Το περικάρδιο είναι ένας υμένας με δύο πέταλα που περιβάλλει και προστατεύει την καρδιά. Η προστασία του συνίσταται σε προστασία από τις κακώσεις του θώρακα (π.χ. ατυχήματα) και από την επέκταση των λοιμώξεων των πνευμόνων που βρίσκονται σε επαφή με την καρδιά.
Ομως το ίδιο το περικάρδιο μπορεί να προσβληθεί συνηθέστερα από ιούς ή μικρόβια και να αναπτύξει μια φλεγμονή που ονομάζεται περικαρδίτιδα. Συνήθως αυτή η φλεγμονή συνοδεύεται από παραγωγή και αύξηση του περικαρδιακού υγρού που φυσιολογικά υπάρχει, οπότε μιλούμε για υγρά περικαρδίτιδα.
Η υγρά περικαρδίτιδα εκδηλώνεται συνήθως με προκάρδιο πόνο που μοιάζει με τη στηθάγχη, αλλά αυξομειώνεται με τις αναπνοές και μπορεί να συνοδεύεται από πυρετό. Τα συμπτώματα κατά κανόνα υποχωρούν με αντιφλεγμονώδη φάρμακα, και σε σπάνιες περιπτώσεις χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί κορτιζόνη ή κυτταροστατικά όταν η περικαρδίτιδα δεν υποχωρεί με τα αντιφλεγμονώδη. Είναι λάθος να χρησιμοποιείται σαν πρώτο φάρμακο η κορτιζόνη, γιατί αυξάνει την πιθανότητα των υποτροπών της περικαρδίτιδας μετά τη διακοπή της.
Η περικαρδίτιδα κατά κανόνα θεωρείται καλοήθης νόσος συγκριτικά με τις άλλες φλεγμονές της καρδιάς που είναι η μυοκαρδίτιδα και η ενδοκαρδίτιδα. Μόνο ένα μικρό ποσοστό (το 15%) των περικαρδίτιδων συνυπάρχει με μυοκαρδίτιδα, ενώ ποσοστό 1%-2% των περικαρδίτιδων εξελίσσεται σε συμπιεστική περικαρδίτιδα όπου παρατηρείται πάχυνση του περικαρδίου και σε πολλές περιπτώσεις εναπόθεση ασβεστίου, οπότε μπορεί να κριθεί αναγκαίο να αφαιρεθεί το περικάρδιο με χειρουργική επέμβαση που λέγεται περικαρδιεκτομή.
Βέβαια, περικαρδίτιδα με ταχεία αναπαραγωγή του περικαρδιακού υγρού όταν αυτό αφαιρείται με παρακέντηση, είναι δυνατόν να παρατηρηθεί σε γενικότερες παθήσεις όπως είναι οι παθήσεις του ανοσοβιολογικού συστήματος και οι διάφορες μορφές καρκίνου (πρωτοπαθούς ή μεταστατικού). Ομως το ποσοστό αυτό των περικαρδίτιδων είναι ευτυχώς χαμηλό.
Γενικότερα η περικαρδίτιδα θεωρείται καλοήθης νόσος γιατί κατά κανόνα δεν οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια όπως συμβαίνει με τη μυοκαρδίτιδα και την ενδοκαρδίτιδα. Συνήθως είναι εύκολα διαγνώσιμη, σχετικά εύκολα θεραπεύσιμη και ασφαλής και δεν συγκαταλέγεται στις επικίνδυνες παθήσεις της καρδιάς.