«Η Δημοκρατική Συμπαράταξη μπορεί να ενώσει και πάλι την ελληνική κοινωνία και να βάλει μπρος τις μηχανές της αλλαγής» διαμηνύει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης παρεμβαίνοντας, με συνέντευξή του στα «ΝΕΑ», στις διενέξεις που καταγράφονται στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο.
Παράλληλα, ο πρώην υπουργός αναφέρει ότι η δική του σχέση με τη Β’ Αθήνας είναι «αδιάλειπτη», ενώ επικρίνει την τακτική του Αλέξη Τσίπρα τονίζοντας με έμφαση πως «αν δεν βιαζόταν τόσο να κυβερνήσει, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν αλλού, πολύ καλύτερα». Εκφράζει, ωστόσο, την αντίθεσή του ως προς το εκλογικό αίτημα της ΝΔ και καλεί την κυβέρνηση «να ασχοληθεί με τη διακυβέρνηση της χώρας σύμφωνα με την εντολή που πήρε» και την αντιπολίτευση «να ασκήσει το αντιπολιτευτικό της έργο, επίσης σύμφωνα με τη λαϊκή εντολή». «Είναι κρίμα να κατασπαταλάμε εθνικούς πόρους δημοκρατίας σε άκαρπες αντιπαραθέσεις που οδηγούν σε μια πολύ δηλητηριώδη ατμόσφαιρα», είναι το δικό του μήνυμα.
Τι συμβαίνει και ακόμα περιμένουμε να κλείσει η αξιολόγηση;
Η συνηθισμένη τακτική. Από καθυστέρηση σε καθυστέρηση, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει κάθε φορά ο λογαριασμός για τους πιο αδύναμους και να γίνεται όλο και δυσκολότερη η προσπάθεια των δημιουργικών ανθρώπων. Κάθε φορά στήνονται επάλξεις ανυποχώρητης διαπραγμάτευσης και κάθε φορά τα κάστρα πέφτουν σαν χάρτινοι πύργοι υπό την απειλή της χρεοκοπίας. Αυτός ο φαύλος κύκλος της «αέναης διαπραγμάτευσης» έχει ήδη επιφέρει ανατροπή των προβλέψεων της ίδιας της κυβέρνησης. Μια ματιά στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής καταδεικνύει τις συνέπειες.
Υπάρχουν πιθανότητες για ανάκαμψη της οικονομίας; Μήπως είναι απαραίτητες οι εκλογές για έξοδο από την κρίση;
Ζητούμενο είναι κάτι εξαιρετικά απλό! Η κυβέρνηση να ασχοληθεί με τη διακυβέρνηση της χώρας σύμφωνα με την εντολή που πήρε και η αντιπολίτευση να ασκήσει το αντιπολιτευτικό της έργο, επίσης σύμφωνα με τη λαϊκή εντολή! Είναι κρίμα να κατασπαταλάμε εθνικούς πόρους δημοκρατίας σε άκαρπες αντιπαραθέσεις που οδηγούν σε μια πολύ δηλητηριώδη ατμόσφαιρα. Η ανάκαμψη θα έλθει όταν πάψει η αβεβαιότητα, εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη, λειτουργήσει το τραπεζικό σύστημα και καταστούμε έτσι ελκυστική χώρα για τις μεγάλες ξένες επενδύσεις, αλλά και τις μικρότερες από εγχώριους επενδυτές των δυναμικών ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ζητούμενο είναι οι επενδύσεις να αφορούν επιχειρηματικές δραστηριότητες που απαιτούν εξειδικευμένους και καλά πληρωμένους εργαζόμενους, ώστε να απασχοληθούν επιτέλους οι εκατοντάδες χιλιάδες προσοντούχων και ικανών νέων.
Γιατί ο χώρος της Κεντροαριστεράς συνεχίζει να είναι κατακερματισμένος;
Γιατί κυβέρνησε πολύ στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, γιατί διεθνώς η Αριστερά ψάχνει, δεν έχει, απλές απαντήσεις στις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης. Και τέλος, γιατί είναι πάντα ο χώρος της αναζήτησης και της αλλαγής. Είναι ο χώρος που αμφισβητήθηκε και επλήγη δυσανάλογα με άλλες δυνάμεις που εφάρμοσαν το πρόγραμμα προσαρμογής αυτά τα χρόνια. Είναι εύλογη, λοιπόν, η έντονη αναζήτηση. Υπήρξε, εξάλλου, το εγχείρημα του Ποταμιού που έδειξε σημάδια σύγχρονης έκφρασης του χώρου, το οποίο ωστόσο βρίσκεται σε προφανή κατιούσα πορεία. Πιστεύω ότι μέρα με τη μέρα καθίσταται κοινός τόπος η ανάγκη για συνάντηση όλων των δυνάμεων. Δεν είναι ώρα πλέον ούτε για πολλές συζητήσεις ούτε για άλλα εγχειρήματα.
