Η υπέρταση, η αυξημένη χοληστερόλη και η παχυσαρκία στα 50 μπορεί να αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εκδηλώσεως νόσου Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με μία νέα πολυετή μελέτη.
Επιστήμονες από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζωνς Χόπκινς παρακολούθησαν επί σχεδόν 24 χρόνια την πορεία της υγείας 346 εθελοντών, καταγράφοντας μεταξύ άλλων την αγγειακή υγεία τους και παρακολουθώντας τον εγκέφαλό τους για ενδείξεις συσσώρευσης βήτα-αμυλοειδούς.
Το βήτα-αμυλοειδές είναι μία πρωτεΐνη που σχετίζεται με την νόσο Αλτσχάιμερ.
Η τελευταία τομογραφία εγκεφάλου που τους έκαναν αποκάλυψε πως, όσοι είχαν τα περισσότερα αγγειακά προβλήματα ως 50άρηδες, διέθεταν τα πιο αυξημένα επίπεδα αμυλοειδούς ως 70άρηδες.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (JAMA)οι εθελοντές τους είχαν μέση ηλικία 52 ετών κατά την έναρξη της μελέτης, ενώ η μέση ηλικία στο τέλος της ήταν τα 76 έτη.
Όσοι κατόρθωσαν να αποφύγουν την υπέρταση έως τα 64 τους χρόνια, είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν άνοια έως το τέλος της περιόδου παρακολουθήσεως.
Αντιθέτως, όσοι ήσαν παχύσαρκοι στα 50 τους είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν αυξημένα επίπεδα αμυλοειδούς στα 70 τους, ενώ γενικώς όσοι είχαν έναναγγειακό παράγοντα κινδύνου στα 50 τους είχαν 88% περισσότερες πιθανότητες να έχουν συσσωρευμένο αμυλοειδές όταν γέρασαν, σε σύγκριση με όσους δεν είχαν κανέναν.
Αντίστοιχα, όσοι είχαν δύο ή περισσότερους παράγοντες αγγειακού κινδύνου (λ.χ. είχαν ταυτοχρόνως πίεση και χοληστερίνη) είχαν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να αποκτήσουν έως τα 76 τους αυτές τις συσσωρεύσεις.
«Τα ευρήματα αυτά υποστηρίζουν την άποψη ότι η έκθεση σε παράγοντες που υπονομεύουν την υγεία των αγγείων στη μέση ηλικία είναι πολύ σημαντική για την συσσώρευση του βήτα-αμυλοειδούς», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Ρεμπέκα Φ. Γκότεσμαν, αναπληρώτρια καθηγήτρια Νευρολογίας στο Τζωνς Χόπκινς.
Οι αγγειακοί παράγοντες κινδύνου που συσχετίστηκαν με το βήτα-αμυλοειδές ήταν το σωματικό βάρος, το κάπνισμα, η υπέρταση, ο διαβήτης και η ολική χοληστερόλη.