Μέρες που είναι, ο συλλογικός σταυρός έρχεται ακόμα πιο έντονα μπροστά στα μάτια μας. Φροντίζει ειδικά γι’ αυτό η κυβέρνηση –καρφώνοντάς μας με ολοένα και πιο μεγάλα καρφιά.
Γιατί αν τα καλά νέα είναι ότι θα υπάρξει μάλλον συμφωνία με τους δανειστές κι άρα η στάση πληρωμών και η πλήρης έξοδος από την κανονικότητα θα αναβληθούν για μια ακόμα φορά, τα κακά νέα είναι ότι οι όροι που «συμφώνησε» η κυβέρνηση καθιστούν αδύνατη την ανάπτυξη:
n Με τον τρόπο που έγινε η διαπραγμάτευση και με αυτά που συμφωνήθηκαν, παραδίδεται και η τελευταία ικμάδα «κυριαρχίας». Οχι μόνο πέρασε η «γραμμή» του ΔΝΤ –πρώτα τα μέτρα, μετά το χρέος –αλλά και αναβαθμίστηκε ο ρόλος του σε τοποτηρητή και αποφασιστικό κριτή για τις προϋποθέσεις ενεργοποίησης των μέτρων. Το ΔΝΤ είναι αυτό που θα αποφασίσει κατά πόσο, στο τέλος του ισχύοντος προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018, θα έχουν επιτευχθεί οι δημοσιονομικοί και άλλοι στόχοι, ώστε να κριθεί εάν θα εφαρμοστούν τα προ-νομοθετημένα μέτρα. Οι λέξεις «και άλλοι στόχοι» έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους, εφόσον είναι γνωστή η εμμονή του ΔΝΤ με τις μεταρρυθμίσεις και η απόλυτη αδυναμία της παρούσας κυβέρνησης σε αυτόν τον τομέα. Με τη «συμφωνία» της Μάλτας, η κυβέρνηση βάζει τον «εχθρό» που η ίδια, για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, δημιούργησε στον ρόλο του οδηγού των εξελίξεων και υπό συνθήκες που νομοτελειακά οδηγούν αν όχι σε νέα Μνημόνια (αφού το παρόν και αχρείαστο Μνημόνιο ενέχει ήδη τον σπόρο της διαιώνισής του), πάντως του «μνημονιακού καθεστώτος».
n Αυτά που συμφωνήθηκαν και ασχέτως του εάν θα εφαρμοστούν ή, όπως γίνεται ώς τώρα, θα μείνουν στα χαρτιά δεσμεύουν το μέλλον όχι μόνο της επόμενης κυβέρνησης αλλά και της χώρας. Αυτή δε η δέσμευση είναι σε απόλυτα αντι-αναπτυξιακή κατεύθυνση: η προ-νομοθέτηση επιμηκύνει, δεν καταλύει, την αβεβαιότητα, η πλήρης καταφυγή στη φορολόγηση στραγγαλίζει, δεν ελαφραίνει, την επιχειρηματικότητα, ενώ η απώθηση των μεταρρυθμίσεων στον χώρο του φαντασιακού βαλτώνει τα ήδη λιμνάζοντα νερά. Τράπεζες, ξένες επενδύσεις και ιδιωτική πρωτοβουλία, δηλαδή οι κύριοι μοχλοί της ανάπτυξης, δέχονται ένα πιθανότατα μοιραίο χτύπημα.
n Η αξιοπιστία της κυβέρνησης, μετά την καταρράκωση και τον ευτελισμό της στα μάτια των δανειστών, χάνεται, για πρώτη φορά με τόσο έντονο τρόπο, και σε σχέση με την ελληνική κοινωνία, ιδίως δε στα στρώματα εκείνα που στήριζαν την κυβέρνηση για να υπερασπίσει τα συμφέροντά τους, αλλά και στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Το «κείμενο των 13», παρά την πρωτοφανή υποκρισία που το εμπνέει (η ομάδα του βασικού διαπραγματευτή με τους δανειστές να εκφέρει τον ιδεολογικό αντίλογο στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης), είναι ίσως οιωνός μιας υφέρπουσας χειραφέτησης από μια κυβέρνηση που εμφανίζεται ως ούτε αποτελεσματική ούτε συνεπής με τις αρχές της. Μια τέτοια εξέλιξη καθιστά πιο πιθανή μια «ηρωική έξοδο» αλλά και στενεύει ακόμα περισσότερο τα πολιτικά περιθώρια της αναγκαίας στροφής στον ρεαλισμό.
Στην τριπλή μέγγενη δανειστών που δεν εμπιστεύονται, μεταρρυθμίσεων που υπονομεύονται και κόμματος που κατάλαβε, η ασφυξία παραμονεύει. Η ανάσταση θα έρθει, αλλά δεν θα είναι –ακόμα –συλλογική.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος