Υπάρχει μια απειλή για την υγεία που έχει υψηλότερο κόστος και προσβάλλει πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους οι ασθένειες που ξέρουμε και φοβόμαστε, αλλά στην οποία ελάχιστη σημασία δίνουμε.
Η απειλή αυτή είναι η ελλιπής συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή που συνιστούν οι γιατροί και είναι 100% αποτρέψιμη από τους ίδιους τους ασθενείς που προσβάλλει.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Μελέτες έχουν δείξει ότι 20% έως 30% των ιατρικών συνταγών για φάρμακα ουδέποτε εκτελούνται, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναφέρει ότι σχεδόν 50% των φαρμάκων για χρόνια νοσήματα δεν λαμβάνονται όπως συνταγογραφούνται, σύμφωνα με ανασκόπηση της ιατρικής βιβλιογραφίας που δημοσιεύθηκε προσφάτως στην επιθεώρηση «Annals of Internal Medicine».
Επιπλέον, όσοι λαμβάνουν συνταγογραφούμενα φάρμακα, είτε για μια απλή λοίμωξη είτε για μια απειλητική κατάσταση όπως η καρδιοπάθεια, τυπικά λαμβάνουν μόνο τη μισή από τη συνιστώμενη δόση.
Η μη συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή υπολογίζεται ότι ευθύνεται για το τουλάχιστον 10% των νοσηλειών στα νοσοκομεία, γράφουν οι συγγραφείς της ανασκόπησης. Προκαλεί επίσης εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους κάθε χρόνο (μόνο στις ΗΠΑ υπολογίζονται σε 125.000 ετησίως) και κοστίζουν πολλά δισεκατομμύρια.
«Τα φάρμακα δεν αποδίδουν στους ασθενείς που δεν τα λαμβάνουν» είχε πει κάποτε ο πιο γνωστός υπουργός Υγείας (1982-1989) των ΗΠΑ, ο παιδοχειρουργός δρ Σι Εβερετ Κουπ, γράφει η εφημερίδα «New York Times». Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί πολλά νέα φάρμακα τα οποία αποδίδουν εξαιρετικά στις κλινικές μελέτες (σε αυτές οι ασθενείς παρακολουθούνται στενά για να εξασφαλίζεται ότι τα λαμβάνουν σωστά), δείχνουν να γίνονται λιγότερο αποτελεσματικά όταν αρχίσει η ευρεία διάθεσή τους.
Το σημαντικότερο όμως είναι πως εξηγεί γιατί τόσο πολλοί ασθενείς δεν παρουσιάζουν βελτίωση της κατάστασής τους, υποτροπιάζουν ή ακόμα και πεθαίνουν παρότι τους χορηγούνται φάρμακα, τα οποία θα έπρεπε να διατηρήσουν υπό έλεγχο την ασθένειά τους.
Μελέτες έχουν δείξει ότι ένας στους τρεις ασθενείς με μεταμοσχευμένο νεφρό δεν παίρνει σωστά τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα που εμποδίζουν την απόρριψη του μοσχεύματος, ότι 41% των ασθενών με έμφραγμα δεν παίρνει τα αντιυπερτασικά φάρμακα και ότι τα μισά παιδιά με άσθμα είτε δεν χρησιμοποιούν τα εισπνεόμενα φάρμακά τους είτε τα λαμβάνουν κατά το δοκούν.
Πού οφείλεται
«Η μη συμμόρφωση είναι τεράστιο πρόβλημα και δεν έχει μία λύση, διότι είναι πολλοί και διαφορετικοί οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει» λέει ο δρ Μπρους Μπέντερ, διευθυντής στο Κέντρο Προαγωγής Υγείας στον νοσηλευτικό οργανισμό National Jewish Health του Ντένβερ.
Γονείς παιδιών με άσθμα, λ.χ., του έχουν πει ότι διακόπτουν τη θεραπεία των παιδιών τους διότι δεν τους αρέσει η ιδέα να παίρνουν φάρμακα επ’ αόριστον. Ωστόσο «ακόμα κι αν το παιδί δεν έχει συμπτώματα, εξακολουθεί να έχει υποβόσκουσα φλεγμονή στους πνεύμονες και αν κρυολογήσει μπορεί να περάσει έξι εβδομάδες βαριά άρρωστο» προσθέτει.
Οταν η δρ Λίσα Ρόζενμπαουμ, καρδιολόγος στο νοσοκομείο Brigham and Women’s της Βοστώνης, ρώτησε έναν ασθενή που είχε πάθει έμφραγμα γιατί σταμάτησε τα χάπια για την πίεση, η απάντησή του ήταν «δεν παίρνω χάπια για το τίποτα», παρότι έχει νεφρική νόσο, περιφερειακή αγγειοπάθεια, διαβήτη και βλάβη στον καρδιακό μυ.
Υπάρχουν επίσης πολλοί που δεν παίρνουν φάρμακα γιατί τους θυμίζουν ότι είναι άρρωστοι και άλλοι που τα θεωρούν «χημικά» ή «μη φυσικά» και έτσι τα αρνούνται επίμονα. Χώρια όσοι είναι πεπεισμένοι ότι με την υγιεινή διατροφή και τη συστηματική γυμναστική μπορούν να θεραπεύσουν κάθε δεινό και επομένως δεν χρειάζονται φάρμακα.
Επιπλέον, «είναι συχνό φαινόμενο να σταματούν μόνοι τους οι ασθενείς τα φάρμακά τους για λίγες εβδομάδες και αν δεν νιώσουν διαφορά να μην τα ξαναπάρουν, όντας πεπεισμένοι ότι είναι πια υγιείς» προσθέτει ο δρ Μπέντερ. «Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαιτέρως συνηθισμένο σε όσους παίρνουν φάρμακα για ασθένειες δίχως εμφανή συμπτώματα όπως η καρδιοπάθεια και η υπέρταση. Δυστυχώς, όμως, μπορεί οι συνέπειες της μη λήψης φαρμάκων να μη φαίνονται αμέσως, αλλά όταν εκδηλωθούν ενδέχεται να είναι τραγικές».
Το κόστος είναι ένας πρόσθετος καταλυτικός παράγοντας σε πολλούς ασθενείς. Μελέτες έχουν δείξει πως όσο αυξάνεται η συμμετοχή στα φάρμακα τόσο μειώνεται η συμμόρφωση, με τους ασθενείς είτε να διακόπτουν τελείως τη θεραπεία τους είτε να παίρνουν μειωμένες δόσεις, οι οποίες την καθιστούν αναποτελεσματική.
Τι μπορεί να γίνει
«Είναι τόσο πολλοί οι λόγοι της μη συμμόρφωσης ώστε είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα» λέει ο δρ Γουίλιαμ Σρανκ από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. «Η θεραπεία μπορεί να είναι πολύ πολύπλοκη, οι ασθενείς να μπερδεύονται, να μην έχουν συμπτώματα, να έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες τις οποίες δεν αντέχουν, να μην μπορούν να πληρώσουν ή να πιστεύουν ότι αποτελεί ένδειξη αδυναμίας το να χρειάζονται φάρμακα».
Υπάρχουν όμως ελπίδες για βελτίωση, προσθέτει. «Τα “πολυχάπια” που περιέχουν διαφορετικά φάρμακα για την ίδια νόσο μπορούν να απλουστεύσουν τη θεραπεία, ενώ η αναλυτική ενημέρωση από τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό για τις τυχόν παρενέργειες της θεραπείας προετοιμάζει καλύτερα τον ασθενή γι’ αυτές» εξηγεί.
«Επιπλέον, οι ασθενείς πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν όποια συσκευή τους εξυπηρετεί – είτε είναι το κινητό τους είτε ένα κουτί με διάφορες θήκες, ημερομηνίες και ώρες – για να θυμούνται να πάρουν την επόμενη δόση του φαρμάκου τους».
Απαραίτητο είναι ακόμα να ενημερώνονται οι ασθενείς για τους δυνητικούς κινδύνους από τη μη λήψη των φαρμάκων τους, καθώς και για το ότι η πάθησή τους (π.χ. η υπέρταση, το αυξημένο σάκχαρο ή η αυξημένη χοληστερόλη) δεν θα τους προκαλεί κατ’ ανάγκην εμφανή συμπτώματα.
Τέλος, πρέπει να διευκολύνεται ο περιοδικός επανέλεγχος, κατά τη διάρκεια του οποίου θα ρωτούν οι γιατροί τους ασθενείς για το πόσο καλά μπορούν να ακολουθούν τη συνιστώμενη θεραπεία και τι τους δυσκολεύει.