«Πρώτα οι μεταρρυθμίσεις και μετά το χρέος» διεμήνυσε για μία ακόμα φορά χθες ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, την επομένη της διακήρυξης του Πρωθυπουργού ότι «τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος αποτελούν προϋπόθεση για να εφαρμοστούν τα μέτρα τα οποία συμφωνήθηκαν για το 2019 και το 2020».

Με αστραπιαία ταχύτητα ήρθε η ψυχρολουσία από το Βερολίνο, αφού ο Σόιμπλε δεν άφησε καν την κουβέντα του Πρωθυπουργού να πέσει κάτω. Διά της εκπροσώπου του ο γερμανός υπουργός Οικονομικών ξεκαθάρισε ότι σε κάθε περίπτωση πρώτα θα ψηφιστούν τα μέτρα για το αφορολόγητο και στις συντάξεις και μετά θα αρχίσει η συζήτηση για το χρέος, χωρίς ωστόσο να δεσμευθεί πότε και αν θα ληφθούν οι αποφάσεις γι’ αυτό.

Ερμηνεύοντας τον Σόιμπλε, το Μαξίμου μέσω κύκλων του καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ο οδικός χάρτης, σύμφωνα με τον οποίο “μετά την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος (Σεπτέμβριος 2018) θα εφαρμοστούν και τα μέτρα και τα αντίμετρα που προβλέπει η συμφωνία της Μάλτας (1-1-2019)”, δεν αμφισβητείται από κανέναν: ούτε από τον Β. Σόιμπλε, ο οποίος ακριβώς αυτή τη συμφωνία περιέγραψε στις δηλώσεις του».

Αν δεν είχε προηγηθεί η κατηγορηματική διαβεβαίωση του έλληνα Πρωθυπουργού στο εσωτερικό πολιτικό ακροατήριο για τον συσχετισμό μέτρων και χρέους, πιθανόν η δήλωση Σόιμπλε να περνούσε απαρατήρητη. Η κατάσταση όμως είναι διαφορετική. Πρακτικά, ο Αλέξης Τσίπρας λέει δεν κόβω συντάξεις και αφορολόγητο αν δεν πάρουμε τα μέτρα για το χρέος, ενώ ο Σόιμπλε διαμηνύει αν δεν εφαρμόσετε τη νέα συνταγή του ΔΝΤ, ξεχάστε το χρέος.

Το φιρμάνι του Βερολίνου «πρώτα οι μεταρρυθμίσεις και μετά το χρέος», τους τελευταίους μήνες είχε φτάσει πια να μη συνιστά είδηση. Ο Σόιμπλε ποτέ δεν είπε κάτι διαφορετικό. Η ανάγκη να το επαναλάβει όμως, μέσω της εκπροσώπου του, χθες, καθόλου τυχαία δεν είναι.

Τις προηγούμενες ημέρες, πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων τόνιζαν ότι κατά την ανάγνωση των δανειστών, η εφαρμογή των όποιων μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος θα γίνει σε συνάρτηση με προαπαιτούμενα την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας. Η Ελλάδα θα παραμείνει «δεμένη» με μνημονιακούς όρους τουλάχιστον έως το 2020 –αν όχι έως το 2022 εφόσον συνεχιστεί η σκληρή γραμμή του Βερολίνου για πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ επί μια πενταετία –και οι δόσεις ελάφρυνσης του χρέους θα κάνουν την εμφάνισή τους μόνο εφόσον εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας και «μεταρρυθμίσεις».

Πέρα από τις δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, ο ίδιος ο Σόιμπλε σε συνέντευξή του στην «Deutsche Welle» μίλησε ξεκάθαρα. Οταν προσπαθείς να υπολογίσεις πώς θα αναπτυχθούν τα επίπεδα του χρέους ώς το 2070, μπορεί να προκύψουν διαφορετικοί υπολογισμοί, ανέφερε, για να προσθέσει ότι «αυτά δεν λύνουν τα προβλήματα αυτή τη στιγμή, έτσι κι αλλιώς. Πρώτα πρέπει να διακρίνουμε τι μπορεί και πρέπει να κάνει η Ελλάδα πολιτικά. Και ελπίζω ότι οι θεσμοί θα βρουν μια τεχνική λύση».

Η κάθοδος του κουαρτέτου. Η τεχνική λύση θα αναζητηθεί στο πλαίσιο της νέας άφιξης του κουαρτέτου στην Αθήνα, μετά τις 24 Απριλίου. Το «συντομότερο δυνατό» που περιέγραψε ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ στη Μάλτα, όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα επιστροφής των επικεφαλής στην Αθήνα, κρίθηκε ότι δεν μπορεί να είναι νωρίτερα από την ολοκλήρωση της εαρινής Συνόδου του ΔΝΤ, στο διάστημα 21-23 Απριλίου στην Ουάσινγκτον, καθώς νωρίτερα μεσολαβεί το Πάσχα. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η νέα κάθοδος του κουαρτέτου θα συνοδεύεται και από τα έτοιμα κείμενα –τα οποία έχουν ήδη επεξεργαστεί σε μεγάλο βαθμό –της επικαιροποίησης του Μνημονίου με την Κομισιόν αλλά και του νέου Μνημονίου με το ΔΝΤ, εφόσον στο μεταξύ έχει ξεκλειδώσει η συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Εκείνες τις ημέρες άλλωστε αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο και αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, το οποίο σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό υπερέβη το 3,5% του ΑΕΠ.

Στην παρούσα φάση, το πλεόνασμα ακόμα αξιολογείται και ζυγίζεται από τη Eurostat. Η κοινοτική στατιστική υπηρεσία έχει ζητήσει από την ΕΛΣΤΑΤ τον πρώτο κύκλο διευκρινίσεων επί των αρχικών στοιχείων που εστάλησαν και εντός της εβδομάδας αναμένεται να σταλούν και τα νεότερα δεδομένα.

Το αν θα επιβεβαιωθεί ο Πρωθυπουργός θα το μάθουμε στις 21 Απριλίου που θα γίνουν οι σχετικές ανακοινώσεις από την ΕΛΣΤΑΤ, ενώ τα συνολικά στοιχεία για όλες τις χώρες της ευρωζώνης θα ανακοινωθούν στις 24 του μήνα από τη Eurostat.