Η Τουρκία δεν ήταν ποτέ μια κανονική Δημοκρατία. Αλλά μετά το δημοψήφισμα με το οποίο εγκρίθηκαν οριακά από τους τούρκους πολίτες οι συνταγματικές αλλαγές που πρότεινε ο Ταγίπ Ερντογάν, είναι κάτι ακόμη: μια διχασμένη χώρα. Και αυτή η δυσοίωνη εικόνα αποτυπώνεται στην κάλπη σε μια στιγμή κατά την οποία είναι περισσότερο από προφανής ο κίνδυνος αυτή η διχασμένη χώρα να εξελιχθεί από μια μη κανονική, ασταθή δημοκρατία σε μια συνταγματοποιημένη δικτατορία.
Το μείγμα είναι εκρηκτικό. Γιατί είναι εξίσου προφανές ότι ο τούρκος πρόεδρος θα χρησιμοποιήσει την τεράστια ισχύ που διαθέτει πλέον για να καταστείλει εκείνο το μισό της Τουρκίας που θα επιμείνει να εκφράζεται ελεύθερα και πολλές φορές δυναμικά κατά της κυβέρνησής του. Από προχθές μπήκαν οι βάσεις μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης της κοινωνίας των πολιτών με την εξουσία, τέθηκαν τα θεμέλια μιας διαρκούς αναταραχής στο εσωτερικό.
Ακόμη χειρότερα, η Ιστορία διδάσκει ότι οι εσωτερικές κρίσεις εκτονώνονται από τις αδίστακτες εξουσίες με την τεχνητή πρόκληση μιας εξωτερικής κρίσης. Και μπορεί η Τουρκία να έχει ήδη πολλά μέτωπα ανοικτά, αλλά τίποτε δεν αποκλείει ο τελευταίος σουλτάνος της Αγκυρας να ανοίξει ένα νέο προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή της κοινής γνώμης από τα εσωτερικά και συγχρόνως να την ενώσει απέναντι στην υποτιθέμενη εξωτερική απειλή.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να λάβει υπόψη της αυτούς τους κινδύνους. Και να μην ξεχνά τα σχεδόν 24 εκατομμύρια τούρκους πολίτες που στις κάλπες εκφράστηκαν υπέρ της δημοκρατίας.