Τις τελευταίες σεζόν, Πρωτοχρονιά, Πάσχα και καλοκαίρι οι στυλιστικές επιλογές του ζεύγους Πατούλη έχουν γίνει κάτι σαν εθιμοτυπικό εικαστικό δρώμενο. Τουλάχιστον έτσι όπως επικοινωνείται από το Διαδίκτυο και τα σόσιαλ μίντια. Ενδιάμεσα δίνονται και άλλες αφορμές όπως για παράδειγμα η συνάντηση με τον Τραμπ. Ελάτε λοιπόν να κράξουμε ιδίως την «Πατούλαινα». Για τα μίνι της, τα εξτένσιονς της, το μακιγιάζ α λα Αννα Καλουτά, τα δωδεκάποντα λουστρίνια της. Μία, δύο, πέντε φορές, την πολλοστή όμως προκύπτουν κάποια συμπεράσματα.
Πρώτον, η περιορισμένη φαντασία μας ως προς το να βρούμε νέους στόχους για να κατευθύνουμε το σχολιαστικό χιούμορ που θεωρούμε ότι διαθέτουμε εν αφθονία. Δεύτερον, η αυστηρά επιλεκτική ευαισθησία της Γενικής Γραμματείας Ισότητας που ανιχνεύει σεξισμό μόνο απέναντι στις «κόρες της τις σοσιαλίστριες» και ποτέ όταν στο στόχαστρο είναι γυναίκα ξανθιά, με τακούνια και, προπάντων, «δεξιά». Τρίτον, η αφηρημάδα των φεμινιστριών που «δεν είναι του ανδρός τους, δεν είναι του πατρός τους» αλλά βρίσκουν πολύ χαριτωμένο το «Πατούλαινα». Και τέταρτον, ότι η Μαρίνα Πατούλη αποδεικνύεται πολύ σκληρή για να «πεθάνει» μιντιακά. Με την ακομπλεξάριστη πεποίθηση (συνειδητή ή ασυνείδητη) πως αν σβήσεις ο ίδιος την τιμή σου δεν μπορεί κανείς να σε υποτιμήσει, τονίζει ακόμη περισσότερο την αισθητική της και γράφει στα ψηλά της τα παπούτσια τις αποφάσεις των «λαϊκών δικαστηρίων αισθητικής». Χωρίς την ανάγκη πολιτικής προστασίας, απολαμβάνει την καζούρα που τη διατηρεί στην επικαιρότητα και υπενθυμίζει, ακούσια, ότι το να χλευάζεις κάποιον για τα παπούτσια που φοράει απέχει ένα τσακ της συνείδησης από το να τον χλευάζεις επειδή δεν έχει παπούτσια να βάλει.