Το «εκσυγχρονιστικό κέντρο» θα μπορούσε να παίξει κάποιον ουσιαστικό ρόλο σε μια προσπάθεια συνένωσης;
Ολες οι δυνάμεις είναι χρήσιμες στην επίτευξη του στόχου για εθνική ανασυγκρότηση. Ωστόσο η Ελλάδα σήμερα έχει ανάγκη από έναν σύγχρονο, ισχυρό, προοδευτικό, σοσιαλιστικό πόλο μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο προκειμένου να αντιμετωπίσει κατά προτεραιότητα το ζήτημα των μεγάλων κοινωνικών ανισοτήτων που γέννησε η κρίση, να εγγυηθεί ανάπτυξη με ρήτρα κοινωνικών ανισοτήτων και να διαμορφώσει ένα νέο σχέδιο εθνικής κοινωνικής συμφωνίας.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη μπορεί να αναλάβει το έργο της κοινωνικής συμφιλίωσης, της αποτροπής του μίσους που έσπειραν οι λαϊκιστές, να ενώσει και πάλι την ελληνική κοινωνία και να βάλει μπρος τις μηχανές της αλλαγής και της μετάβασης στον νέο, δύσκολο και πολύπλοκο κόσμο. Η αποστολή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης είναι η ανάδειξή της σε ισχυρή δύναμη εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων που δοκιμάζονται από τη φτώχεια, της μεσαίας τάξης που γονάτισε από τα φορολογικά βάρη, των δημιουργικών ανθρώπων που πνίγονται καθημερινά στην αβεβαιότητα, καθώς και της νέας γενιάς, της γενιάς της χιλιετίας που βρίσκεται καθηλωμένη στο παρακμιακό περιβάλλον της κρίσης.
Η δική σας θέση πού βρίσκεται σήμερα; Η παρουσία σας στη Β’ Αθήνας έχει συνέχεια;
Η πορεία μου είναι σταθερή, διαχρονική και αδιάλειπτη. Στη δημοκρατική παράταξη! Η Β’ Αθηνών είναι το μεγάλο χωνευτήρι της Ελλάδας με τις ανάγλυφες αντιθέσεις που γεννούν, π.χ., τα απόμακρα βόρεια προάστια και τα λαϊκά στρώματα των δυτικών συνοικιών. Στη Β’ Αθήνας όταν περπατάς, κι εγώ το κάνω καθημερινά, διαλύονται οι αυταπάτες, οι κατασκευές και τα ιδεολογήματα. Ο κόσμος είναι διαφορετικός και πραγματικός. Εδώ καταλαβαίνεις την πολιτική σαν σύνθεση και τις πολιτικές σαν σύλληψη και λύσεις.
Η συγκυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ ήταν λάθος;
Καθόλου, γιατί φτάσαμε ένα βήμα από το να καταργήσουμε τα Μνημόνια. Εάν ο κ. Τσίπρας δεν βιαζόταν τόσο να κυβερνήσει, εάν η προεδρική εκλογή κυλούσε ήρεμα, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν αλλού, πολύ καλύτερα, με πολύ λιγότερη ανέχεια, με πολύ περισσότερη αισιοδοξία.
Μια συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα ή τον Κυριάκο Μητσοτάκη μπορεί να βάλει διλήμματα στη Δημοκρατική Συμπαράταξη;
Διλήμματα, ναι. Προβλήματα, όχι. Πολιτική είναι η τέχνη των συμμαχιών με πρωτεύον κριτήριο το κοινό καλό και δευτερευόντως το κομματικό συμφέρον. Εχοντας αυτό σαν οδηγό, η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει ευθύνη κάθε φορά να κρίνει με ποιους θα συνεργαστεί και από τις επιλογές της θα κρίνεται. Αυτό δεν ισχύει μόνο με τα σημερινά δημοσκοπικά ποσοστά. Θα ισχύσει κυρίως όταν η Δημοκρατική Συμπαράταξη γίνει πλειοψηφικό ρεύμα. Ημουν πάντα κατά των «μονοπωλίων» στην πολιτική. Χωρίς συμμαχίες, ο διπολισμός παράγει μια ακινησία εναλλαγής, που κακώς την ονομάζουμε σταθερότητα. Αυτό ήταν το σφάλμα της Μεταπολίτευσης και δεν χρειάζεται να επαναληφθεί.