Το 2016 ήταν η πιο επιτυχημένη χρονιά μετά την κρίση της ευρωζώνης, έκρινε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην παρουσίαση της ετήσιας έκθεσής της, χθες 10 Απριλίου.
«Αν και η χρονιά ξεκίνησε μέσα στην οικονομική αβεβαιότητα, τελείωσε με τον πιο σταθερό βηματισμό μετά την κρίση» ανέφερε στον πρόλογο της έκθεσης ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι. Τον Μάρτιο του περασμένου έτους, η ΕΚΤ ανταποκρίθηκε στον ανησυχητικά χαμηλό πληθωρισμό, ενισχύοντας τεράστιο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της, μειώνοντας τα επιτόκια και παρατείνοντας τα φθηνά δάνεια προς τις τράπεζες.
Οι κινήσεις της ΕΚΤ στοχεύουν στην αύξηση της ρευστότητας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην πραγματική οικονομία, καθιστώντας ευκολότερο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να δανειστούν για τις δαπάνες τους και τις επενδύσεις – προωθώντας την ανάπτυξη και την αύξηση του πληθωρισμού προς το στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ για ακριβώς κάτω από το 2%.
Μέχρι το Δεκέμβριο, η οικονομία της ευρωζώνης φαινόταν υγιής για το ίδρυμα της Φρανκφούρτης σε σημείο που αποφάσισε να περιορίσει την αγορά ομολόγων της από το € 80 δισ ευρώ το μήνα στο προηγούμενο επίπεδο των 60 δισ.ευρώ.
«Η εξέλιξη αυτή αντανακλά την επιτυχία των δράσεων μας στις αρχές του έτους: αυξανόμενη εμπιστοσύνη στην οικονομία της ζώνης του ευρώ και εξαφάνιση των κινδύνων του αποπληθωρισμού», σχολίασε ο Ντράγκι. Αλλά η κεντρική τράπεζα θεωρεί ότι το έργο της δεν έχει τελειώσει.
Η ευρωζώνη αντιμετωπίζει πολιτικούς κινδύνους από τις εκλογές στη ισχυρά μέλη της όπως η Γαλλία, η Γερμανία και ίσως η Ιταλία, ενώ η αδύναμη παγκόσμια ανάπτυξη και η πολιτική αβεβαιότητα μειώνουν την ζήτηση από το εξωτερικό για τα προϊόντα της. Εν τω μεταξύ, αν και ο πληθωρισμός σύντομα ανέβηκε το Φεβρουάριο, χάρη στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου, μειώθηκε το Μάρτιο και απέχει πολύ από το να θεωρηθεί «αυτοτροφοδοτούμενος» ενώ η αύξηση των τιμών και των μισθών παραμένει υποτονική.
Προς το παρόν,ο Ντράγκι και οι συνεργάτες του στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας πιστεύουν ότι η οικονομική ανάκαμψη εξακολουθεί να εξαρτάται από την υποστήριξή τους. Η έκθεση καλεί τις κυβερνήσεις να επιταχύνουν τις μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τη χαλάρωση εργατική νομοθεσία, και να ανακατευθύνουν τις δαπάνες σε τομείς πιο φιλικούς στην ανάπτυξη. Και βάζει στο στόχαστρο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υποστηρίζοντας ότι «μια πιο ισχυρή εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων θα ήταν ευπρόσδεκτη» σε περιπτώσεις όπως η απόφαση των Βρυξελλών να μην επιβάλει κυρώσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία για την υπέρβαση των στόχων για το έλλειμμα.
Με το Brexit να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κινδύνους για την οικονομία της ευρωζώνης για το εγγύς μέλλον, η ΕΚΤ επανέλαβε ότι η διατήρηση της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς της ΕΕ και της «ομοιογένειας των κανόνων και η εφαρμογή τους» είναι «επιτακτική ανάγκη».