφέρον των «New York Times» που δημοσίευσαν στο κυριακάτικο φύλλο τους μια κριτική για τα εγκαίνια της έκθεσης στην Ελλάδα.
Ο ανταποκριτικής της αμερικανικής εφημερίδας Τζέισον Φαράγκο επισκέφθηκε τους τρεις από τους τέσσερις κεντρικούς πυλώνες εξέλιξης της έκθεσης στην Αθήνα. Και με τον τίτλο «Documenta 14, η ελληνική αναβίωση ενός γερμανικού σόου» περιγράφει τις εντυπώσεις του από τις πρώτες ημέρες. Ξεκινώντας με μια γενική αναφορά στη διοργάνωση, περιγράφει την παράτολμη πρωτοβουλία του πολωνού επιμελητή της έκθεσης Ανταμ Σίμτσικ και των συνεργατών του να φέρουν την documenta 14 στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης και της μετανάστευσης. Δεν παραλείπει να αναφερθεί και στο παράδοξο της συνεργασίας της ελληνικής και της γερμανικής πλευράς, τη στιγμή που οι σχέσεις των δύο χωρών δεν είναι αρμονικές. «Το τοπικό καλωσόρισμα υπήρξε δύσπιστο. Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης, επίσης, λοξοκοίταξαν την επέκταση της documenta 14 σε μια πρωτεύουσα που μερικοί ακόμα προσβλητικά αποκαλούν χώρα των φόρων» ανέφερε χαρακτηριστικά στο κείμενό του.
Α ΛΑ AIRBNB. Η κριτική ματιά του Φαράγκο συνδυάζει τη θετική εντύπωση αλλά με αρκετές δόσεις αρνητικής διάθεσης, βάζοντας αρκετές φορές σκούρες πινελιές στα γραφόμενά του. Ετσι, υποθέτει πως ο Σίμτσεκ πήρε την απόφαση να σπάσει την έκθεση στα δύο ίσως γιατί εκείνη υπολείπεται περιεχομένου. «Η ελληνοποιημένη documenta 14 είναι κάποιες φορές ισχυρή, συχνά σκοτεινή και κατά περιπτώσεις εξαντλητικά περήφανη για τον εαυτό της. Κάποια σημεία της μου θύμισαν την πλατφόρμα ενοικίασης σπιτιών Airbnb, που επιτρέπει σε νεαρούς κοσμοπολίτες να ανακατευτούν με τους ντόπιους στη φτήνια. Και όμως τα πιο σημαντικά θέματα –η μετανάστευση, το χρέος, η φθίνουσα ευρωπαϊκή ενοποίηση και οι ιστορικοί πρόγονοι του σημερινού λαϊκισμού και της μισαλλοδοξίας –είναι εκείνα που οι Αθηναίοι υπολογίζουν για χρόνια. Τώρα που αυτά τα προβλήματα επεκτείνονται στον κόσμο, η Ελλάδα ίσως είναι ο καλύτερος τόπος για να μάθει κάποιος να τα αντιμετωπίζει» γράφει ο δημοσιογράφος.
Ο ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ. Παρ’ όλα αυτά, αφήνει αιχμές για τις γραφειοκρατικές και οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Σίμτσικ κατά το στήσιμο των εκδηλώσεων, μια και διάλεξε να συνεργαστεί με δημόσιους θεσμούς και όχι με «αθηναϊκά ιδιωτικά μουσεία με άφθονο μετρητό χρήμα». Το σκεπτικό του εκτρέπεται όμως της σωστής του βάσης, όταν σημειώνει πως ο προϋπολογισμός της έκθεσης με τα 37 εκατομμύρια ευρώ «πήγε στους σχεδόν χρεοκοπημένους ελληνικούς πολιτιστικούς οργανισμούς», αντλώντας ίσως έμπνευση από την παροχή οικονομικής ενίσχυσης στο Ιδρυμα Τσαρούχη για τη διενέργεια των πρώτων αναστηλωτικών εργασιών. Στο σύνολό του βέβαια, το επιχείρημα πολλάκις έχει καταρρίψει η διευθύνουσα σύμβουλος επί των οικονομικών της documenta 14.
Ως προς το καθαρά καλλιτεχνικό περιεχόμενο που αντίκρισε στην Αθήνα, στα δρώμενα του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, ο Φαράγκο ξεχώρισε το φιλμ «Tripoli Canceled» του Nεοϋρκέζου Ναέεμ Μοχάιεμεν που εκτυλίσσεται μέσα σ’ ένα εγκαταλειμμένο 747 στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, που δεν απογειώνεται ποτέ, σαν τους χιλιάδες μετανάστες που φιλοξενούνται στους παρακείμενους χώρους. Τονίζοντας πως η προσφυγική κρίση αναπόφευκτα έχει έντονη παρουσία στο πρόγραμμα της documenta 14, συνεχίζει τις αναφορές στο θέμα με έργα όπως η σκηνική παρουσίαση του Πίτερ Φράιντλ «Report to an Academy» ή τη μουσική σύνθεση του Μεξικανού Γκιγέρμο Γκαλίντο που επιστρατεύει περισσευούμενους σωλήνες ως όργανα από το κέντρο μεταναστών κοντά στο Κάσελ.
ΣΤΟ ΕΜΣΤ. Η σχεδόν εμμονική αναφορά στο δίπολο Ελλάδα – Γερμανία επιστρέφει με την περιγραφή μιας σχέσης «που βρίσκει κιτς μορφή στο λόμπι του ΕΜΣΤ», με την εγκατάσταση της Αργεντινής Μάρτα Μινουχίν με το μεγάλο κουτί που είναι γεμάτο με χιλιάδες ελιές, προτείνοντας να ξεπληρώσουν οι Ελληνες το χρέος με πέτρινα φρούτα. Παρομοίως, στέκεται και στη ζωντανή μετάδοση των συνεδριάσεων της ελληνικής και γερμανικής Βουλής, προϊόν της σκέψης ενός άλλου αργεντινού καλλιτέχνη, του Νταβίντ Λαμέλας, στην είσοδο του Ωδείου Αθηνών. «Η χρήση και η κατάχρηση της κλασικής αρχαιότητας, που γεννήθηκε στην Ελλάδα και διασκορπίστηκε μέσω της Γερμανίας, κυριαρχεί στην documenta 14» λέει ο δημοσιογράφος.