Επιστήμονες από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ευρώπη, μεταξύ των οποίων κι ένας Ελληνας της διασποράς, ανακάλυψαν ένα νέο τρόπο να ανιχνεύουν τα όνειρα στον εγκέφαλο των ανθρώπων και, με αυτή την τεχνική, πιστεύουν ότι εντόπισαν το «κέντρο» των ονείρων.
Το βασικό συμπέρασμα από τη νέα «χαρτογράφηση»είναι ότι οι άνθρωποι ονειρεύονται πολύ περισσότερο από ό,τι νόμιζαν, αν και μετά συνήθως έχουν ξεχάσει τα όνειρά τους.
Η νέα έρευνα επιβεβαιώνει ότι τα όνειρα δεν συμβαίνουν μόνο στη φάση REM (ταχεία κίνηση των ματιών) του ύπνου. Οι κοιμισμένοι άνθρωποι ονειρεύονται επί αρκετές ώρες και παρόλα αυτά θυμούνται λίγα μόνα λεπτά -κι αυτά με το ζόρι.
Οταν κοιμόμαστε, μπορούν να ανιχνευθούν χαμηλής συχνότητας εγκεφαλικά κύματα στον εγκέφαλο. Η νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι μια μείωση αυτών των κυμάτων σε μια συγκεκριμένη περιοχή στο πίσω μέρος του εγκεφάλου αποτελεί την «υπογραφή» ότι κάποιος ονειρεύεται. Αυτή η περιοχή φαίνεται να αποτελεί το «κέντρο»των ονείρων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Φρανσέσκα Σικλάρι του Πανεπιστημίου του Ουσκόνσιν-Μάντισον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευροεπιστήμης Nature Neuroscience, μελέτησαν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου σε 32 εθελοντές που κοιμούνταν και φορούσαν στο κεφάλι τους μια κάσκα ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος, που κατέγραφε τα εγκεφαλικά κύματά τους.
Μεταξύ των ερευνητών ήταν ο ελληνικής καταγωγής Λάμπρος Περόγαμβρος, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (2006), ο οποίος σήμερα είναι ερευνητής στο Τμήμα Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου του Ουσκόνσιν-Μάντισον, στο Τμήμα Νευροεπιστήμης του Πανεπιστημίου της Γενεύης και στο Εργαστήριο Υπνου του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της ελβετικής πόλης.
Κάθε φορά που εμφανιζόταν μια διακριτή εγκεφαλική δραστηριότητα, οι επιστήμονες ξυπνούσαν τους συμμετέχοντες και τους ρωτούσαν αν ονειρεύονταν και τι θυμούνταν από τα όνειρά τους. Με τον τρόπο αυτό, διαπιστώθηκε μια στενή σχέση ανάμεσα στα όνειρα και στα μειωμένα κύματα χαμηλής συχνότητας κύματα σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου. Εχοντας εντοπίσει αυτή την περιοχή, οι ερευνητές ήταν στη συνέχεια σε θέση -βλέποντας την εγκεφαλική δραστηριότητα- να προβλέψουν με ακρίβεια περίπου 90% αν κάποιος έβλεπε όνειρο. Ετσι, διαπίστωσαν ότι τα όνειρα δεν συνοδεύουν μόνο τη φάση REM του ύπνου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ένας άνθρωπος ονειρεύεται στο 95% του ύπνου REM και στο 71% του μη-REM ύπνου.
Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι όταν κανείς θυμάται τα όνειρά του αργότερα, υπάρχει αυξημένη δραστηριότητα στον προμετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου, που σχετίζεται με τη μνήμη. Συνεπώς η εγκεφαλική περιοχή ανάμνησης ενός ονείρου είναι διαφορετική από την περιοχή δημιουργίας του ονείρου.
Οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι, μεταξύ άλλων, η νέα «χαρτογράφηση» των ονείρων θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η αϋπνία και οι εφιάλτες, αλλά επίσης στην κατανόηση του σκοπού των ονείρων.